«Την ώρα που στη Νέα Πέραμο ψιχάλιζε, στο όρος Πατέρας γινόταν κατακλυσμός. Ηρθαν χείμαρροι από το βουνό “κατεβάζοντας” πέτρες και χώμα, τεράστιες ποσότητες. Σχεδόν από το πουθενά ήρθε ένα ολόκληρο ποτάμι στη βόρεια πλευρά της Νέας Περάμου και σάρωσε τα πάντα». Ο κ. Τάσος Δέσκος, μηχανικός, ασχολείται για χρόνια με τη διάσωση του υγρότοπου στο Βουρκάρι και γνωρίζει καλά τα ρέματα και τα ποτάμια της περιοχής. «Στην περιοχή μας τα δύο μεγαλύτερα ρέματα είναι το Κονδύλι και το Κουλουριώτικο. Αυτά τα δύο είχαν καθαριστεί πρόσφατα από την Περιφέρεια, αλλά, όπως αποδείχθηκε, αυτό δεν ήταν αρκετό. Είναι αστείο να μιλάμε για ρέματα και καθαρισμούς φρεατίων, όταν από τα φερτά που “κατέβασε” από το βουνό θάφτηκε όλο το λιμάνι της Νέας Περάμου».
Οι επιστήμονες που ασχολούνται με τα υδατικά συστήματα και τη συμπεριφορά τους θεωρούν ότι η ένταση του φαινομένου εξηγεί μέρος μόνον της χθεσινής καταστροφής. «Οι περιοχές αυτές αντιμετωπίζουν μεγάλο πρόβλημα λόγω της παράνομης, άναρχης αστικοποίησής τους. Ολόκληρες πόλεις έχουν χτιστεί στους πρόποδες των βουνών χωρίς καμία αντιπλημμυρική προστασία», εκτιμά η Μαρία Μιμίκου, ομότιμη καθηγήτρια στο ΕΜΠ και ιδρύτρια του Κέντρου Υδρολογικής Πληροφορίας. «Στη Δυτική Αττική υπάρχουν πάρα πολλά ρέματα, τα οποία έχουν καλυφθεί ή μπαζωθεί στα κατώτερα τμήματά τους και έχουν χτιστεί παράνομα. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια απενοχοποιούμε την πρακτική αυτή, νομιμοποιώντας τα παράνομα κτίσματα. Ετσι, σε συνδυασμό με την αποψίλωση του όρους Πατέρας, σε μια πολύ ισχυρή καταιγίδα κατεβαίνουν οι χείμαρροι και περνούν μέσα από τα σπίτια, όπως συνέβη και στη Νέα Πέραμο. Ακόμα ένα πρόβλημα είναι ο κακός σχεδιασμός των όποιων έργων υποδομής υπάρχουν.
Η εικόνα του λεωφορείου στη διάβαση που έχει σχεδόν καλυφθεί από το νερό μάς υποδεικνύει ξεκάθαρα ότι το έργο δεν είχε σχεδιαστεί σωστά. Συχνά οι υποδομές γίνονται με επιφανειακές μελέτες –τα αντιπλημμυρικά έργα ανατίθενται “μελετοκατασκευή”– με παρωχημένα στοιχεία, χωρίς συνολικό σχεδιασμό. Γνωρίζουμε πού υπάρχουν ρέματα, γνωρίζουμε πόσες φορές έχουν πλημμυρίσει τα τελευταία 50-100 χρόνια, άρα και την περίοδο επαναφοράς του φαινομένου και επομένως θα έπρεπε να σχεδιάζουμε ανάλογα».
«Είναι ξεκάθαρο ότι είχαμε χθες ένα ακραίο καιρικό φαινόμενο. Και δυστυχώς λόγω της κλιματικής αλλαγής τέτοια φαινόμενα θα εμφανίζονται ολοένα και πιο συχνά», λέει ο Γιάννης Ζιώμας, κοσμήτορας της Σχολής Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ. «Ξεκινώντας από αυτό το δεδομένο, πρέπει να εξετάσουμε με ποιον τρόπο θα αποκαταστήσουμε τις φυσικές λειτουργίες της περιοχής, απομακρύνοντας αυθαίρετες κατασκευές που εμποδίζουν τη δίοδο προς τη θάλασσα».
Το υπουργείο Περιβάλλοντος, στο πλαίσιο εφαρμογής της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας, εκπονεί τα τελευταία χρόνια τα πρώτα Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας για τα 14 υδατικά διαμερίσματα της χώρας. Στην Αττική, ανάμεσα στις περιοχές που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο περιλαμβάνεται και η χαμηλή ζώνη Μεγάρων – Νέας Περάμου. Η ζώνη που θεωρείται ότι επηρεάζεται από πλημμυρικά φαινόμενα με περίοδο επαναφοράς 50 ετών (που συμβαίνουν δηλαδή μία φορά στα 50 χρόνια) είναι 4 τετραγωνικά χιλιόμετρα. «Ο κίνδυνος είναι υψηλός στο τμήμα της κατακλυζόμενης έκτασης που επηρεάζει τους οικισμούς Μεγάρων, Λάκκας Καλογήρου και Βλυχάδας και οφείλεται στον συνδυασμό πολύ υψηλής τρωτότητας με την υψηλή επικινδυνότητα», αναφέρεται στην έκθεση. Τα σχέδια βρίσκονται στα τελικά στάδια επεξεργασίας τους και, όταν κυρωθούν από το υπουργείο, θα (πρέπει να) αποτελέσουν τη νέα βάση για τον σχεδιασμό των αντιπλημμυρικών έργων στη χώρα.