Ποινή φυλάκισης 5 ετών με 3ετή αναστολή υπό τον όρο της εμφάνισής του μια φορά κάθε μήνα στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας του, επέβαλε χθες το Πενταμελές Εφετείο Δωδεκανήσου σε Ροδίτη ασφαλιστή, που κρίθηκε ένοχος εκβίασης και τοκογλυφίας ενώ του αναγνωρίστηκαν τα ελαφρυντικά της ειλικρινούς μεταμέλειας και του πρότερου έντιμου βίου.
Πρωτοδίκως του είχε επιβληθεί ποινή κάθειρξης 10 ετών με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα, υπό τον όρο της καταβολής χρηματικής εγγύησης ύψους 4.000 ευρώ.
Ο κατηγορούμενος ενεπλάκη σε υπόθεση διακίνησης πλαστογραφημένων επιταγών ιδιοκτήτη αλυσίδας ζαχαροπλαστείων, που απεβίωσε, με δράστη συγγενικό του πρόσωπο που, όπως υποστηρίζει, έπεσε θύμα του.
Ο τελευταίος, που καταδικάστηκε πρωτοδίκως σε ποινή φυλάκισης 4 ετών, μετατρέψιμη προς 10 ευρώ ημερησίως, με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα, χθες μείωσε την ποινή του κατά ένα χρόνο.
Πιο συγκεκριμένα καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 3 ετών μετατρέψιμη προς 5 ευρώ ημερησίως καθώς κρίθηκε ένοχος, με το ελαφρυντικό της ειλικρινούς μεταμέλειας, για το ό,τι πλαστογραφούσε την υπογραφή του πατέρα του σε επιταγές που χρησιμοποιούσε για να εξοφλήσει τις τοκογλυφικές του υποχρεώσεις. Το πρωτόδικο δικαστήριο είχε κρίνει αθώο στην ίδια υπόθεση έναν κάτοικο Αρχαγγέλου.
Αφορμή για τον σχηματισμό της δικογραφίας έδωσε η κοινοποίηση στον κ. Εισαγγελέα αγωγής, που υποβλήθηκε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου με την οποία καταγγέλλεται η διάπραξη σοβαρών αδικημάτων με την διαχείριση επιταγών ύψους 317.000 ευρώ.
Ο «άσωτος» γιος του μηνυτή, που απεβίωσε πρόσφατα και κατηγορούμενος στην υπόθεση, φέρεται να είχε δανειστεί τοκογλυφικά από τον εξάδελφό του και πρώτο κατηγορούμενο 40.000 ευρώ και ότι για την εξόφληση του δανείου αυτού του παρέδωσε επιταγές της οικογενειακής του επιχείρησης, τις οποίες είχε πλαστογραφήσει, αξίας 735.000 ευρώ.
Η πολιτική αγωγή ισχυρίστηκε, μάλιστα, ότι είχε εκδώσει 48 επιταγές από μπλόκ που κατείχε παράνομα και χωρίς τη συγκατάθεση των εταίρων της εταιρείας από την Συνεταιριστική Τράπεζα Δωδεκανήσου.
Ο γιος υποστηρίζει ότι από το έτος 2000 έχει χάσει περισσότερα από 150.000 ευρώ στο Καζίνο της Pόδου και ότι ο συγγενής του τον ανάγκασε, για να συνεχίσει να του δανείζει, να του παραδώσει επιταγές της επιχείρησης του πατέρα του και ότι πήρε ένα ξεχασμένο μπλόκ και το συμπλήρωσε, πλαστογραφώντας τις υπογραφές των εταίρων της οικογενειακής του επιχείρησης. Iσχυρίζεται ακόμη ότι ο πατέρας του, εκβιαζόμενος, επισκέφθηκε με τον εξάδελφό του συμβολαιογράφο και υπέγραψε υπό την απειλή σφράγισης των επιταγών, πράξη αναγνώρισης χρέους.
Ο πρώτος κατηγορούμενος από την άλλη, υποστηρίζει ότι τα δάνεια που χορήγησε στον συγκατηγορούμενο συγγενή του ήταν άτοκα και ότι τα χρήματα προέρχονταν από στεγαστικό δάνειο που είχε συνάψει.
Υποστηρίζει ακόμη ότι σε κάθε περίπτωση οι επιταγές που είχαν πλαστογραφηθεί αντικαταστάθηκαν από τον μηνυτή με νέες δικές του, αφού αναγνωρίστηκε το χρέος.
Χθες ενώπιον του δικαστηρίου τονίστηκε ότι ο δεύτερος έχει αποποιηθεί της κληρονομιάς του αποθανόντος πατέρα του και πριν τον θάνατο του του είχε χορηγήσει δικαίωμα να διαχειρίζεται την περιουσία του για να καλύψει την ζημία που του προκάλεσε προσωπικά και στην εταιρεία. Τονίστηκε μάλιστα ότι ο γιός, που είχε παίξει σημαντικά ποσά στο καζίνο της Ρόδου και μάλιστα το «ανοιγμα» του σήμερα σε οφειλές σε τράπεζες και ιδιώτες αγγίζει τα 2,5 εκατ. ευρώ.
Από την άλλη προέκυψε ότι ο πρώτος επέστρεψε όλες τις επιταγές που κρατούσε της εταιρείας του εκλιπόντος θείου του.
Ως συνήγορος πολιτικής αγωγής παρέστη ο δικηγόρος κ. Παντελής Αποστολά και ως συνήγοροι υπεράσπισης οι δικηγόροι κκ Ακης Δημητριάδης και Νικήτας Μπόλκας.
Προηγούμενο άρθροΠρόταση για την υιοθέτηση μοντέλου φορολόγησης καθαρών εισοδημάτων
Επόμενο άρθρο Ποινή κάθειρξης 7 ετών σε 53χρονη Τσέχα σωματέμπορο