Η απειλή της Ουάσιγκτον να αναστείλει τη λειτουργία ρωσικών τραπεζών στις ΗΠΑ, να τους απαγορεύσει την πρόσβαση σε δολάρια και, κυρίως, να περιορίσει τις αγορές ρωσικών ομολόγων από αμερικανικές εταιρείες και επενδυτές προκαλεί νέα ένταση στις αμερικανορωσικές σχέσεις. Την Παρασκευή, ο Ρώσος πρωθυπουργός Ντμίτρι Μεντβέντεφ δήλωσε ότι οποιαδήποτε κίνηση των αμερικανικών αρχών κατά των ρωσικών τραπεζών θα αποτελέσει κήρυξη οικονομικού πολέμου και τόνισε ότι η Μόσχα είναι έτοιμη να απαντήσει «οικονομικά, πολιτικά και, αν χρειαστεί, με άλλα μέσα».
Το ρούβλι υποχώρησε τις προηγούμενες ημέρες κατά 6,3%, πτώση που είναι η μεγαλύτερη που έχει υποστεί σε διάστημα μιας εβδομάδας από το 2015. Οι μεγαλύτερες τράπεζες της Wall Street προειδοποίησαν την Παρασκευή τους επενδυτές να αποφύγουν να επενδύσουν σε ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, διότι η απειλή πιθανών πολύ σκληρών αμερικανικών κυρώσεων καθιστά το ρίσκο μεγαλύτερο από τα όποια κέρδη θα μπορούσαν να αποκομίσουν. Αναφερόμενος στις πιθανές αμερικανικές κυρώσεις, ο Μεντβέντεφ δήλωσε την Παρασκευή, σύμφωνα με το Reuters, ότι, αν αυτές επιβληθούν, «θα καταστεί αναγκαίο να αντιδράσουμε σε αυτόν τον πόλεμο οικονομικά, πολιτικά ή, αν χρειαστεί, και με άλλα μέσα. Και οι Αμερικανοί φίλοι μας πρέπει να το καταλάβουν αυτό».
Η μεγαλύτερη απειλή που αντιμετωπίζουν η Ρωσία και όσοι έχουν επενδύσει σε ρωσικά περιουσιακά στοιχεία προέρχεται από ένα σχέδιο νόμου που κατατέθηκε την περασμένη εβδομάδα στο Κογκρέσο και το οποίο προβλέπει αυστηρές κυρώσεις για συναλλαγές με ρωσικές τράπεζες και για αγορά νέων ρωσικών ομολόγων. Αιτία για τις νέες αμερικανικές κυρώσεις είναι η εμπλοκή της Μόσχας στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016 που οδήγησαν στον Λευκό Οίκο τον Ντόναλντ Τραμπ. Η διαχειρίστρια κεφαλαίων στην JPMorgan Asset Management Ντιάνα Αμόα έγραψε σε ενημερωτικό σημείωμα ότι οι πιθανότητες να επιβληθούν περιορισμοί στην αγοραπωλησία νέων ρωσικών ομολόγων ανέρχεται στο 50%. «Τα γεωπολιτικά ζητήματα μας κρατούν ξάγρυπνους», ανέφερε η Αμόα σε συνέντευξη που παραχώρησε την Παρασκευή στην τηλεόραση του Bloomberg. «Βλέπουμε αρκετές κυρώσεις να ετοιμάζονται ενόψει των αμερικανικών ενδιάμεσων εκλογών (σ.σ. τον Νοέμβριο).
Νομίζω πως υπάρχει ισχυρό κίνητρο να σταλεί ένα ισχυρό μήνυμα πως οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να επιτρέψουν παρεμβολή στη δημοκρατική διαδικασία», εξήγησε.
Το γεγονός ότι ξένοι επενδυτές διακρατούν μεγάλο ποσοστό των ρωσικών ομολόγων, περίπου το 28% του συνόλου, σημαίνει πως η επιβολή κυρώσεων θα οδηγήσει σε μεγάλη άνοδο των αποδόσεών τους (και, αντίστοιχα, σε μεγάλη πτώση της τιμής τους). Βέβαια δεν είναι σίγουρο ότι το σχέδιο νόμου για την επιβολή περιορισμών στις συναλλαγές με νέα ρωσικά ομόλογα θα περάσει από το Κογκρέσο. Ειδικότερα αφότου το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών προειδοποίησε ότι η επιβολή κυρώσεων κατά των ρωσικών ομολόγων υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσει αστάθεια στις παγκόσμιες αγορές. Είναι πιθανότερο οι Ηνωμένες Πολιτείες να επιβάλουν επιλεκτικά κυρώσεις, ώστε να αποφευχθούν οι «παράπλευρες απώλειες», παρά να εγκρίνει το Κογκρέσο το σχέδιο νόμου ως έχει, εκτίμησε την Παρασκευή ο Τίλμαν Κολμπ, αναλυτής της UBS. Το Κογκρέσο δεν πρόκειται να ψηφίσει επί του σχεδίου νόμου μέχρι να συγκληθεί εκ νέου μετά τις καλοκαιρινές διακοπές, δηλαδή τον Σεπτέμβριο. Στο μεσοδιάστημα φαίνεται ότι θα κυριαρχήσει αβεβαιότητα στις αγορές ομολόγων. Αναλυτές της Morgan Stanley εκτιμούν ότι η αβεβαιότητα είναι πιθανόν να δυσκολέψει πολύ την προσπάθεια του ρωσικού υπουργείου Οικονομικών να εκδώσει νέα ομόλογα συνολικού ύψους 3 δισ. δολαρίων, όπως σκόπευε να κάνει έως τα τέλη του 2018.
«Το ρούβλι εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο σε δυνητικές νέες κυρώσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες», έγραψαν αναλυτές της Morgan Stanley, συμπεριλαμβανομένου του Χανς Ρέντεκερ, σε ενημερωτικό σημείωμα προς τους πελάτες της. «Θεωρούμε ότι το πολιτικό ρίσκο θα επιδεινώσει το επενδυτικό κλίμα και θα αυξήσει το ασφάλιστρο κινδύνου για το ρούβλι, καθώς θα οδεύουμε προς τον Σεπτέμβριο», προσθέτουν.