Τον ισχυρισμό ότι δεν είχαν πρόθεση να σκοτώσουν τον 30χρονο ενεχυροδανειστή, Γιώργο Κοτσιλίδη στη Δάφνη, τον Απρίλιο του 2013, πρόβαλαν οι τέσσερις κατηγορούμενοι κατά την απολογία τους ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου. Όπως υποστήριξαν οι κατηγορούμενοι, στόχος τους ήταν η ληστεία, καθώς γνώριζαν πως στο σπίτι υπήρχε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό και κοσμήματα.
Το «δόλωμα» για να στηθεί η παγίδα στο θύμα ήταν η 27χρονη Αλεξάνδρα Σταματάκη, γνωστή και ως «γυναίκα αράχνη». Η εναρή γυναίκα ήταν αυτή που έπεισε τον ενεχυροδανειστή να έρθει σε επαφή μαζί της με το πρόσχημα της σύναψης ερωτικής σχέσης και στη συνέχεια έκλεισε το μοιραίο ραντεβού, ανοίγοντας την πόρτα του σπιτιού στους τρεις συγκατηγορουένους της, όπως παραδέχθηκε απολογούμενη.
Η Αλεξάνδρα Σταματάκη, ισχυρίστηκε πως ο συγκατηγορούμενος της Γιώργος Μάρκου, με τον οποίο διατηρούσε ερωτική σχέση, ήταν εκείνος που την πίεσε να πάει στο σπίτι της Δάφνης. «Μου κατέστρεψε τη ζωή» είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε αναφερόμενη στην ημέρα του εγκλήματος: «Τους άνοιξα, μπήκαν μέσα και εγώ έφυγα… Άκουσα τις φωνές. Τον άκουσα να κλαίει. Δε σκέφτηκα τίποτα. Είχε θολώσει το μυαλό μου. Κάθισα απέναντι από το σπίτι, κάτω από ένα δέντρο φοβισμένη».
Πρόεδρος: Τόσο μεγάλη απαξία για τη ανθρώπινη ζωή; Δεν ρωτήσατε τι έγινε;
Κατηγορούμενη: Άκουσα ότι λιποθύμησε, δεν σχολίασαν τίποτα άλλο όταν βγήκαν από το σπίτι. Αργότερα μου είπαν ότι του έβαλαν μονωτική ταινία στο στόμα. Εγώ έκλαιγα φώναζα, «τι θα γίνει τώρα». Στεναχωρήθηκα, τρομοκρατήθηκα.
Πρόεδρος: Και τι κάνατε; Παραδοθήκατε; Πήγατε στη Γερμανία να φάτε τα χρήματα. Σκασίλα σας μεγάλη αν πέθανε ο άλλος.
Κατηγορούμενη: Δεν είναι έτσι. Ναι βοήθησα να κλέψουν, να μπουν μέσα. Τα δέχομαι όλα. Όμως δεν τον ακούμπησα. Δεν ήθελα να κάνω κάτι τέτοιο, ούτε καν φανταζόμουν ότι μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο. Ήμουν εντελώς χαμένη, μπορεί να είχα οικονομική ανάγκη, δε θα αφαιρούσα όμως μια ζωή. Δεν έχω βοηθήσει στο φόνο. Δε ξέρω ποιος τον σκότωσε δεν ήμουν εκεί. Δεν βγάζω τον εαυτό μου απέξω, σας λέω την αλήθεια, έτσι έχει συμβεί. Όσο ζω μέχρι να πεθάνω θα κουβαλάω αυτές τις τύψεις γιατί ποτέ αυτοί οι γονείς δε θα με συγχωρήσουν. Ντρέπομαι πολύ, ας με συγχωρήσει ο Θεός.
Πρόεδρος: Το αποτέλεσμα μετράει.
Ο Γιώργος Μάρκου στην απολογία του υποστήριξε: «Προσευχόμουν να μην πεθάνει. Δεν έχω καμία δικαιολογία έκανα ένα μεγάλο λάθος. Το ήθελα, δε το ήθελα αφαίρεσα μια ζωή. Ποτέ δεν περίμενα πως θα βρισκόμουν σ αυτή τη θέση. Έγινε μεγάλο λάθος. Για να μη φωνάζει προσπαθήσαμε να τον ακινητοποιήσουμε. Δεν είχαμε σκεφτεί ότι τα πράγματα μπορεί να μην πήγαιναν καλά»
Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκε και η απολογία του Δημήτρη Θεοδώρου, λέγοντας: «Έκανα λάθος ζητάω συγνώμη από την οικογένεια. Δεν είχα σκοπό να διαπράξω τέτοιο πράγμα. Ποτέ δεν είχα πειράξει άνθρωπο».
Ο Δ. Θεοδώρου ισχυρίστηκε ότι ο συγκατηγορούμενος του Γ. Μάρκου έδεσε με ταινία το θύμα μετά το κεφαλακλείδωμα που του έκανε ο επίσης κατηγορούμενος Κ. Αραπάκης. «Εγώ πιστεύω ότι πέθανε από το κεφαλοκλείδωμα. Λέω την αλήθεια του Θεού, χάθηκε μια ψυχή τσάμπα. Εγώ όταν πήρα τη λεία, έφυγα» .
Ο κατηγορούμενος Κ. Αραπάκης στον οποίο ρίχνουν το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για το θάνατο του 30χρονου ισχυρίστηκε πως ο Μάρκου ήταν αυτός που χτύπησε το θύμα.«Ζητάω ένα μεγάλο συγνώμη, δε τολμώ να κοιτάξω στα μάτια τους γονείς. Ο Μάρκου τον χτύπησε, εμείς τον πιάσαμε και τότε εκείνος του έβαλε την ταινία στο στόμα».
Πρόεδρος: Όταν τον αφήσατε με τις ταινίες δε σκεφτήκατε ότι θα επέλθει το μοιραίο;
Κατηγορούμενος: Ελπίζαμε ότι θα έρθει ο μπαμπάς του να τον λύσει. Δεν ξέραμε ότι θα καταλήξει έτσι και θα πεθάνει το παιδί. Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω και να ήμουν εγώ στη θέση του. Πήραμε τα χρήματα και φύγαμε, δεν είχαμε πρόθεση να του κάνουμε κακό. Τον δέσαμε για να μη φωνάξει και μας ακούσει η γειτονιά.
Η δίκη διακόπηκε για τις 13 Μαρτίου 2018 οπότε θα προτείνει επί της ενοχής των κατηγορουμένων ο εισαγγελέας