Η ομάδα του ειδικού ανακριτή με εισαγγελικά καθήκοντα Ρόμπερτ Μάλερ, έχει επικεντρώσει την προσοχή της στην υπόθεση φορολογικής και τραπεζικής απάτης, στην δίκη του πρώην προέδρου της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ, Πολ Μάναφορτ, με τους εισαγγελείς να εκτιμούν ότι η δίκη θα έχει τελειώσει την επόμενη εβδομάδα, σύμφωνα με το “Politico.”
Υπό την συνεχή πίεση του δικαστή Τ.Σ. Έλις, προκειμένου οι ερωτήσεις τους να είναι σύντομες κι επικεντρωμένες στην υπόθεση, οι εισαγγελείς εξέτασαν οκτώ μάρτυρες κατά την χθεσινή δεύτερη ημέρα της δίκης. Όλοι οι μάρτυρες, ήταν πωλητές που πώλησαν στον Μάναφορτ πανάκριβα κοστούμια, αλλά κι υπηρεσίες, όπως, η ανακατασκευή σπιτιών. Όλοι οι μάρτυρες υπέδειξαν ότι η πληρωμή των λογαριασμών έγινε από κρυφές εταιρίες, μέσω παράκτιων τραπεζικών παραδείσων, όπως η Κύπρος ή το νησιωτικό σύμπλεγμα των Γρεναδίνων.
“Ελπίζω ότι θα μπορέσουμε να τελειώσουμε με την υπόθεση αυτή, πολύ γρηγορότερα απ’ ότι περίμενε ο καθένας,” δήλωσε χαρακτηριστικά ο Έλις μετά την ολοκλήρωση της χθεσινής δικαστικής συνεδρίασης.
“Είμαστε σε μια τέτοια πορεία που μπορούμε να το κάνουμε αυτό,” δήλωσε χαρακτηριστικά ο εισαγγελέας Γκρεγκ Άντρες.
“Υπάρχει μία ελάχιστη απόσταση μεταξύ του σήμερα και του σημείου αυτού,” παρατήρησε από την πλευρά του ο δικαστής.
Ο Άντρες δήλωσε ότι οι εισαγγελείς έχουν προγραμματίσει την κατάθεση δύο ακόμη πωλητών κατά την σημερινή συνεδρίαση του δικαστηρίου. Ο ένας έχει σχέση με την εγκατάσταση αιθουσών τηλεοπτικών προβολών κι άλλος ασχολείται με την κηπουρική. Στην συνέχεια, θα ακολουθήσει μία σειρά λογιστών που κρατούσαν τα βιβλία του βετεράνου λομπίστα και πολιτικού συμβούλου, Μάναφορτ.
Αρκετοί από τους μάρτυρες αυτούς, απαίτησαν δικαστική ασυλία σε αντάλλαγμα για την κατάθεσή τους.
Η χθεσινή κατάθεση μιας σειράς πωλητών κοστουμιών τελευταίας μόδας, αλλά και κατασκευαστών είχε ως αποτέλεσμα μία σημαντική αποκάλυψη: προκειμένου να πληρωθούν οι λογαριασμοί του Μάναφορτ, κάποιος προχωρούσε συστηματικά σε παραποίηση των εγγράφων πληρωμής. Οι πραγματικοί λογαριασμοί στέλνονταν στον Μάναφορτ, ενώ την ίδια στιγμή, μετατρέπονταν σε ψεύτικους λογαριασμούς, που αποστέλλονταν σε διάφορες θυγατρικές εταιρίες, οι οποίες σύμφωνα με τους ισχυρισμούς που έχουν διατυπωθεί, βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του ίδιου.
Οι πρώτες λεπτομέρειες για τις πλαστογραφίες έγιναν γνωστές από τον Άλαν Κορτούρ, διευθυντή μιας πολυτελούς μπουτίκ με ανδρικά ενδύματα στη Νέα Υόρκη. Προκειμένου η ομάδα ερευνών του Μάλερ να εδραιώσει τον ισχυρισμό της για τα ακριβά γούστα του Μάναφορτ επικαλέστηκε την μαρτυρία του Μαξιμίλιαν Κάτζμαν, πρώην διευθυντή του καταστήματος και γιου του ιδιοκτήτη, σύμφωνα με την οποία, ο Μάναφορτ είχε λογαριασμούς άνω των 900.000 δολαρίων μεταξύ του 2010 και του 2014.
Σύμφωνα με τον Κάτζμαν, η αναφερόμενη μπουτίκ είχε μόνο 40 πελάτες και ο Μάναφορτ βρίσκονταν μέσα στην πρώτη πεντάδα. Σε αντίθεση με τους άλλους πελάτες της, η μπουτίκ δεν πληρώνονταν από τον Μάναφορτ με τραπεζική επιταγή ή μέσω πιστωτικής κάρτας, αλλά με ποσά που μεταβιβάζονταν ηλεκτρονικά από ξένους λογαριασμούς που ήταν στο όνομα ξένων επιχειρήσεων. “Πρόκειται για τον μοναδικό πελάτη που μας πλήρωνε μέσω διεθνούς ηλεκτρονικής μεταβίβασης χρημάτων,” κατέθεσε χαρακτηριστικά ο Κάτζμαν.
Παρά το γεγονός ότι πολλές λεπτομέρειες σχετικά με τα ποσά που ξόδευε ο Μάναφορτ έχουν δημοσιοποιηθεί, ο εισαγγελέας Γκρεγκ Άντρες προκάλεσε έκπληξη σε πολλούς στο ακροατήριο, με την παρουσίαση μιας απόδειξης στις τηλεοπτικές συσκευές της αίθουσας από την αναφερόμενη παραπάνω μπουτίκ (Alan Corture LLC).
Σε ερώτηση σχετικά με την απόδειξη αυτή, ο Κάτζμαν υπέδειξε ότι ήταν πλαστή. “Είναι πλαστή σε πρώτο πλάνο,” είπε. “Ο ταχυδρομικός κώδικας δεν είναι ο σωστός,” πρόσθεσε.
Σε αντίθεση με τις πραγματικές αποδείξεις, η απόδειξη αυτή, δεν περιείχε κάποια ευθεία αναφορά στον Μάναφορτ. Αντ’ αυτού έδειχνε μία άμεση χρέωση σε μία εταιρία, η οποία συνδέονταν με τον Μάναφορτ (Global Endeavor LLC). Πρόκειται για μία από τις εταιρίες, από τις οποίες γίνονταν ηλεκτρονική μεταφορά χρημάτων για την πληρωμή των λογαριασμών, του πρώην προέδρου της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ.
Ο Κάτζμαν πρόσθεσε πως γνώριζε ότι η απόδειξη δεν ήταν αυθεντική. “Δεν είχαμε ποτέ χρεώσει την Global Endeavor, ούτε είχαμε ποτέ έναν (άμεσο) πελάτη με αυτήν την εταιρική επωνυμία,” πρόσθεσε.
Από την πλευρά τους, οι εισαγγελείς δεν εξήγησαν το κίνητρο της παραποίησης των αποδείξεων, αλλά έχουν κατηγορήσει τον πρώην συνεργάτη του Μάναφορτ, Ρικ Γκέιτς για την διάπραξη συνωμοσίας μαζί του, προκειμένου να παραποιήσουν οικονομικά στοιχεία που συνδέονται με αιτήσεις δανειοδότησης. Με μία παραποιημένη απόδειξη θα μπορούσαν να πειστούν οι λογιστές ή αυτοί που προετοίμαζαν τις φορολογικές δηλώσεις του Μάναφορτ, ότι οι πληρωμές στον Άλαν Κορτούρ έγιναν για κάποια επιχειρηματική συνεργασία κι όχι για την πληρωμή των προσωπικών λογαριασμών του Μάναφορτ.
Στην διάρκεια της εξέτασης του μάρτυρα από τον δικηγόρο της υπεράσπισης Τζέι Ναναβάτι, ο δικηγόρος, υποστήριξε ότι οι πληρωμές από το εξωτερικό δεν θα έπρεπε ν’ αποτελούν έκπληξη με δεδομένα τα συχνά ταξίδια που έκανε ο Μάναφορτ στο εξωτερικό. “Είναι δίκαιο να πούμε ότι ο κ. Μάναφορτ ήταν ένας από τους πιο διεθνείς πελάτες σας;” ρώτησε χαρακτηριστικά ο δικηγόρος.
“Φυσικά,” απάντησε ο Κάτζμαν.
Ο Ναναβάτι υποστήριξε επίσης, ότι ο συνεργάτης του Μάναφορτ, Ρικ Γκέιτς, τον οποίο η υπεράσπιση κατηγορεί για υπεξαίρεση θα μπορούσε να είναι πίσω από τις αποδείξεις που έχουν παραποιηθεί. Ο Κάτζμαν δήλωσε στο δικαστήριο ότι είχε κάποια συνεργασία με τον Γκέιτς, προκειμένου να πληρωθούν οι λογαριασμοί, χωρίς ωστόσο να μπορεί να το σχολιάσει περαιτέρω αυτό και σε σχέση με τον Γκέιτς.
Ο Στέφεν Τζάκομπσεν που έχει έδρα το Λονγκ Άϊλαντ κι ασχολείται με ανακαινίσεις σπιτιών, κατάθεσε ότι χρέωσε στον Μάναφορτ το ποσό των 3,3 εκατομμυρίων δολαρίων για ανακαινίσεις σπιτιών, τα οποία βρίσκονται στην κατοχή του Μάναφορτ ή της οικογένειας του, στη Νέα Υόρκη, αλλά και σε κοντινή της περιοχή. Ένα από αυτά, ήταν το διαμέρισμα του Μάναφορτ στον Πύργο του Τραμπ, όπως είπε ο Τζάκομπσεν αναφέροντας για πρώτη φορά το όνομα του Αμερικανού προέδρου στην διάρκεια της δίκης.
Ο Μάναφορτ “μας έδινε όλο και μεγαλύτερες δουλειές και πλήρωνε τους λογαριασμούς,” είπε ο ίδιος.
Όταν ο Άντρες θέλησε να μπει σε λεπτομέρειες σχετικά με μία πισίνα που κατασκευάστηκε στο σπίτι του Μάναφορτ στο Μπριτζχάμπτον της Νέας Υόρκης, έκανε μία παρέμβαση ο δικαστής Έλις, υποστηρίζοντας ότι γίνεται μεγάλο θέμα με την περιουσία του Μάναφορτ. “Κανένας δεν αμφισβητεί ότι έκανε την δουλειά. Ας προχωρήσουμε,” είπε χαρακτηριστικά ο δικαστής.
Οι εισαγγελείς από την πλευρά τους, υποστήριξαν ότι τα χρήματα για τις επισκευές μεταβιβάζονταν από εταιρίες του εξωτερικού και μερικές φορές, μέσα από τους ίδιους λογαριασμούς, από τους οποίους πληρώνονταν ο Γιάκομπσεν.
Ο Τζάκομπσεν είπε ακόμη ότι οι λογαριασμοί της εταιρίας του, έκλεισαν ξαφνικά, μετά από μερικές μεταβιβάσεις χρημάτων που έκανε ο Μάναφορτ σε αυτούς και η εξέλιξη αυτή, τον ώθησε να ρωτήσει τον Μάναφορτ για το αν υπάρχει κάποια σχέση με την υπόθεση που εκδικάζεται.
“Τον ρώτησα αν το κλείσιμο των λογαριασμών έχει να κάνει με τις ηλεκτρονικές μεταβιβάσεις χρημάτων.” Μου απάντησε, “Μην ανησυχείς γι’ αυτό,” είπε χαρακτηριστικά ο Τζάκομπσεν.