Η κλιμάκωση της διπλωματικής έντασης μεταξύ των ΗΠΑ και της Τουρκίας και τα μέτωπα σε ασφάλεια και οικονομία. Ο αντίκτυπος των -εν πολλοίς συμβολικών- κυρώσεων στις επιχειρηματικές δραστηριότητες και στο ΝΑΤΟ, και ο ρόλος της Ρωσίας.
Οι ΗΠΑ επέβαλαν την 1η Αυγούστου κυρώσεις σε δυο Τούρκους υπουργούς, ως «απάντηση» σε αυτό που η Ουάσινγκτον θεωρεί «άδικη» κράτηση του ευαγγελιστή πάστορα Άντριου Μπράνσον, ο οποίος ζει και εργάζεται στην Τουρκία εδώ και δυο δεκαετίες. Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ανακοίνωσε χθες πως η Τουρκία θα «παγώσει» τα περιουσιακά στοιχεία δυο αμερικανών αξιωματούχων, ως αντίποινα στις αμερικανικές κυρώσεις στους Τούρκους υπουργούς Δικαιοσύνης και Εσωτερικών.
Οι κυρώσεις στους Τούρκους υπουργούς λόγω της κράτησης του Μπράνσον αντιπροσωπεύουν την κλιμάκωση των αυξανόμενων εντάσεων μεταξύ της Άγκυρας και της Ουάσινγκτον, γράφει το Stratfor. Για μήνες οι δυο πλευρές διαφωνούν για ζητήματα που κυμαίνονται από την απαίτηση της Τουρκίας για έκδοση του ισλαμιστή κληρικού Φετουλά Γκιουλέν, τη σχέση της Τουρκίας με τη Ρωσία και την απειλή που συνιστά αυτή στη συμμαχία του ΝΑΤΟ, τις κυρώσεις κατά του Ιράν, τις αντικρουόμενες αμερικανοτουρκικές πολιτικές για τη Συρία, κ.α.
Ουάσινγκτον και Άγκυρα έχουν κλιμακώσει την εκατέρωθεν διπλωματική ρητορική τους και τις συμβολικές κυρώσεις, με αποτέλεσμα να απειλούνται πλέον οι σχέσεις των δυο χωρών σε θέματα διπλωματίας, ασφάλειας και οικονομίας.
Οι οικονομικές κυρώσεις, βέβαια, από μόνες τους είναι σε μεγάλο βαθμό συμβολικές, καθώς επηρεάζουν τα προσωπικά οικονομικά των τεσσάρων υπουργών της Τουρκίας και των ΗΠΑ, ωστόσο η επιβολή τους είναι ένας μόνο από τους πολλούς εξωτερικούς παράγοντες που προκαλούν χάος στην τουρκική οικονομία και συμβάλουν στην περαιτέρω υποτίμηση της τουρκικής λίρας. Και δεν είναι η πρώτη φορά που η Τουρκία επιδεινώνει τα εγχώρια οικονομικά της προβλήματα λόγω των αποφάσεων εξωτερικής πολιτικής της.
Εν μέρει λόγω της προβληματικής οικονομίας της χώρας, υπήρξε ένας ασυνήθιστος συνασπισμός των πολυάριθμων πολιτικών κομμάτων της Τουρκίας. Τώρα που η Ουάσινγκτον επέβαλε κυρώσεις, όλα τα κόμματα μπορούν να ενωθούν και να κατηγορήσουν τις ΗΠΑ για τα οικονομικά προβλήματα της Τουρκίας.
Τι σημαίνουν όμως οι κυρώσεις για τις αμερικανικές επιχειρηματικές δραστηριότητες στην Τουρκία; Όπως επισημαίνει το Stratfor, το τουρκικό νομικό σύστημα, ο νέος αντιτρομοκρατικός νόμος και η υπερεθνικιστική πολιτική ατμόσφαιρα στη χώρα, δίνουν στην Άγκυρα «άδεια» να πατάξει οτιδήποτε θεωρεί απειλή για την ασφάλειά της. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα αυξημένης παρενόχλησης των αμερικανών ταξιδιωτών και των αμερικανικών επιχειρήσεων, καθώς και πρόκλησης προβλημάτων στις δραστηριότητες εταιρειών που έχουν σχέσεις με τις ΗΠΑ.
Σε ό,τι αφορά τις επιπλοκές σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, το Stratfor σημειώνει πως ΗΠΑ και Τουρκία έχουν τον μεγαλύτερο και δεύτερο μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ, αντίστοιχα. Ένα σοβαρό ρήγμα μεταξύ των δυο χωρών θα μπορούσε να προκαλέσει προβλήματα αλλά και σύγχυση εντός της συμμαχίας του ΝΑΤΟ. Αυτό θα ήταν προς όφελος της Ρωσίας, η οποία θα καλοδέχονταν ένα ΝΑΤΟ με λιγότερη συνοχή. Η Μόσχα θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί τα προβλήματα αυτά -ιδιαίτερα στη Μαύρη Θάλασσα- ως μια ευκαιρία να διασπάσει τον παραδοσιακό ρόλο της Τουρκίας ως της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας. Το Κρεμλίνο μπορεί επίσης να αποφασίσει να μεταφέρει μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεών της στην δυτική στρατιωτική περιοχή της, προκειμένου να αντιπαρατεθεί με το ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη.
Οι ΗΠΑ είναι επίσης παραδοσιακά ο μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων προς την Τουρκία, και ως εκ τούτου το ρήγμα στις σχέσεις μεταξύ των δυο χωρών θα μπορούσε να οδηγήσει την Άγκυρα στην αναζήτηση άλλων προμηθευτών.Και, δεδομένης της αλληλοσύνδεσης των δυο χωρών σε διάφορους τομείς της αμυντικής βιομηχανίας, μια ακύρωση από την πλευρά των ΗΠΑ των εξοπλιστικών συμφωνιών με την Τουρκία (όπως φάνηκε από την απειλή των ΗΠΑ να ακυρώσουν τις προμήθειες F-35 στην Άγκυρα), θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα σημαντικές βραχυπρόθεσμες αμυντικές διακοπές που θα επηρέαζαν τις πολλές χώρες που εμπλέκονται στο πρόγραμμα των F-35.
Επιπλέον, ένα σχίσμα θα έβλαπτε τα συμφέροντα των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή. Η βλάβη θα ήταν ιδιαίτερα εμφανής στη βόρεια Συρία και το βόρειο Ιράκ, όπου η Τουρκία θα μπορούσε να προχωρήσει σε πιο ενεργές κινήσεις για την υπονόμευση των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων, καθώς και του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν και των συμμάχων του στο βόρειο Ιράκ. Η προσέγγιση αυτή θα έρχονταν σε αντίθεση με τις προσπάθειες των ΗΠΑ να δώσει έμφαση στην καταπολέμηση των βίαιων εξτρεμιστικών οργανώσεων όπως το Ισλαμικό Κράτος, διατηρώντας μια σταθερή παρουσία των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων στη Συρία και ένα σταθερό περιβάλλον στο βόρειο Ιράκ. Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν επίσης δυνητικά να χάσουν πρόσβαση στην αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ της Τουρκίας, αν και έχουν αρκετά εναλλακτικά δικαιώματα για βάσεις στη Μεσόγειο και την περιοχή του Κόλπου για να μετριάσουν μια τέτοια απώλεια.
Μια τελευταία αρνητική επίπτωση για την αμερικανική πολιτική στη Μέση Ανατολή θα μπορούσε να αφορά στην άρνηση της Τουρκίας να επιβάλει τις αμερικανικές κυρώσεις κατά του Ιράν, για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Κάποιες από τις κυρώσεις αυτές θα επανεφαρμοστούν στις 6 Αυγούστου και στις 4 Νοεμβρίου.
Η Τουρκία πιθανότατα «ζυγίζει» δυο ανταγωνιστικές προτεραιότητες: χρειάζεται να προστατεύσει την εύθραυστη οικονομία της, που δεν θα άντεχε σε επιπλέον εξωτερικές αναταράξεις από επιπλέον αμερικανικές κυρώσεις. Όμως θα μπορούσε να επιλέξει να συναλλαχθεί με το Ιράν προκειμένου να εμποδίσει τις προσπάθειες των ΗΠΑ να περιορίσουν την οικονομική δραστηριότητα του Ιράν. Για αυτού του τύπου τα αντίποινα, η Τουρκία θα χρειάζονταν να βασιστεί περισσότερο στις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση, που αυτή τη στιγμή είναι σχετικά θετικές.