Η καθυστέρηση καταβολής του μισθού συνιστά βλαπτική μεταβολή των όρων της εργασιακής συμβάσεως και αυτό ανεξάρτητα από την αιτία της καθυστέρησης, έκρινε το Εφετείο Αθηνών και δικαίωσε δύο εργαζόμενους που ο εργοδότης τους (ιδιωτική κλινική) επί 7 μήνες καθυστερούσε να καταβάλει τους δεδουλευμένους μισθό τους.
Η εργοδότρια επιχείρηση καθυστερούσε να καταβάλει τις αποδοχές δυο εργαζομένων με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου από τον Δεκέμβριο του 2012 έως τον Ιούλιο του 2013.
Απέστειλαν εξώδικο
Για το λόγο αυτό, οι εργαζόμενοι απέστειλαν εξώδικο στο οποίο ανέφεραν ότι δολίως δεν καταβάλλονται οι αποδοχές τους, με σκοπό τον εξαναγκασμό τους σε παραίτηση, ενώ παράλληλα δήλωσαν ότι θεωρούν τη μη καταβολή των αποδοχών τους ως μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας τους και συνακόλουθα ως καταγγελία από μέρους της εργοδότριας εταιρείας των εργασιακών τους συμβάσεων.
Παράλληλα, ζητούσαν την καταβολή των δεδουλευμένων, αποζημίωση απόλυσης και χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης εξαιτίας της προσβολής της προσωπικότητάς τους από την αντισυμβατική συμπεριφορά της εργοδότριας εταιρείας. Η εταιρεία δεν απάντησε στην εξώδικη δήλωση των δύο εργαζομένων οι οποίοι σταμάτησαν να πηγαίνουν στην επιχείρηση. Κατόπιν αυτών κατέφυγαν στα δικαστήρια. Το Εφετείο, ερμηνεύοντας τους νόμους 4487/2017 και 2112/1920, επισημαίνει στην απόφαση του (ΕΕργΔ 2018, 571) ότι «θεωρείται μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας η αξιόλογη καθυστέρηση καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών του εργαζομένου από τον εργοδότη, ανεξαρτήτως της αιτίας της καθυστέρησης».
Βλαπτική, μεταβολή των όρων της εργασιακής συμβάσεως
Έτσι, από τις νομοθετικές διατάξεις προκύπτει –συνεχίζει το Εφετείο- ότι η καθυστέρηση καταβολής του μισθού, για «να θεωρηθεί ότι συνιστά βλαπτική, μεταβολή των όρων της εργασιακής συμβάσεως, πρέπει να είναι αξιόλογη, ανεξάρτητα από την αιτία της καθυστέρησης, και δεν είναι αναγκαίο να γίνεται αυτή (η καταβολή του μισθού) δολίως, και δη για να εξαναγκασθεί ο μισθωτός σε αποχώρηση από την εργασία του».
Ακόμη, η εφετειακή απόφαση αναφέρει ότι ο ισχυρισμός των εργαζομένων ότι η καθυστέρηση καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών τους έγινε δολίως από μέρους της εταιρείας με σκοπό τον εξαναγκασμό τους σε παραίτηση αποδείχθηκε αβάσιμος, αντίθετα αποδείχθηκε ότι η εν λόγω καθυστέρηση είχε ως αιτία την περιορισμένη ταμειακή ρευστότητα της κλινικής, οφειλόμενη στην γενικότερη υφιστάμενη στη χώρα οικονομική κρίση, εξαιτίας της οποίας ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. καθυστερούσε να της καταβάλει τα νοσήλια των ασφαλισμένων του.
Νόμιμη αποζημίωση
Όμως, πέρα από αυτό, υπογραμμίζει το Εφετείο, η επί επτά μήνες άρνηση της εταιρείας «να καταβάλει τις δεδουλευμένες αποδοχές τους, ανεξάρτητα από την αιτία της μη καταβολής τους, εξαιτίας της οποίας οι τελευταίοι αδυνατούσαν να αντιμετωπίσουν τις βιοτικές τους ανάγκες, κρίνεται αξιόλογη, συνιστά μονομερή από μέρους της εναγόμενης βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας των εναγόντων και δίνει το δικαίωμα σ’ αυτούς να θεωρήσουν τη μονομερή βλαπτική μεταβολή ως καταγγελία από την πλευρά της εναγομένης-εργοδότριάς τους και να αποχωρήσουν από την εργασία, αξιώνοντας την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης».
Κατόπιν αυτών, το Εφετείο επιδίκασε στον πρώτο εργαζόμενο το ποσό των 14.888 ευρώ και στην δεύτερη το ποσό των 7.394 ευρώ, συν τους νόμιμους τόκους, ενώ απέρριψε το αίτημά τους για αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης.