Ο υφυπουργός Μετανάστευσης, Τέο Φράνκεν αμφισβητεί τη λειτουργικότητα της πρόσφατης απόφασης του βελγικού δικαστηρίου που δίνει το δικαίωμα στην κυβέρνηση να επαναπροωθεί πρόσφυγες στην Ελλάδα
Ισχυρές αμφιβολίες ως προς το αν και κατά πόσο, μια πρόσφατη απόφαση βελγικού Δικαστηρίου δίνει όντως στη βελγική κυβέρνηση το δικαίωμα να επαναπροωθεί πρόσφυγες στην Ελλάδα, όπως διατείνεται ο υφυπουργός Μετανάστευσης της χώρας Tέο Φράνκεν, διατυπώνει στο σημερινό της φύλλο, η βελγική εφημερίδα De Morgen.
Σε δημοσίευμα υπό τον τίτλο «Μπορεί πράγματι το Βέλγιο να επιστρέψει στην Ελλάδα πρόσφυγες μετά την απόφαση;», η εφημερίδα επιχειρεί να ανιχνεύσει τις επιπτώσεις της απόφασης στην πράξη και παραπέμπει στις εκτιμήσεις ειδικών, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι δεν πρόκειται να σταλούν μαζικά πρόσφυγες πίσω στην Ελλάδα μετά την απόφαση. Προς επίρρωση δε, του ισχυρισμού τους, επικαλούνται στοιχεία του 2017, σύμφωνα με τα οποία, ενώ υποβλήθηκαν 2000 αιτήσεις προς την Ελλάδα να δεχτεί πρόσφυγες από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι ελληνικές αρχές δέχτηκαν μόλις 71 και στην πράξη μόνον ένας επέστρεψε πραγματικά. Και τούτο διότι όπως σημειώνεται, οι αρχές των άλλων χωρών καλούνται να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία, ότι πράγματι οι περί ων ο λόγος πρόσφυγες εισήλθαν στο ευρωπαϊκό έδαφος από την Ελλάδα, κάτι που όμως πρακτικά δεν είναι καθόλου εύκολο να αποδειχθεί. Επιπλέον, συνεχίζει η εφημερίδα, οι αιτούντες άσυλο θα πρέπει να λάβουν συγκεκριμένες εγγυήσεις από τις ελληνικές αρχές, ότι θα μεταφερθούν σε κέντρα όπου οι συνθήκες διαβίωσης πληρούν κάποιες προδιαγραφές. Εκτίμηση της εφημερίδας είναι, ότι η απόφαση του βελγικού δικαστηρίου έχει κυρίως «συμβολική» αξία, στο βαθμό που περνάει το μήνυμα ότι απουσιάζει η εσωτερική αλληλεγγύη στην Ευρώπη, επαναφέροντας ουσιαστικά σε ισχύ τη Συνθήκη του Δουβλίνου.
Εξάλλου, την άποψη ότι η ευρωπαϊκή πολιτική επί του μεταναστευτικού κλυδωνίζεται συνθέμελα, ύστερα από την άρνηση της Ιταλίας να δεχτεί στο έδαφός της το πλοίο που διέσωσε 629 πρόσφυγες, εκφράζει η εφημερίδα De Standaard στο κεντρικό της πρωτοσέλιδο.
Η εφημερίδα εκτιμά ότι πνέει πλέον ένας «νέος άνεμος» στην Ιταλία και η κυβέρνηση Κόντε εμφανίζεται αποφασισμένη να ακολουθήσει σκληρή γραμμή στο μεταναστευτικό, στέλνοντας ένα ηχηρό μήνυμα προς τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες ότι στο εξής δεν είναι διατεθειμένη να επωμιστεί εξ ολοκλήρου το βάρος της προσφυγικής κρίσης.
Η εφημερίδα διατυπώνει στο κύριο άρθρο της την εκτίμηση, ότι με την ακραία και ανατρεπτική πολιτική της, η νέα λαϊκιστική κυβέρνηση της Ιταλίας θέτει τον δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων για το μεταναστευτικό, φέρνοντας την Ευρώπη ενώπιον των ευθυνών της, ώστε να πάψει να υπεκφεύγει, και να λύσει επιτέλους τον γόρδιο δεσμό του προσφυγικού, παίρνοντας ρηξικέλευθες αποφάσεις.
Από την πλευρά της, η De Morgen, προβάλλει τις αντιδράσεις στο εσωτερικό της Ιταλίας για την άρνηση της κυβέρνησης να δεχτεί το πλοίο με τους πρόσφυγες, και εγκωμιάζει τη νέα σοσιαλιστική κυβέρνηση της Ισπανίας για το ‘πράσινο φως’ που έδωσε για την φιλοξενία τους, θεωρώντας ότι οι πρόσφυγες έχουν γίνει ‘μπαλάκι’ από τον ένα στον άλλο, επειδή πρυτανεύουν οι πολιτικές σκοπιμότητες.
Στο κύριο άρθρο της η εφημερίδα, οικτίρει την άρνηση της Ιταλίας να δεχτεί το πλοίο με τους πρόσφυγες, τονίζοντας ότι η διάσωση ενός ανθρώπου που βρίσκεται σε κίνδυνο, δεν έχει σε τίποτα να κάνει με την μεταναστευτική πολιτική, αλλά αποτελεί ένα ύψιστο ανθρώπινο καθήκον.