Σε πρόσφατο άρθρο του με τίτλο «Μπορεί να σωθεί το ευρώ;» ο κάτοχος Νομπέλ Οικονομικών, Τζόζεφ Στίγκλιτζ, τονίζει: «Το ευρώ ενδέχεται να πλησιάζει σε μια νέα κρίση. Η Ιταλία, τρίτη σε μέγεθος οικονομία της Ευρωζώνης, επέλεξε μια κυβέρνηση που στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να χαρακτηριστεί ευρωσκεπτικιστική.
Πρόκειται για ένα προβλέψιμο επεισόδιο στην ιστορία μιας κακοσχεδιασμένης νομισματικής ένωσης». Στη συνέχεια, ο Στίγκλιτζ προτείνει ένα διττό νομισματικό σύστημα για την Ιταλία: «Είναι αρκετά μεγάλη, με καλούς οικονομολόγους ώστε να διαχειριστεί μια αποχώρηση και να υιοθετήσει στην πράξη διπλό νόμισμα που θα τη βοηθήσει να επανέλθει σε ευημερία».
Διευκρινίζει πως ένα τέτοιο καθεστώς διπλού νομίσματος θα τονώσει τη ζήτηση και θα αναθερμάνει την ιταλική οικονομία, αλλά προσθέτει: «Αυτό το διττό σύστημα θα παραβιάζει τους κανόνες του ευρώ και θα μεταφέρει το βάρος της αποχώρησης της Ιταλίας και των επιπτώσεων στις Βρυξέλλες και στη Φρανκφούρτη. Οποια κι αν είναι η έκβαση της υπόθεσης, η Ευρωζώνη θα καταρρεύσει». Προτίθεμαι να αποδείξω πως ένα σύστημα διπλού νομίσματος δεν οδηγεί απαραιτήτως στη διάλυση της Ευρωζώνης. Μια χώρα σαν την Ιταλία μπορεί να αποφασίσει να εισαγάγει κάποιου είδους νόμισμα που θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς το ευρώ χωρίς να παραβιάζει τους κανόνες της Ευρωζώνης.
Αν η ΕΚΤ θέλει να δώσει ώθηση στην ευρωπαϊκή οικονομία και να ενισχύσει το ενιαίο νόμισμα έναντι των άλλων αποθεματικών νομισμάτων, πρέπει να προωθήσει τη χρήση διπλού νομίσματος σε όλη την Ευρωζώνη. Αυτό θα γίνει με ένα νόμισμα που θα βασίζεται στο ευρώ και στα λεγόμενα TDB, χρηματοπιστωτικά εργαλεία άμεσα μετατρέψιμα σε ευρώ που μπορούν αυτομάτως να τονώσουν τη ζήτηση και την πραγματική οικονομία σε κάθε χώρα της Ευρωζώνης χωρίς να αυξάνουν το δημόσιο χρέος. Ετσι, οι χώρες της Ευρωζώνης θα πάρουν καλές βαθμολογίες από τους οίκους αξιολόγησης και τα ομόλογά τους θα γίνονται αποδεκτά ως ενέχυρα από την ΕΚΤ και τις τράπεζες.
Συμβατικοί οικονομολόγοι και συντηρητικοί πολιτικοί επαναλαμβάνουν την επωδό ότι για να λυθεί το πρόβλημα χρέους της Ιταλίας (2,3 τρισ. ευρώ ή 133% του ΑΕΠ), πρέπει να μειωθούν οι δαπάνες και το κόστος της εργασίας. Δυστυχώς, όμως, τα μέτρα αυτού του είδους μείωσαν το ΑΕΠ της Ιταλίας . Υπάρχει μια άλλη λύση που πρέπει να την εξετάσει προσεκτικά η ΕΚΤ. Η νομισματική ένωση είναι ένα υπερβολικά άκαμπτο σύστημα, ένα κλουβί για 19 χώρες διαφορετικές σε παραγωγικότητα, πληθωρισμό, εμπορικό ισοζύγιο και τεχνολογική πρόοδο.
Βάσει του καταστατικού της, η ΕΚΤ δεν μπορεί να σώσει καμία χώρα που βυθίζεται σε μακροχρόνια κρίση. Κάθε χώρα-μέλος της Ευρωζώνης μπορεί να δεχθεί κερδοσκοπικές επιθέσεις και σε περίπτωση μείζονος χρηματοπιστωτικής κρίσης, η ΕΚΤ δεν μπορεί να παρέμβει για να σώσει το ευρώ. Για να προστατεύσουμε το ευρώ, κάθε χώρα-μέλος πρέπει να έχει το δικαίωμα να εκδίδει το δικό της συμπληρωματικό νόμισμα για να αποτρέπει τις κρίσεις. Οι χώρες της Ευρωζώνης πρέπει να ανακτήσουν μέρος της κυριαρχίας τους στη χάραξη αποτελεσματικής και ευέλικτης νομισματικής πολιτικής. Ασφαλώς, το εκάστοτε εθνικό σύστημα πρέπει να σέβεται τους κανόνες της Ευρωζώνης. Να μην παραβιάζει το μονοπώλιο της ΕΚΤ στην έκδοση χρήματος και να συμμορφώνεται με τη δημοσιονομική πειθαρχία της Ευρωζώνης και τους κανόνες της σε ό,τι αφορά το χρέος και το έλλειμμα. Δεν θα πρόκειται για ένα παράλληλο νόμισμα, αλλά για ένα νόμισμα που θα το αποδέχεται η ΕΚΤ όπως και το τραπεζικό σύστημα.
* Ο κ. Enrico Grazzini είναι οικονομικός συντάκτης, αρθρογράφος και σύμβουλος επιχειρήσεων. Το άρθρο δημoσιεύθηκε στην ιστοσελίδα social Europe.