Παρά το ότι από την πλευρά του ΔΝΤ δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να παραταθεί με ένα πρωθύστερο σχήμα (προϋποθέσεων) η απόφαση για την συμμετοχή του ή μη στην μεταμνημονιακή εποπτεία μετά την 20η Αυγούστου, “είναι μάλλον πιθανότερο ότι θα ενταχθεί (σ.σ. πριν από τις τελικές αποφάσεις του Ιουλίου) σε ένα ρόλο εγγυητή της ενισχυμένης εποπτείας”, σύμφωνα με εκτιμήσεις αρμόδιων στελεχών του ESM.
Το Βερολίνο σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους πέραν του προβληματισμού που υπάρχει και διογκώνεται σε τμήματα της γερμανικής Βουλής, είναι πλέον υποχρεωμένο να συνυπολογίσει στην στάση του όσον αφορά το ελληνικό χρέος την αβεβαιότητα που ενισχύεται από τις εξελίξεις στην τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, την ιταλική.
Η συμφωνία για σχηματισμό κυβέρνησης με τα δύο ευρωσκεπτικιστικά κόμματα έχει τροφοδοτήσει ένα νέο κύκλο αμφισβήτησης την συζήτηση για την επόμενη ημέρα της Ευρωζώνης και την τύχη του ευρώ με σημείο αναφοράς την διαχείριση του χρέους στην Ευρωζώνη.
Παράγοντας του ESM με γνώση των ζυμώσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη την τελευταία περίοδο στους δύο μεγάλους πολιτικούς χώρους της Ευρωζώνης, τον χριστιανοδημοκρατικό και τον σοασιαλδημοκρατικό, σημειώνει ότι ισχυροποιείται ένα “υπόκωφο” κύμα συζητήσεων για το μέλλον της Ευρωζώνης που τροφοδοτείται από τις εξωτερικές (απόκλιση ΗΠΑ – Ευρώπης) και εσωτερικές (Ιταλία, Βρετανία, κ.λ.π.) ανατροπές.
Το κλίμα αυτό, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αυτές, δεν ευνοεί υπερβάσεις παραχωρήσεων στην περίπτωση της Ελλάδας όσον αφορά στο χρέος, που θα μπορούν να ανακυκλώσουν αρνητικά τις ανησυχίες αυτές ειδικά στο εσωτερικό της Γερμανίας.
Έτσι, όπως υποστηρίζεται αρμοδίως, το Eurogroup είναι υποχρεωμένο να κινηθεί αυστηρά με βάση τις αποφάσεις που έχουν παρθεί μεταξύ Μαΐου 2016 και Ιουνίου 2017 και οι οποίες έτσι κι αλλιώς βρίσκονται χωρίς ιδιαίτερο θόρυβο σε φάση υλοποίησης (όπως αποτυπώνεται σε σχετικό δημοσίευμα του “Κεφαλαίου” και του Capital.gr – 19/5).
Όσον αφορά στο θέμα της παραμονής ή μη του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, αυτό μετά την 20η Αυγούστου οδηγεί ούτως ή άλλως το Ταμείο σε ευθύνες που περιορίζονται στον εποπτικό ρόλο.
Ο υπάρχων σχεδιασμός από πλευράς Ευρωζώνης, με δεδομένο ότι το ΔΝΤ μέχρι και την εξάντληση των χρονικών περιθωρίων θα επιμένει για αυξημένη και κυρίως “αυτοματοποιημένη” ελάφρυνση του χρέους μακροπρόθεσμα, ταλαντεύεται ανάμεσα σε δύο εναλλακτικές.
Η μία αποδέχεται την απόσυρση του ΔΝΤ χωρίς νέα (έστω πολύ βραχυπρόθεσμη) συμμετοχή και συμμετοχή του στην μεταμνημονιακή εποπτεία με την μορφή του τεχνικού συμβούλου, ενώ η άλλη προβλέπει ένα είδος “πρωθύστερης” συμφωνίας στη βάση της εκ των υστέρων υλοποίησης συγκεκριμένων προϋποθέσεων, η οποία θα ενσωματώνει την συμμετοχή του ΔΝΤ ως ισότιμου και όχι “τεχνικού” συμβούλου στο σύστημα της μεταμνημονιακής εποπτείας.
Έτσι κι αλλιώς, όπως διεξοδικά αναφέρεται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης του χρέους που παρουσίασε το Σάββατο (19/5) το Κεφάλαιο, το δάνειο του ΔΝΤ θα προεξοφληθεί όπως και μέρος των διμερών δανείων του πρώτου μνημονίου πριν από την 20 Αυγούστου με μέρος του υπολοίπου του δανείου των 86 δισ. ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση η διελκυστίνδα μεταξύ Ευρωζώνης και ΔΝΤ για το ελληνικό χρέος μέχρι σήμερα έχει λήξει με συμβιβασμό δύο φορές, μία τον Νοέμβριο του 2012 και μία τον Ιούνιο του 2017.
Αυτή θα είναι η τρίτη και τελευταία – προς το παρόν – εφ’ όσον το τρίτο πρόγραμμα θα είναι εκ των πραγμάτων και το τελευταίο πρόγραμμα μετά το χρεοστάσιο του 2010.