Η Βρετανίδα πρωθυπουργός Theresa May έχει και πάλι αποκλείσει ένα νέο δημοψήφισμα για την ΕΕ. Υπήρξε ήδη η απόφαση του λαού, και οι πολίτες ψήφισαν να αποχωρήσουν, δήλωσε στο συνέδριο του κόμματός της την προηγούμενη εβδομάδα. Αλλά οι υποστηρικτές μιας νέας ψηφοφορίας, τονίζουν πως αυτή τη φορά δεν πρόκειται για μια επανάληψη της προεκλογικής εκστρατείας και των επιχειρημάτων του δημοψηφίσματος του 2016.
Δηλώνουν πως οι ψηφοφόροι θα πρέπει να έχουν άλλη μία φορά λόγο μόλις διευκρινιστούν οι όροι της συμφωνίας για το Brexit, ιδιαίτερα καθώς οποιαδήποτε συμφωνία θα απαιτήσει θυσίες που δεν αναφέρθηκαν σε όλη την προεκλογική εκστρατεία. Εκτός από την εγχώρια συζήτηση, υπάρχουν πρακτικοί και πολιτικοί λόγοι σχετικά με το για ποιον λόγο η ΕΕ των 27 να είναι απρόθυμη να υποχωρήσει λίγο για να διευκολύνει ένα νέο δημοψήφισμα.
Το κύριο πρακτικό πρόβλημα είναι ότι το Ηνωμένο Βασίλειο σχεδόν σίγουρα δεν έχει αρκετό χρόνο για να διεξάγει ένα δημοψήφισμα στην ΕΕ πριν από την προγραμματισμένη έξοδό της από την Ένωση στις 29 Μαρτίου 2019. Αυτό σημαίνει πως η ΕΕ θα πρέπει να παρατείνει την προθεσμία για τη διετή διαδικασία του Άρθρου 50 για την έξοδο από την ΕΕ, μια κίνηση που απαιτεί ομόφωνη έγκριση από τα κράτη-μέλη.
Είναι πιθανό να χρειαστούν τουλάχιστον έξι μήνες για να οργανωθεί ένα νέο δημοψήφισμα –συμπεριλαμβανομένων και της νομοθεσίας για αυτό, το να συμφωνηθεί το ερώτημα του δημοψηφίσματος, της προετοιμασίας για την ημέρα της κάλπης και της ύπαρξης επαρκούς χρόνου ώστε να διεξαχθεί η εκστρατεία, αναφέρουν οι εμπειρογνώμονες.
Και το νωρίτερο που οι βουλευτές θα μπορούσαν ενδεχομένως να εξετάσουν το ενδεχόμενο άσκησης πίεσης για ένα δημοψήφισμα, θα ήταν όταν συζητηθεί η συμφωνία της May για το Brexit ή αφού οι συνομιλίες είχαν καταρρεύσει συνολικά. Ο βραδύς ρυθμός της προόδου σε θέματα όπως τα ιρλανδικά σύνορα, υποδηλώνει ότι μια συμφωνία πιθανώς δεν θα είναι εφικτό να παρουσιαστεί ενώπιον της Βουλής μέχρι το Δεκέμβριο.
Η συζήτηση για το εάν θα διεξαχθεί νέο δημοψήφισμα έχει ενταθεί τους τελευταίους μήνες, μαζί με τους φόβους για έξοδο χωρίς συμφωνία και υπάρχουν ισχυρά επιχειρήματα και από τις δύο πλευρές. Έχει νόημα να επιτραπεί στους ψηφοφόρους να συγκρίνουν το τελικό αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων για το Brexit με τι τους υποσχέθηκε στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Ομοίως, υπάρχει μια βαρύτητα στο επιχείρημα της Theresa May ότι η χώρα έχει κάνει την επιλογή της και ότι είναι καιρός τώρα η κυβέρνηση να το κάνει πράξη. Η προσέλευση για το δημοψήφισμα του 2016 ήταν υψηλή, και περιλάμβανε 5,7 εκατ. ανθρώπους που δεν είχαν ψηφίσει στις προηγούμενες γενικές εκλογές. Ένα ακόμη δημοψήφισμα θα μπορούσε να αναζωπυρώσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια και να προκαλέσει μια αντίδραση.
Εάν υπήρχε ωστόσο μια πραγματική αλλαγή του κλίματος στο Λονδίνο σε μια νέα ψηφοφορία, είναι πιθανό η ΕΕ να μην είχε πρόβλημα να επεκτείνει την προθεσμία του Άρθρου 50 κατά, ας πούμε, ένα μήνα. Αλλά κάτι περισσότερο θα ήταν δύσκολο.
Τα κράτη-μέλη και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ θέλουν το Ηνωμένο Βασίλειο εκτός ΕΕ πριν από τις ευρωεκλογές το Μάιο του 2019 και τον διορισμό της νέας Κομισιόν στη συνέχεια, διαφορετικά η Βρετανία θα ήταν υποχρεωμένη να λάβει μέρος. Η ΕΕ έχει ήδη συμφωνήσει να ανακατανείμει τις 73 έδρες της Βρετανίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε άλλα κράτη-μέλη. Η Γαλλία –μία εκ των σκληροπυρηνικών στις συνομιλίες του Brexit- είναι μεταξύ των χωρών που πρόκειται να επωφεληθούν από την ανακατανομή των εδρών. Είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι το Παρίσι θα είναι πρόθυμο να δώσει περισσότερο στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Στο περιθώριο της συνόδου του Σαλτσμπουργκ, ο Μαλτέζος πρωθυπουργός άφησε να εννοηθεί ότι οι περισσότεροι ηγέτες της ΕΕ θα χαιρέτιζαν ένα νέο δημοψήφισμα. Αλλά κανένας άλλος ηγέτης, πέραν του Τσέχου πρωθυπουργού, είπε κάτι αντίστοιχο στην Αυστρία.
Όπως η Theresa May, οι Ευρωπαίοι ηγέτες και ιδιαίτερα τα θεσμικά όργανα, είναι επιφυλακτικοί προκειμένου να μην θεωρηθούν ότι έρχονται σε αντίθεση με τη δημοκρατική βούληση του λαού. Οι εθνικές κυβερνήσεις της ΕΕ έχουν ήδη αντιμετωπίσει κριτική για τα επανειλημμένα δημοψηφίσματα για θέματα της ΕΕ μέχρι να δοθεί η απάντηση που θέλει η ελίτ να ακούσει από την αρχή. Οποιαδήποτε εμφανής προσπάθεια από τους Ευρωπαίους ηγέτες να βοηθήσουν στην επανάληψη του δημοψηφίσματος του 2016,θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από τους λαϊκιστές, τους ευρωσκεπτικιστές και τα αντι-συστημικά κόμματα σε όλη την Ευρώπη που υποστηρίζουν ότι η ΕΕ δεν ακούει τους ψηφοφόρους της. Ένα ακόμη δημοψήφισμα για την Ε στη Βρετανία, θα έδινε επίσης στους επικριτές της ΕΕ ανά την ήπειρο, μια κοινή αιτία να συσπειρωθούν γύρω της. Το ότι χάθηκε ένα δημοψήφισμα ήταν αρκετά άσχημο. Εάν χαθεί και δεύτερο θα ήταν ένα σοβαρό πλήγμα.
Είναι πιθανό ότι εάν οι ηγέτες της ΕΕ είχαν έναν πολύ καλό λόγο να επεκτείνουν το Άρθρο 50, θα έβρισκαν ένα τρόπο γύρω από το “οικονομικό πρόβλημα”. Εξάλλου, όταν πρόκειται για την αντιμετώπιση φαινομενικά δύσκολων ζητημάτων, η ΕΕ είναι γνωστή για τα “μαγικά” της. αλλά όταν ερωτηθεί πίσω από κλειστές πόρτες εάν εξετάζουν σοβαρά αυτό το σενάριο, οι αξιωματούχοι αφήνουν να εννοηθεί ότι δεν τους έχει ζητηθεί να εξετάσουν το θέμα. Ίσως να μπλοφάρουν λόγω φόβων για διαρροές, που θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν τη λαϊκή δυσαρέσκεια.
Άλλη μία εξήγηση είναι επίσης πιθανή. Το Brexit θεωρείται ανά την ήπειρο ότι είναι ένα ζήτημα που αποσπά την προσοχή από άλλα πιεστικά προβλήματα, όπως η μεταναστευτική κρίση. Οι ηγέτες της ΕΕ ίσως είναι απρόθυμοι να ζητήσουν από τους αξιωματούχους τους να εργαστούν παραπάνω σε ένα σενάριο το οποίο δεν έχει καν την στήριξη της βρετανικής κυβέρνησης.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η ΕΕ δεν θα διευκόλυνε τελικά ένα νέο δημοψήφισμα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αλλά εκείνοι που πιέζουν για αυτό, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι η πλευρά της ΕΕ στην εξίσωση, δεν είναι καθόλου απλή.