Στους Γερμανούς δεν θα αρέσει. Για άλλη μία φορά, η χώρα θα ηγείται από τον ίδιο ευρύ συνασπισμό των συντηρητικών και των σοσιαλδημοκρατών. Τους πήρε πέντε χρόνια να σχηματίσουν κυβέρνηση μετά από τις εκλογές στη Γερμανία τον περασμένο Σεπτέμβριο. Η Angela Merkel τώρα πρόκειται να ξεκινήσει την τέταρτη θητεία της και να ολοκληρώσει14 χρόνια ως Καγκελάριος.
Αλλά είναι καλά νέα για το Παρίσι και τις Βρυξέλλες σε μια περίοδο που θα χρειαστεί αποφασιστική ηγεσία σχετικά με τις διαπραγματεύσεις για το Brexit, την μεταρρύθμιση της ευρωζώνης και μιας πολύ αναγκαίας μεταναστευτικής και προσφυγικής πολιτικής.
Η Merkel μπορεί να ευχαριστήσει τον Γερμανό πρόεδρο Frank Walter-Steinmeier για το ότι έπεισε το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα να εισέλθει στον συνασπισμό, στον οποίο αρχικά το κόμμα αντιδρούσε. Και πολλά credits πρέπει να δοθούν στους νέους και νεαρούς ηγέτες του SPD, Olaf Scholz και Andrea Nahles, τη γ.γ. του κόμματος. Σε ψηφοφορία μεταξύ των μελών του κόμματος, οι Scholz και Nahles κατάφεραν να αντιστρέψουν την σκεπτικιστική πτέρυγα και να δώσει τη στήριξή της σε άλλον έναν συνασπισμό.
Τους τελευταίους μήνες, σε αντίθεση με τους συντηρητικούς, το SPD είχε κάποιες έντονες εσωτερικές, αλλά επίσης και δημόσιες, δημοκρατικές συζητήσεις για το εάν θα συνεχίσει στον μεγάλο συνασπισμό. Μια νεότερη γενιά Σοσιαλδημοκρατών (στα 20 τους), ήθελαν το κόμμα να μείνει εκτός, να ανανεωθεί το ίδιο το κόμμα και να γίνει μια ισχυρή και βιώσιμη αντιπολίτευση στην Bundestag.
Αυτό το αποτέλεσμα θα είχε αφήσει τη Merkel με μια κυβέρνηση μειοψηφίας, η οποία θα ήταν ασταθής –το τελευταίο πράγμα που θα ήθελαν Γερμανία και Ευρώπη δεδομένης της έκβασης των ιταλικών εκλογών στις 4 Μαρτίου, στις οποίες οι λαϊκιστές και τα ακροδεξιά κόμματα έλαβαν τις περισσότερες ψήφους.
Επίσης, δεν υπήρχε καμία διάθεση μεταξύ των περισσότερων γερμανικών κομμάτων-εκτός του ακροδεξιού AfD- για νέες εκλογές. Το SPD είναι κατεστραμμένο οικονομικά και πολιτικά, κρίνοντας από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις. Και μαζί με τους Συντηρητικούς της Merkel, το SPD θα είχε παγιδευτεί από τους ψηφοφόρους.
Εν ολίγοις, ούτε η Merkel ούτε η Nahles είχαν που να πάνε.
Είναι εύκολο να είναι κανείς κυνικός για αυτόν το νέο συνασπισμό, ιδιαίτερα από τη στιγμή που το SPD είχε εντελώς επισκιαστεί από τους Συντηρητικούς της Merkel –ή μάλλον, από την ίδια τη Merkel- στον τελευταίο συνασπισμό που διήρκεσε από το Νοέμβριο του 2013 μέχρι το Σεπτέμβριο του 2017. Αυτή τη φορά, θα μπορούσε να είναι διαφορετικά.
Του SPD τώρα ηγούνται νεότεροι άνθρωποι. Οι στάβλοι έχουν καθαριστεί. ΟΙ Scholz και Nahles επίσης φαίνεται να έχουν ενώσει το κόμμα μετά από κάποιες αντιπαραθέσεις μεταξύ του πρώην ηγέτη Martin Schulz και του τωρινού ΥΠΕΞ, Sigmar Gabriel.
Και το Jusos, το κίνημα των νέων Σοσιαλδημοκρατών, έχει δεχθεί ευγενικά ότι το 66% των 460.000 μελών του κόμματος, ψήφισε υπέρ του συνασπισμού. Παρά τις δημοσκοπήσεις που έδειχναν ότι το SPD βρίσκεται πίσω από το AfD, με τους νέους ανθρώπους στο τιμόνι, η Nahles ίσως να μπορεί να εκμεταλλευτεί τα επόμενα τέσσερα χρόνια για να αντιστρέψει την τύχη του κόμματος.
Δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για τους Χριστιανοδημοκράτες της Merkel ή τους Χριστιανοκοινωνιστές του αδελφού κόμματος της Βαυαρίας. Και τα δύο έχουν εξίσου γερασμένους ηγέτες, αν και η Merkel έχει κάνει κάποια βήματα και έχει φέρει αρκετούς νέους ανθρώπους –ιδιαίτερα γυναίκες- στα υψηλότερα κλιμάκια του κόμματος.
Το SPD επιθυμεί επίσης να ξεκινήσει να ασκεί πολιτική, κάτι που δεν έκανε καθόλου στη διάρκεια του τελευταίου μεγάλου συνασπισμού ή στην πρώτη συμμαχία με τη Merkel το 2005. Και όποτε το έκανε, η Merkel έπαιρνε τα εύσημα. Αυτή τη φορά, οι Σοσιαλδημοκράτες έχουν μια ατζέντα για την Ευρώπη και μία για το εσωτερικό.
Η Nahles και η ομάδα της συμβαδίζουν με τα σχέδια του Γάλλου προέδρου Emmanuel Macron να μεταρρυθμίσει την ευρωζώνη. Όσο ασαφής ωστόσο και αν είναι η συμφωνία συνασπισμού για την Ευρώπη, υπάρχει μια πιθανότητα οι Σοσιαλδημοκράτες να επικεντρωθούν στην μελλοντική πορεία της ΕΕ. Αυτό δεν πρόκειται να είναι πιο εύκολο δεδομένης της διευρυμένης διαίρεσης μεταξύ Ανατολής και Δύσης και του αβέβαιου αποτελέσματος των εκλογών της Ιταλίας. Στο εσωτερικό, το SPD θα εστιάσει στις πολύ αναγκαίες επενδύσεις για υποδομές και ψηφιοποίηση.
Έτσι, παρά την ανακούφιση που αισθάνθηκαν το Παρίσι και οι Βρυξέλλες που παραμένει επικεφαλής η Merkel, η Γερμανία και η Γαλλία πρέπει τώρα να αντιμετωπίσουν το θέμα της Ιταλίας, που είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, η όγδοη μεγαλύτερη του κόσμου, και ιδρυτικό μέλος της ΕΕ.
Ο κεντροδεξιός συνασπισμός, υπό το Forza Italia του πρώην πρωθυπουργού Silvio Berlusconi, φαίνεται ότι λαμβάνει τις περισσότερες ψήφους στην κάτω βουλή, αλλά όχι αρκετές για να σχηματίσει πλειοψηφία.
Το αντισυστημικό Κίνημα Πέντε Αστέρων βρίσκεται στη δεύτερη θέση και πρόκειται να γίνει το μεγαλύτερο μεμονωμένο κόμμα της Ιταλίας. Ο κυβερνών κεντροαριστερός συνασπισμός ήρθε τρίτος, με μια εκστρατεία που κυριαρχήθηκε από έντονη κριτική για την μαζική μετανάστευση, τα υψηλά επίπεδα της ανεργίας των νέων και την αύξηση της φτώχειας.
Πραγματικά, όπως ανέφερε ο Economist για την προεκλογική εκστρατεία, “η χώρα είναι σε κακή κατάσταση για να αντέξει την επόμενη κρίση. Μια υπεύθυνη, μεταρρυθμιστική κυβέρνηση είναι τόσο απαραίτητη όσο ποτέ”.
Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί σύντομα. Αλλά θα ήταν λάθος για το Βερολίνο, το Παρίσι, και τις Βρυξέλλες να σταματούν την μεταρρύθμιση της ευρωζώνης μέχρι να δημιουργηθεί μία νέα και σταθερή κυβέρνηση στη Ρώμη. Με ή χωρίς την Ιταλία, είναι ώρα να αναζωογονήσουμε το γαλλό-γερμανικό κινητήρα.