Το πόνημα του διαπρεπούς καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Χαρίτωνος Κοριζή καταρρίπτει με πλήθος στοιχείων τους ισχυρισμούς των Σλάβων, παρουσιάζοντας την ιστορική αλήθεια για την περιοχή
Από τον
Κώστα Παπαχλιμίντζο
Κι όμως, το μακεδονικό ζήτημα απασχολούσε έντονα τη χώρα μας -αλλά και την ευρύτερη «γειτονιά» μας- ήδη από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα, την περίοδο δηλαδή που η Ελλάδα μετρούσε τις πληγές τις από την Κατοχή και τον Εμφύλιο. Το 1946, όταν ο στρατάρχης Τίτο ανακήρυξε την Ομόσπονδη Λαϊκή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, στην Ελλάδα ο Χαρίτων Κοριζής, ανιψιός του πρώην πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κοριζή, ήταν μόλις 18 ετών. Οι σλαβικές επιβουλές στη Μακεδονία έδωσαν το έναυσμα στον μετέπειτα διαπρεπή καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών να ξεκινήσει μια εκτεταμένη έρευνα σε πλήθος από ελληνικές και ξένες πηγές, που οδήγησαν το 1950 στην κυκλοφορία του βιβλίου «Μακεδονία Γη Ελληνική».
Τα σπουδαία ευρήματα από αυτό το ξεχασμένο βιβλίο, μεγάλης ιστορικής αξίας, παρουσιάζει σήμερα η «κυριακάτικη δημοκρατία», που αποδεικνύουν πέραν πάσης αμφιβολίας την ελληνικότητα της Μακεδονίας. Μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί ότι εκείνη την περίοδο η ελληνική εφημερίδα της Μελβούρνης «Αυστραλοέλληνας», για να αντιμετωπίσει την ανθελληνική προπαγάνδα που αναπτυσσόταν στην Αυστραλία, δημοσίευσε σε συνέχειες όλο το βιβλίο. Ο ίδιος ο Κοριζής στη συνέχεια διετέλεσε καθηγητής Πολιτικής Ιστορίας και Πολιτικής Επιστήμης στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ δίδαξε Πολιτική Ιστορία στο Πανεπιστήμιο της Νιρεμβέργης. Την περίοδο που συνέγραψε το πόνημα για τη Μακεδονία φοιτούσε στην Πάντειο Ανώτατη Σχολή Πολιτικών Επιστημών, ενώ μετά ολοκλήρωσε τις σπουδές του ως διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Βόνης.
Η ιστορική αφήγηση του Κοριζή αρχίζει από το 2000 με 2500 π.Χ., όταν κατέβηκαν οι πρώτοι Ελληνες από τον Βορρά στη Μακεδονία, όπου μέχρι τότε ζούσαν οι Θράκες. Μάλιστα, όπως γράφει ένας Γερμανός καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας στη Ρώμη, ο Beloch, στο βιβλίο του που εκδόθηκε το 1913: «Η φυλετικά καθαρώτατη ελληνική φυλή πρέπει να ήσαν οι Μακεδόνες, μετ’ αυτούς δε οι Ηπειρώται και οι Θεσσαλοί».
Αναφέρεται, ωστόσο, και στις μελέτες άλλων ξένων διαπρεπών ερευνητών. «Ο ένας, ο γνωστός Ελβετός δημοσιολόγος δρ Βάλτερ Σταίνχελιν στο φύλλο του Μαΐου 1948 του ελβετικού περιοδικού ‟“Ατλαντίς” σε μελέτη του με τίτλο ‟“Δεν υπάρχει μακεδονική γλώσσα”, γράφει: ‟Μόνο το γεγονός ότι οι Μακεδόνες προσπάθησαν να εξελληνίσουν ολόκληρο τον κόσμο και μετέδωσαν τον ελληνικό πολιτισμό στη Δύση είναι αρκετό για να ενισχύσει την άποψη της συγγένειας των δύο φύλων. Υπάρχουν όμως και άλλα, περισσότερο σοβαρά στοιχεία. Οι Μακεδόνες βασιλείς είχαν μεταφέρει το δέντρο της καταγωγής τους σε αρχαίες ελληνικές οικογένειες. Ετσι ο Μέγας Αλέξανδρος ονομαζόταν με υπερηφάνεια απόγονος του Αρχιμήδη και του Ηρακλή».
Συνεχίζει δε ο Σταίνχελιν σε άλλο σημείο: «Κατ’ αρχήν είμεθα υποχρεωμένοι να καθορίσουμε ότι Μακεδονία στο σύνολό της σημαίνει απλώς μια γεωγραφική περιοχή. Μακεδονική φυλή δεν υπάρχει. Δεν υφίσταται μακεδονικός λαός. Στην ελληνική Μακεδονία όλοι γενικά οι κάτοικοί της, μέχρι και του τελευταίου, μιλάνε καθαρά ελληνικά».
Παράλληλα, το βιβλίο «Μακεδονία Γη Ελληνική» καταγράφει και το άρθρο του Γάλλου Jean Savant στην εφημερίδα «Epoque» στις 20 Απριλίου 1949 με τίτλο «Η Μακεδονία θα επιτρέψει στην ΕΣΣΔ να προσαρτήσει την Ελλάδα;», το οποίο -μεταξύ άλλων- αναφέρει: «Οι Μακεδόνες είχαν κοινούς προγόνους με τους πληθυσμούς, τους επονομαζόμενους πελασγικούς, από όπου προέρχονται όλοι οι Ελληνες. Η μακεδονική γλώσσα δεν ήταν παρά μία από τις πολυάριθμες διαλέκτους της αρχαίας Ελλάδος».
Στη συνέχεια, ο Χαρίτων Κοριζής, αφού καταρρίπτει με πλήθος ιστορικών στοιχείων τις θεωρίες περί εισβολής και εγκατάστασης Σλάβων στη Μακεδονία, αναζητά τη σύνθεση του τοπικού πληθυσμού στις αρχές του 20ού αιώνα και παραθέτει δύο σπάνια στοιχεία: Πρώτον, την απογραφή που έγινε το 1904 από τον Οθωμανό γενικό επιθεωρητή των βιλαετίων Θεσσαλονίκης, Μοναστηρίου και Κοσσυφοπεδίου, υπό την εποπτεία της Ρωσίας και της Αυστροουγγαρίας. Με βάση λοιπόν την -εχθρικά διακείμενη προς την Ελλάδα- τουρκική στατιστική, στη σημερινή Μακεδονία υπήρχαν τότε 429.000 Ελληνες και 124.000 Βούλγαροι. Δεύτερον, ειδική μελέτη που δημοσίευσε η Κοινωνία των Εθνών το 1926 αναφέρει ότι προ της ανταλλαγής των πληθυσμών έμεναν στη σημερινή Μακεδονία 513.000 Ελληνες και 11
9.000 βουλγαρίζοντες. Και ο Κοριζής υπογραμμίζει: «Η σύνθεση του πληθυσμού υπήρχε παρ’ όλη τη βουλγαρική τρομοκρατία, τα φρικτά εγκλήματα των κομιτατζήδων… Τα ελληνικά σχολεία λειτουργούσαν με όλες τις πυρπολήσεις και τις βουλγάρικες σφαγές».
Η ισχνή παρουσία των Σέρβων και η παραδοχή για εφεύρεση ξεχωριστής εθνότητας
Νωρίτερα, συγκεκριμένα το 1887, όπως αποκαλύπτει ο συγγραφέας, ο βετεράνος πολιτικός και διπλωμάτης της Σερβίας Βλάντσεν Τζόρτζεβιτς έγραψε στα απομνημονεύματά του ότι κατά την περίοδο που ήταν υπουργός Παιδείας θέλησε να γνωρίσει και να παρακολουθήσει την πρόοδο της σερβικής προπαγάνδας στην παλαιά Σερβία και τη Μακεδονία. «Τότε δε έμαθε με μεγάλη του απογοήτευση πως μόνο βορείως των Σκοπίων λειτουργούσαν σερβικά σχολεία κι αυτά όλα κι όλα ήταν 4 με 46 δασκάλους».
Παρ’ όλα αυτά, τονίζει ο συγγραφέας, «είχαν το θράσος οι Γιουγκοσλάβοι το 1940-41 να ζητούν τη Θεσσαλονίκη και σήμερα ακόμη να διεκδικούν τη Μακεδονία μας». Παραθέτει, μάλιστα, απόσπασμα από ομιλία του Αδόλφου Χίτλερ προς το Ράιχσταγκ στις 4 Μαΐου 1941: «Η Γιουγκοσλαβία έλαβε προσέτι, κατόπιν συγκεκριμένης αξιώσεως της κυβερνήσεώς της, την διαβεβαίωση ότι θα λάβει, εν περιπτώσει εδαφικών μεταβολών εις τα Βαλκάνια, μια διέξοδο εις το Αιγαίον Πέλαγος, τελούσαν υπό την γιουγκοσλαβικήν κυριαρχίαν, περιλαμβάνουσαν πλην άλλων και την πόλιν της Θεσσαλονίκης».
Οσο δε για την ύπαρξη «μακεδονικής» γλώσσας, κάτι τέτοιο διαψεύδεται ακόμη και από τους Βούλγαρους. «Στο 5ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Βουλγαρίας που συνήλθε στη Σόφια τη 18η Δεκεμβρίου 1948 μίλησε και ο αντιπρόεδρος του Raslog (Πιρίν) βουλευτής Mandolev και μεταξύ άλλων είπε: ‟“οχι μόνο επέβαλαν (οι Γιουγκοσλάβοι) στους Μακεδόνες της Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας μίαν ακατανόητη και δύσκολη για αυτούς, τεχνητά κατασκευασθείσα και συρραφείσα γλώσσα, αλλά και έχουν τη φιλοδοξία όπως η γλώσσα αυτή αποτελέσει την επίσημη γλώσσα του πληθυσμού του Πιρίν”». Ο Κοριζής αναφέρεται και σε άλλο ένα σημαντικό γεγονός:
«Τα από του 1848 πανσλαβιστικά συνέδρια αγνόησαν εντελώς την ύπαρξη μακεδονικής εθνότητας. Το 1941 παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο πανσλαβιστικό συνέδριο της Μόσχας αντιπρόσωπος των Μακεδόνων, ο D. Vlakhoff». Οπως παρατηρεί ο συγγραφέας, «οι Γιουγκοσλάβοι για την υλοποίηση των σκοπών τους εφηύραν τη ‟μακεδονική ενότητα εντός της λαϊκής δημοκρατίας της Μακεδονίας μέσα στα πλαίσια της ομόσπονδης λαϊκής δημοκρατίας της Μακεδονίας”».