Παραλίγο δυστύχημα με απεγκλωβισμό επιβάτιδας πριν βρεθεί στη θάλασσα με έντεκα μποφόρ.
Τις ευθύνες του πλοίαρχου και του υποπλοίαρχου του επιβατηγού πλοίου που εκτελούσε το δρομολόγιο Κεφαλονιά – Κυλλήνη, όπου το Δεκέμβριο του 2019, κατά τη διάρκεια της αποβίβασης των επιβατών μια γυναίκα κινδύνευσε να πέσει στη θάλασσα, κατέδειξε το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Αμαλιάδας.
Οι δύο κατηγορούμενοι κρίθηκαν ένοχοι την περασμένη Παρασκευή για το αδίκημα της διατάραξη ασφάλειας της συγκοινωνίας από αμέλεια, από την οποία προέκυψε κίνδυνος για άνθρωπο.
Το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Αμαλιάδας επέβαλλε στον πλοίαρχο και στον υποπλοίαρχο ποινή φυλάκισης δύο ετών στον κάθε ένα, δίνοντας ανασταλτικό χαρακτήρα στην εκτέλεσή της μέχρι την εκδίκαση της έφεσης.
Το χρονικό της υπόθεσης και ενός ατυχήματος που λίγο έλλειψε να μετατραπεί σε δυστύχημα.
Ο πλοίαρχος και ο υποπλοίαρχος από την αμέλειά τους, δηλαδή από την έλλειψη προσοχής που όφειλαν από τις περιστάσεις να καταβάλλουν, ενώ ήταν υπόχρεοι λόγω των ιδιοτήτων τους, διατάραξαν την ασφάλεια της συγκοινωνίας του πλοίου με την παραβίαση των κανόνων ασφαλούς φόρτωσης και με άλλες εξίσου επικίνδυνες ενέργειες, από τις οποίες πρόεκυψε κίνδυνος για άνθρωπο.
Στις 23 Δεκεμβρίου 2019, το πλοίο Πόρος Κεφαλληνίας – Κυλλήνη κατέπλευσε στο λιμένα Κυλλήνης προκειμένου να αποβιβάσει επιβάτες και οχήματα. Την στιγμή εκείνη επικρατούσε ισχυρή βροχόπτωση και έπνεαν δυνατοί άνεμοι και κατά διαστήματα θυελλώδης, και ενώ είχε εξέλθει από το πλοίο το μεγαλύτερο μέρος των επιβατών, άρχισε ακολούθως η έξοδος των οχημάτων κατά τη διάρκεια της οποίας διαταράχθηκε η ασφάλεια της συγκοινωνίας του πλοίου από αμέλεια.
Όσον αφορά τον πλοίαρχο, που έχει τη διοίκηση του πλοίου και ασκεί εξουσία επί των επιβαινόντων και τον υποπλοίαρχο που έχει την ευθύνη για την ασφαλή πρυμνοδέτηση του πλοίου και εποπτεύει την φόρτωση και την εκφόρτωση, κρίθηκαν ένοχοι γιατί δεν μερίμνησαν για την λήψη των απαραίτητων μέτρων ασφαλείας για το πλοίο και τους επιβάτες, με δεδομένες και τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στο λιμάνι της Κυλλήνης.
Την ώρα της άφιξης του πλοίου υπήρχαν ισχυρότατοι άνεμοι, έντασης μέχρι και έντεκα μποφόρ με καταιγίδα και αποφάσισαν να ρίξουν τις δύο άγκυρες, όπως και την πρόσδεση της πρύμνης με δύο κάβους. Η πρόσδεση όμως ήταν ανεπαρκής, καθώς δεν προέβησαν στην τοποθέτηση περισσότερων κάβων. Επίσης, οι δύο κατηγορούμενοι δεν ασφάλισαν επαρκώς το φρένο των βαρούλκων πρόσδεσης, ούτε τους τοποθέτησαν στις δέστρες της πρύμνης του πλοίου. Ακόμα, δεν έθεσαν σε κίνηση τις μηχανές του πλοίου και τον εγκάρσιο έλικα και τέλος δεν μερίμνησαν για το τέντωμα, τόσο των ήδη προσδεδεμένων πρυμνοδετών στις δέστρες, όσο και των αλυσίδων του πλοίου ώστε αυτό να συγκρατηθεί και να αποτραπεί η αποσταθεροποίησή του.
Η βίαια μετατόπιση του πλοίου λόγω του καιρού ώθησε ένα αυτοκίνητο το οποίο εκείνη την ώρα αποβιβαζόταν στο κενό μεταξύ της προβλήτας και της ράμπας του πλοίου με αποτέλεσμα να κινδυνεύσει άμεσα η ζωή της οδηγού του. Οι δύο κελευστές έσπευσαν και πρόλαβαν να απεγκλωβίσουν την οδηγό του από την πόρτα του συνοδηγού, μόλις λίγα δευτερόλεπτα πριν το όχημα βρεθεί στην θάλασσα.