Η ζημιά στο «ανθρώπινο κεφάλαιο» κατά τη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου είναι ανυπολόγιστη.
H Ελλάδα βγαίνει από τα μνημόνια γιατί κατάφερε να ελέγξει το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών αλλά και γιατί βρήκε έναν τρόπο –σε συνεργασία με τους δανειστές της- να εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση του ελληνικού χρέους για τα επόμενα 2-3 χρόνια.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι κατόρθωσε να αντιμετωπίσει όλα της τα προβλήματα. Η ζημιά στο «ανθρώπινο κεφάλαιο» κατά τη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου είναι ανυπολόγιστη ενώ η αποκατάστασή της θα χρειαστεί αποτελεσματικές πολιτικές και πολλά χρόνια υπομονής. Τα στατιστικά στοιχεία αποκαλύπτουν το μέγεθος του προβλήματος:
1. Ναι μεν οι άνεργοι μειώθηκαν από τα 1,3 εκατομμύρια που είχαν φτάσει το 2013, στο ένα εκατομμύριο, αλλά από αυτούς, το 70% δεν έχει εργαστεί καθόλου για τουλάχιστον 12 μήνες ενώ ποσοστό άνω του 50% δεν έχει δει… μεροκάματο για τουλάχιστον δύο χρόνια. Η μακροχρόνια ανεργία… θερίζει. Η επανένταξη ανθρώπων που έμειναν εκτός αγοράς εργασίας για δύο χρόνια, προϋποθέτει εκ νέου εκπαίδευση και κατάρτιση κάτι που σημαίνει ότι η περαιτέρω μείωση της ανεργίας δεν θα είναι τόσο εύκολη.
2. Ο αριθμός των απασχολούμενων, μπορεί να έχει αυξηθεί μετά το 2013 αλλά παραμένει πολύ μικρός. Στην Ελλάδα με τον πληθυσμό των 9,2 εκατομμυρίων ανθρώπων ηλικίας άνω των 15 ετών, απασχολούμενοι είναι μόλοι τα 3,75 εκατομμύρια ενώ ήταν 4,6 εκατομμύρια. Τι είναι οι υπόλοιποι; Άνεργοι και συνταξιούχοι με τους τελευταίους να ξεπερνούν τα 2,7 εκατομμύρια καθιστώντας την αναλογία εργαζομένων-συνταξιούχων μια από τις χειρότερες αν όχι τη χειρότερη σε ολόκληρη την Ευρώπη.
3. O πληθυσμός της χώρας μειώνεται. Τα άτομα ηλικίας άνω των 15 ετών είναι πλέον 9,177 εκατομμύρια έναντι 9,435 εκατομμυρίων που ήταν το 2008. Αυτό οφείλεται και στο αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων (τα νέα ζευγάρια αποφεύγουν το δεύτερο ή ακόμη και το πρώτο παιδί λόγω της οικονομικής κρίσης με την αναλογία των γεννήσεων ανά μητέρα να μειώνεται συνεχώς) αλλά και στην μετακίνηση εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού στο εξωτερικό για αναζήτηση μιας καλύτερης θέσης εργασίας. Και μόνο η επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος φαντάζει πραγματικός «γολγοθάς» καθώς:
α. Μείωση παρατηρείται και στα άτομα ηλικίας κάτω των 15 ετών κάτι που σημαίνει ότι το πρόβλημα θα επιδεινωθεί τα επόμενα χρόνια
β. Όσοι έφυγαν στο εξωτερικό δηλώνουν απρόθυμοι –όπως προκύπτει από τις σχετικές έρευνες- να επιστρέψουν στην Ελλάδα και λόγω των χαμηλών αποδοχών που προσφέρονται αλλά και λόγω της ελλιπούς αξιοκρατίας που επικρατεί στην αγορά εργασίας. Όταν η ICAP διενήργησε έρευνα για το Brain drain και ζήτησε από ερωτώμενους που έχουν αποχωρήσει στο εξωτερικό να πουν υπό ποιες προϋποθέσεις θα επέστρεφαν στην Ελλάδα, η απάντηση του 83% των ερωτηθέντων ήταν ότι δεν πρόκειται να επιστρέψουν μέσα στην επόμενη 3ετία (τουλάχιστον) και ότι σε κάθε περίπτωση, απαραίτητη προϋπόθεση για την επιστροφή, είναι οι αμοιβές να φτάσουν τουλάχιστον στα 30-50.000 ευρώ ετησίως.
4. Τα ποσοστά της φτώχειας, παρά τα κοινωνικά επιδόματα που δόθηκαν ειδικά τα τελευταία χρόνια, διατηρούνται στο ύψος τους ενώ ουσιαστικά, το ένα τρίτο του πληθυσμού της χώρας ζει στα όρια της φτώχειας. Τα επιμέρους στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχουν περαιτέρω δομικά προβλήματα όπως είναι ο αυξημένος κίνδυνος φτώχειας στις τάξεις των εργαζομένων. Αυτό σημαίνει ότι ο πολίτης καταφέρνει να βρει δουλειά αλλά παρ’ όλα αυτά δεν ξεφεύγει από το φάσμα της φτώχειας. Και πώς να συμβεί αυτό όταν οι μισθοί εξακολουθούν να μειώνονται. Η αμοιβή της εξαρτημένης εργασίας ανά μισθωτό εξελισσόταν με αρνητικό ρυθμό μέχρι και το 2016 ενώ και το 2017, η μεταβολή ήταν πρακτικά μηδενική. Αυτό σημαίνει ότι οι μισθοί υποχωρούσαν επί οκτώ συναπτά έτη και προς το παρόν δεν έχουν φανεί σημάδια ανάκαμψης.