Οι αμοιβές σε σύγκριση με αυτές του ιδιωτικού τομέα είναι πλέον αισθητά μεγαλύτερες και η κυβέρνηση, προς άγραν ψήψων, διορίζει με σπασμένα τα φρένα – Τι αποκαλύπτει έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ
Το ελληνικό όνειρο για μια σίγουρη θέση στο Δημόσιο όχι μόνο δεν έσβησε στα χρόνια της κρίσης, αλλά το κρατούν ζωντανό οι σημαντικά υψηλότερες αμοιβές συγκριτικά με τον ιδιωτικό τομέα και η βιομηχανία προεκλογικών προσλήψεων στην οποία επιδίδεται η κυβέρνηση.
Στην εποχή της κρίσης και της υψηλής ανεργίας, χιλιάδες νέοι κυνηγούν μια πρόσληψη σε κάποια δημόσια υπηρεσία. Το κίνητρο δεν είναι μόνο η σιγουριά της μονιμότητας, αλλά οι μηνιαίες αποδοχές που απέχουν παρασάγγας από τους μισθούς-ψίχουλα με τους οποίους αμείβονται οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα.
Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Η έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ για την ελληνική οικονομία (2018) αποκαλύπτει ότι σχεδόν τέσσερις στους δέκα εργαζομένους (το 37,4%) στον ιδιωτικό τομέα αμείβονται με καθαρούς μισθούς κάτω από 700 ευρώ τον μήνα.
Η γενιά των 500 και των 700 ευρώ κυριαρχεί στην αγορά εργασίας. Στο Δημόσιο οι μισθοί αυτοί σπανίζουν. Μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό 6,4%, δηλαδή ούτε ένας στους δέκα δημοσίους υπαλλήλους, λαμβάνει μηνιαίες αποδοχές έως 700 ευρώ.
Οσο ανεβαίνουμε μισθολογικά κλιμάκια ανοίγει και η ψαλίδα μεταξύ των αμοιβών στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα. Είναι χαρακτηριστικό ότι με μισθούς των 1.000 έως 1.300 ευρώ στο Δημόσιο αμείβεται το 42,5% των υπαλλήλων. Πόσοι εργαζόμενοι λαμβάνουν τις αποδοχές αυτές στον ιδιωτικό τομέα; Μόνο το 10,3% ή ένας στους δέκα.
Η πλειονότητα των ιδιωτικών υπαλλήλων ή έξι στους δέκα δεν παίρνουν τον μήνα πάνω από 900 ευρώ.
Το 2009, πριν αρχίσει η κρίση να αφήνει τα σημάδια της στην αγορά εργασίας, μισθό κάτω των 700 ευρώ έπαιρνε μόνο το 13,1% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα. Εννέα χρόνια μετά, το 37,4% των ιδιωτικών υπαλλήλων βλέπει πια τις αποδοχές του να έχουν προσγειωθεί κάτω από τα 700 ευρώ. Το ίδιο διάστημα μειώθηκε δραστικά, κατά το ήμισυ περίπου, το ποσοστό των εργαζομένων με καθαρές μηνιαίες αποδοχές μεταξύ 900-1.300 ευρώ, το οποίο το 2017 έφτασε στο 16,8% από 35,7% που ήταν το 2009.
Καλύτερη εικόνα
Στον ευρύτερο δημόσιο τομέα η εικόνα είναι σαφώς καλύτερη. Αν και έχει αυξηθεί σημαντικά το ποσοστό των εργαζομένων που αμείβονται με καθαρές μηνιαίες αποδοχές έως 1.000 ευρώ (από 18,9% το 2009 σε 29,8% το 2017), αυξήθηκε παράλληλα και το ποσοστό των δημοσίων υπαλλήλων που αμείβονται με 1.000 έως 1.100 ευρώ, καθώς από 13% που ήταν το 2009 διαμορφώθηκε στο 16,2% το 2017.
Βέβαια, μετά τις απανωτές περικοπές που έγιναν στα χρόνια των Μνημονίων, μειώθηκε σημαντικά το ποσοστό των δημοσίων υπαλλήλων που δηλώνει καθαρές μηνιαίες αποδοχές 1.100-1.599 ευρώ, το οποίο ανέρχεται σε 34,3% το 2017 (από 46,5% το 2009). Ακόμη μικρότερο είναι το ποσοστό όσων αμείβονται με αποδοχές άνω των 1.600 ευρώ, καθώς από 10,9% που ήταν το 2009 μειώθηκε στο 4,7% το 2017.
Σύμφωνα με την έρευνα του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, το 38% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα έχει αποδοχές χαμηλότερες από τον κατώτατο μισθό. Λαμβάνουν 3,39 ευρώ την ώρα ή 27,12 ευρώ την ημέρα.
Το στοιχείο αυτό κατατάσσει την Ελλάδα στην πρώτη θέση ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ στις οποίες καταγράφηκαν μειώσεις μισθών. Η πραγματική αξία των μισθών στον ιδιωτικό τομέα, αν ληφθεί υπόψη το κόστος ζωής, υποχώρησε στην Ελλάδα κατά 19,1% την περίοδο 2010-2017. Μάλιστα το 2017 σε σύγκριση με το 2016 οι αμοιβές μειώθηκαν κατά 0,4%.
Το τίμημα που έχουν πληρώσει την τελευταία τριετία οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα είναι βαρύ. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της αγοράς εργασίας, οι περικοπές μισθών έφτασαν το 18,9%, ενώ η ασυδοσία χτύπησε κόκκινο με την καθιέρωση ελαστικών συμβάσεων εργασίας και τον διπλασιασμό των εργαζομένων με συμβάσεις μερικής απασχόλησης.
Εργαζόμενοι των 327 ευρώ
Ηδη η γενιά των φτωχών εργαζομένων, με μισθό 327 ευρώ, δηλαδή χαμηλότερο ακόμη και από το επίδομα ανεργίας (360 ευρώ), καθιερώνεται στην αγορά εργασίας καθώς ένας στους τρεις μισθωτούς στην Ελλάδα απασχολείται πλέον με μερική απασχόληση και μισθό – βοήθημα. Μάλιστα, όπως προκύπτει από τα νέα επίσημα στοιχεία του συστήματος «Εργάνη», οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης – στις νέες προσλήψεις – τον μήνα Ιανουάριο του 2018 έφτασαν το 53,25%, ενώ η πλήρης απασχόληση συρρικνώθηκε στο 46,75%. Εχουμε δηλαδή πλήρη αντιστροφή της αναλογίας σε σχέση με πριν από τρία χρόνια (Ιανουάριος 2015), όταν η πλήρης απασχόληση ήταν στο 54,47% και η μερική στο 45,53%.
Τα νέα στοιχεία του ΕΦΚΑ δείχνουν ότι από το σύνολο των 2,1 εκατ. μισθωτών εργαζομένων στη χώρα μας, οι 636.000 εργάζονται με καθεστώς μερικής απασχόλησης και αμείβονται με μέσο μισθό 327 ευρώ!
Οπως παρατηρεί ο καθηγητής του Παντείου Σάββας Ρομπόλης, εκτός από την κατηγορία των φτωχών συνταξιούχων διευρύνεται και η κατηγορία των φτωχών εργαζομένων, η οποία αναφέρεται, κατά βάση, σε νέους εργαζομένους με κάθε μορφής ευέλικτη απασχόληση, με την έννοια ότι οι μηνιαίες αμοιβές τους δεν ξεπερνούν το όριο (382 ευρώ) της φτώχειας.