Ξένοι διπλωμάτες διαπιστώνουν ότι η Τουρκία χάνει τα διεθνή της ερείσματα, βρίσκεται σε τροχιά σύγκρουσης με τους συμμάχους της, ενώ το εσωτερικό της μέτωπο έχει διαρραγεί – Ποια η στάση της Αθήνας
Η εμφανώς επιθετικότερη, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν βρίσκεται τούτο τον καιρό στο μικροσκόπιο των διεθνών δυνάμεων, ιδιαιτέρως εκείνων της Δύσης. Ολες οι διπλωματικές υπηρεσίες, ευρωπαϊκές και αμερικανικές κυρίως, αξιολογούν την εσωτερική κατάσταση στη γείτονα χώρα και προσπαθούν να ερμηνεύσουν τη συμπεριφορά και στάση της Τουρκίας τόσο στα μέτωπα της Μέσης Ανατολής όσο και σε εκείνα των Βαλκανίων, του Αιγαίου και προπάντων της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, όπου εξελίσσονται διεθνείς έρευνες ανακάλυψης κοιτασμάτων υδρογονανθράκων.
Οι κινήσεις της Τουρκίας στο μικροσκόπιο
Οι κινήσεις, στρατιωτικές, διπλωματικές, όπως και οι κατά καιρούς αναφορές, οι λόγοι και οι δηλώσεις τόσο του Ερντογάν όσο και τούρκων επισήμων εξετάζονται στη λεπτομέρειά τους από τα γραφεία των δυτικών πρεσβειών σε Αθήνα και Αγκυρα, αλλά και τις αντίστοιχες υπηρεσίες της Ατλαντικής Συμμαχίας.
Κάτι που ενδιαφέρει, κατ’ απόλυτο τρόπο, την Αθήνα, η οποία αντιμετωπίζει τη συνεχώς αναβαθμιζόμενη τουρκική επιθετικότητα, ιδιαιτέρως τώρα μετά την απόπειρα διεμβολισμού του σκάφους του Λιμενικού στα Ιμια και τη σύλληψη των δύο ελλήνων στρατιωτικών στον Εβρο
Αμερικανοί και ευρωπαίοι διπλωμάτες δεν κρύβουν την ανησυχία τους για τη στάση της Αγκυρας στα πολλά κρίσιμα μέτωπα της ευρύτερης περιοχής. Κοινή είναι εξάλλου η πεποίθηση ότι η Τουρκία μετά το πραξικόπημα και την περιπλοκή του μετώπου της Συρίας είναι σε οριακή κατάσταση.
Αμερικανοί διπλωμάτες κυρίως διαπιστώνουν ότι η γειτονική χώρα έχει χάσει τα διεθνή ερείσματά της, βρίσκεται σε τροχιά σύγκρουσης με τους παραδοσιακούς συμμάχους της και επιπλέον το εσωτερικό της μέτωπο έχει διαρραγεί, η χώρα βιώνει μια ιδιότυπη διαίρεση.
Σε βαθιά εσωτερική κρίση η χώρα
Οσοι παρακολουθούν από κοντά τα τεκταινόμενα στη γείτονα διαπιστώνουν ότι η Τουρκία είναι αντιμέτωπη με βαθιά εσωτερική κρίση και δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να την εξωτερικεύει προκειμένου να την υπερβεί. Διεθνείς διπλωματικές πηγές σημειώνουν χαρακτηριστικά ότι παραδοσιακά η Τουρκία, από την εποχή των οθωμανών σουλτάνων, εφήρμοζε μια πολιτική, έστω κατ’ επίφαση, αποδοχής, αναγνώρισης, ανοχής και ανεκτικότητας των μειονοτήτων, εθνικών και θρησκευτικών, αναγνώριζε υποτυπωδώς την ύπαρξή τους και αναζητούσε τρόπους συνύπαρξης κάτω από την ομπρέλα της τουρκικής εθνικής ταυτότητας.
Μετά το πραξικόπημα, εφαρμόζεται πρωτόγνωρη για τα τουρκικά ήθη πολιτική μηδενικής ανοχής και επιχειρείται βίαιη ομογενοποίηση μιας χώρας, που αποδίδεται από τους περισσότερους ως αμάλγαμα εθνοτήτων και θρησκειών. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι στη δεύτερη φάση της ηγεσίας του ο Ερντογάν επιχειρεί τη βίαιη και ξένη προς την πολιτική ιστορία της χώρας αναδιάταξη της τουρκικής κοινωνίας.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των Κούρδων. Από την εποχή του Κεμάλ ακόμη αποδεκτή και αναγνωρισμένη χωρίς επιφυλάξεις ήταν η ταυτότητα του Κούρδου τουρκικής καταγωγής. Σήμερα, έπειτα από τόσες συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις, έχει επέλθει ένας ντε φάκτο διαχωρισμός, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την Τουρκία. Κοινή είναι η πεποίθηση ότι ο κουρδικός παράγοντας είναι χωριστός πια, δεν συνθέτει, ούτε αποτελεί τμήμα της τουρκικής εθνικής ταυτότητας.
Το βαθύ ρήγμα με την Ανατολία
Αναλυτές περιγράφουν ως ίδιο βαθύ ρήγμα αυτό που ενυπάρχει μεταξύ των κοσμοπολίτικων παραλίων και της καθυστερημένης Ανατολίας. Η κουλτούρα των μεσοαστικών στρωμάτων της Μικράς Ασίας και της Ευρωπαϊκής Τουρκίας απέχει παρασάγγας από εκείνη του θρησκευτικού φανατισμού που χαρακτηρίζει τον τούρκο πρόεδρο. Οπως και εκείνη της αστικής ελίτ, που δεν συμβιβάζεται με το κλίμα και τις πολιτικές ομογενοποίησης του Ερντογάν. Διεθνείς αναλυτές επισημαίνουν και την αλεβίτικη παράμετρο, ως βάση διαφοράς και πιθανής εστίας έντασης στο μέλλον.
Η θρησκευτική μειονότητα των αλεβιτών απέναντι στην επικρατούσα των σουνιτών είναι πολυπληθής και βιώνει έντονη την πίεση του επίσημου κράτους. Τελευταίως καταγράφονται σκιρτήματα έκφρασης και διατύπωσης αιτημάτων. Δεν είναι αδιάφορο το γεγονός ότι στη Γερμανία χρηματοδοτούνται έδρες αλεβίτικης θεολογίας και γενικώς ξυπνούν αισθήματα διεκδίκησης ελευθεριών από την πλευρά της συγκεκριμένης θρησκευτικής μειονότητας.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν βάσει της δικής του ανάγνωσης των συνθηκών πιστεύει ότι μετά την κρίση της Συρίας το περιβάλλον της Μέσης Ανατολής ρευστοποιείται και δημιουργεί κινδύνους και απειλές για τη χώρα του. Θέλει να αποτρέψει την πιθανή πια δημιουργία ενός κουρδικού κράτους στα νοτιοανατολικά σύνορά του και ο ίδιος έχει δηλώσει ότι στις παρούσες συνθήκες μια χώρα μπορεί να χάσει ή να κερδίσει εδάφη. Και επειδή ορίζεται από μεγαλοϊδεατισμό δεν συμβιβάζεται με την ιδέα της απώλειας, αλλά αντιθέτως κυριαρχείται από την επιθυμία της απόκτησης σε συνδυασμό με την απόκρουση του μεγάλου εσωτερικού ρήγματος που τον καταδιώκει. Γι’ αυτό συνδυασμένα επιχειρεί τόσο τον επιλεκτικό εκτουρκισμό σύρων προσφύγων που βρήκαν καταφύγιο στην Τουρκία όσο και την κατάληψη του Αφρίν, του διακεκριμένου κουρδικού θύλακα στα βορειοανατολικά της Συρίας.
Εδώ και σαράντα ημέρες οι τουρκικές δυνάμεις κατάφεραν να εισχωρήσουν μόνο τρία χιλιόμετρα στο εσωτερικό της Συρίας. Απέχουν κοντά στα τριάντα χιλιόμετρα από το Αφρίν, αντιμετωπίζουν ισχυρή αντίσταση από κούρδους μαχητές και μετρούν σημαντικές απώλειες. Σύμφωνα με πηγές της τουρκικής αντιπολίτευσης, έχουν σκοτωθεί περίπου τριακόσιοι τούρκοι στρατιώτες και εκτιμάται ότι η επιχείρηση του Αφρίν, αν συνεχιστεί με τους σημερινούς ρυθμούς, θα χρειαστεί τουλάχιστον έναν χρόνο μέχρι να ολοκληρωθεί. Ηδη οι κουρδικές δυνάμεις ενισχύονται με 1.700 άνδρες και τίποτε για την ώρα δεν βεβαιώνει ότι ο τουρκικός στρατός θα επιτύχει τον σκοπό του. Αντιθέτως το περιβάλλον κρίνεται αφιλόξενο, επικίνδυνο και μοιάζει με πεδίο σοβαρής δοκιμασίας για τις πολυδιαφημισμένες ένοπλες τουρκικές δυνάμεις, οι οποίες μετά το πραξικόπημα έχουν αποψιλωθεί.
Θα τολμήσει σύγκρουση με τις ΗΠΑ;
Αν όμως το μέτωπο του Αφρίν μοιάζει προβληματικό, εκείνο του Αιγαίου και της Νοτιοανατολικής Μεσογείου θα αποδειχθεί απολύτως επικίνδυνο και καταλυτικό για το μέλλον, όχι μόνο του τούρκου προέδρου, αλλά και της ίδιας της χώρας. Αμερικανικές πηγές εκτιμούν ότι ο Ερντογάν αντιμετωπίζοντας τα εσωτερικά ρήγματα και αποκομμένος όπως είναι από τη διεθνή κοινότητα θα θελήσει να παίξει τα ρέστα του στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Στο επόμενο διάστημα, και ιδιαιτέρως μεταξύ Ιουνίου και Οκτωβρίου, οπότε και θα κορυφωθούν οι έρευνες για την ανακάλυψη των αποθηκών φυσικού αερίου στην ευρύτερη ζώνη, θα επιχειρήσει να οργανώσει τη διεκδίκησή του απέναντι στην Κύπρο και την Ελλάδα. Κατά μία εκδοχή, δεν θα διστάσει να συγκρουστεί με το αμερικανικό και γαλλικό πολεμικό ναυτικό. Εν όψει μάλιστα αυτής της προοπτικής εκτιμάται ότι θα προηγηθούν, από τώρα και μέχρι τον Ιούνιο, προπαρασκευαστικές εντάσεις στο Αιγαίο. Κοινή είναι η πεποίθηση στους ξένους ότι αν επιχειρήσει σύγκρουση με τον αμερικανικό και τον γαλλικό στόλο θα συντριβεί και θα είναι το τέλος του. Αν και πιστεύουν ότι δεν θα φθάσει σε τέτοιο σημείο, ούτε οι ξένοι επιθυμούν κάτι τέτοιο, γιατί απλούστατα δεν θέλουν δουν την Τουρκία να μετατρέπεται σε Συρία. Το πιθανότερο είναι όταν φθάσει η κρίσιμη ώρα να κληθούν και οι Τουρκοκύπριοι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων να καταθέσουν τα αιτήματά τους.
Τα διδάγματα για την Ελλάδα και οι κινήσεις
Η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να αναθεωρήσει παλαιότερα δόγματα και να αποδεχθεί ότι δεν υπάρχουν βεβαιότητες ασφάλειας στην περιοχή. Η παλαιά εκδοχή των πραγμάτων που ήθελε την ενταγμένη στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ενωση Ελλάδα ασφαλισμένη δεν υφίσταται πλέον. Η Ελλάδα μπορεί να αντιμετωπίσει ανά πάσα στιγμή εθνική απειλή από την εσωτερικά αποδιοργανωμένη και διεθνώς απομονωμένη Τουρκία. Αν η Τουρκία ξεφύγει, αν ξεπεράσει τον ρόλο του συμμάχου στο ΝΑΤΟ και δημιουργήσει περιβάλλον σύγκρουσης, προφανέστατα η Ελλάδα δεν μπορεί να μείνει απαθής. Αντιθέτως οφείλει εγκαίρως να ενισχύσει τις αμυντικές της υποδομές, να ενδυναμώσει τις ένοπλες δυνάμεις και κυρίως να ενισχύσει το εθνικό της μέτωπο. Είναι κρίσιμο και Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας να συγκροτήσει και την Επιτροπή Εξωτερικών και Αμυνας να αναβαθμίσει προκειμένου να δημιουργήσει το κατάλληλο κλίμα εθνικής συνεννόησης για την αποτροπή οποιασδήποτε απειλής. Ας το αντιληφθούν άπαντες.
Αλλοι καιροί και άλλα ήθη είναι απαραίτητο να επικρατήσουν στη δοκιμαζόμενη έτσι κι αλλιώς ελληνική πολιτική.