Η πολιτική εμπορικού προστατευτισμού των ΗΠΑ και οι νέες μετρήσεις εκπομπών καυσαερίων στα αυτοκίνητα άφησαν το «αποτύπωμά» τους στη γερμανική οικονομία, με τις εξαγωγές και τη βιομηχανική παραγωγή να παρουσιάζουν αιφνίδια πτώση τον Ιούλιο. «Αυτή η πτώση, κατά τη άποψή μας, προέρχεται από το κλίμα αβεβαιότητας που έχει καλλιεργηθεί λόγω του εμπορικού πολέμου που έχει κηρύξει η Ουάσιγκτον, κυρίως, στην Κίνα και στην Ε.Ε., σε συνδυασμό με την πτώση της δραστηριότητας που παρατηρείται συνήθως τη θερινή περίοδο», σχολιάζει ο οικονομολόγος της ING Κάρστεν Μπρέσκι. Παράλληλα, όμως, το υπουργείο Οικονομίας της Γερμανίας ανακοίνωσε πως η βιομηχανική παραγωγή θα επανέλθει ύστερα από την πτώση που προκλήθηκε, κυρίως λόγω της προσαρμογής στις νέες μετρήσεις εκπομπών καυσαερίων που επέβαλε η Ε.Ε. Ωστόσο, το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών (DIW) προεξοφλεί πως η ανάπτυξη στην ισχυρότερη οικονομία της Ευρωζώνης θα μετριαστεί τα επόμενα χρόνια, ενώ οι εξαγωγές δεν θα παρουσιάζουν τις ισχυρές επιδόσεις των προηγούμενων ετών. Παρ’ όλα αυτά, το DIW διαβλέπει πλεόνασμα στα 60 δισ. ευρώ μέχρι τα τέλη του τρέχοντος έτους.
Η βιομηχανική παραγωγή στη Γερμανία διολίσθησε κατά 1,1% τον Ιούλιο από τον Ιούνιο, σύμφωνα με την εθνική στατιστική υπηρεσία. Οι εξαγωγές υποχώρησαν κατά 0,9% τον Ιούλιο, ενώ οι εισαγωγές ενισχύθηκαν κατά 2,8%, αντανακλώντας στα 94,5 δισ. ευρώ το υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας σχεδόν τετραετίας. Οικονομικοί αναλυτές δεν θεωρούν ιδιαίτερα ανησυχητικά τα τελευταία στοιχεία για τη γερμανική οικονομία. Μάλιστα, το ινστιτούτο Ifo αναθεώρησε προς τα πάνω τις εκτιμήσεις για ανάπτυξη στην ισχυρότερη οικονομία της Ευρωζώνης από το 1,8% στο 1,9% για το τρέχον έτος. «Τα πλεονεκτήματα της γερμανικής οικονομίας σήμερα είναι το αδύναμο ευρώ και η ισχυρή εγχώρια ζήτηση σε ένα ευνοϊκό περιβάλλον με χαμηλά επιτόκια, υψηλή απασχόληση και ενίσχυση των μισθών», σχολιάζει ο οικονομολόγος της ING.
Ανάλογη εκτίμηση εκφράζει το DIW. Το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών θεωρεί πως κινητήριες δυνάμεις στην ανάπτυξη της Γερμανίας είναι η κατανάλωση και ο κατασκευαστικός κλάδος. Από την άλλη πλευρά, οι εταιρείες ματαιώνουν τα επενδυτικά σχέδιά τους λόγω της αβεβαιότητας που επικρατεί στις εμπορικές σχέσεις των ΗΠΑ με την Ε.Ε. αλλά και την Κίνα. Οι δασμοί που έχει επιβάλει η κυβέρνηση Τραμπ στον χάλυβα και στο αλουμίνιο έχουν οδηγήσει σε αύξηση των εισαγωγών στην Ε.Ε., εντείνοντας τον ανταγωνισμό για τις ευρωπαϊκές χαλυβουργίες. Το DIW προβλέπει πως ο ρυθμός ανάπτυξης θα φθάσει στο 1,8% το 2018, στο 1,7% το 2019 και στο 1,8% το 2020. Μέχρι το 2020, η ανεργία θα έχει υποχωρήσει στο 4,6% από το 5,2% που αναμένεται να καταγραφεί το τρέχον έτος.