Για μία δεκαετία μετά την παγκόσμια πιστωτική ασφυξία, που λύγισε χρηματοοιικονομικούς κολοσσούς και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, τα τραπεζικά deals είχαν παγώσει. Κανείς δεν ήταν διατεθειμένος για μεγάλα ανοίγματα. Ωστόσο τα πράγματα φαίνεται να είναι έτοιμα να αλλάξουν. Με τις προκλήσεις, που κληροδότησε η κρίση και άλλες, νέες, να έρχονται στο προσκήνιο οι συμμαχίες κρίνονται απαραίτητες. Στις ΗΠΑ είχαμε ήδη το πρώτο μεγάλο deal από το 2008, το οποίο και αλλάζει το χρηματοπιστωτικό τοπίο. Και στην Ευρώπη, για πρώτη φορά από τη δεκαετία του ’80 επιστρέφει δυναμικά η ιδέα των εθνικών ή και ευρωπαϊκών πρωταθλητών.
Η ανακοίνωση της συγχώνευσης των BB&T και SunTrust, που δημιουργεί την έκτη μεγαλύτερη τράπεζα στις ΗΠΑ, φαίνεται να έχει ανοίξει την όρεξη αναλυτώ και επενδυτών, που προσπαθούν να δουν τώρα εάν υπάρχουν προοπτικές για νέες σημαντικ΄ςε συμφωνίες μεταξύ παιχτών μεσαίου μεγέθους ή και για εξαγορές μικρότερων ιδρυμάτων από τους γίγαντες της Wall Street.
Ποιοι παράγοντες «σπρώχνουν» τις εξελίξεις
Το σημερινό σκηνικό ευνοεί την συνένωση δυνάμεων. Ο ανταγωνισμός εντείνεται συνεχώς, καθώς πέραν των παραδοσιακών τραπεζών στο παιχνίδι της χορήγησης δανείων ή και των deals στις χρηματοοικονομικές αγορές έχουν μπει για τα καλά οι μεγάλοι όμιλοι ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων (private equity), τα hedge funds και άλλοι φορείς του λεγόμενου σκιώδους τραπεζικού τομέα. Σε ενα τέτοιο περιβάλλον όσο πιο μεγάλος είσαι τόσο περισσότερες πιθανότητες έχεις να επιβιώσεις.
Αναλυτές εξηγούν στο CNNMoney πως ακόμη ένας παράγοντας που ευνοεί τις τραπεζικές συγχωνεύσεις είναι τα τεράστια κόστη, που απαιτούν οι επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες, που είναι απαραίτητες όχι μόνο για να παραμείνουν ανταγωνιστικές οι τράπεζες στη νέα ψηφιακή εποχή, αλλά και για να προστατεύσουν τα συστήματά τους και τους πελάτες τους σε μία περίοδο, κατά την οποία οι κυβερνο- επιθέσεις εξελίσσονται σε κορυφαία απειλή.
Τι συμβαίνει στην Ευρώπη
Η ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης, αλλά και των καταθέσεων, υπό την πίεση και των εποπτικών αρχών, που προωθούν ολοένα και αυστηρότερες απαιτήσεις ωθούν επίσης προς την καττεύθυνση των μεγάλων deals. Στην Ευρώπη ιταλικές, ισπανικές και όχι μόνο τράπεζες αναζητούν λύσεις ώστε να σταματήσουν μια και καλή να βρίσκονται στο στόχαστρο των επενδυτών για προβλήματα κεφαλαιακής επάρκειας. Ο βραχνάς των κόκκινων δανείων, αλλά και η εμπλοκή σε πολύκροτα, άκρως δαπανηρά σκάνδαλα, που δυσκολεύονται να αφήσουν πίσω είναι ακόμη ένα ισχυρό κίνητρο για τα τραπεζικά ιδρύματα της ηπείρου.
Για καμία άλλη ευρωπαϊκή τράπεζα δεν γίνεται τόσο έντονα συζήτηση όσο για την Deutsche Bank. Έχει καταστεί σαφές πως η γερμανική κυβέρνηση ασκεί πιέσεις, έστω και διακριτικά, για συγχώνευση της κορυφαίας τράπεζας της χώρας με την μεγαλύτερη ανταγωνίστριά της, την Commerzbank. Ένας γερμανικός τραπεζικός κολοσσός θα μπορούσε να ανοίξει τις στρόφιγγες για επιχειρήσεις και νοικοκυριά και να δώσει πολύτιμη τονωτική ένωση στην μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία, που έχει παγιδευθεί σε τέλμα.
Οι τελευταίες πληροφορίες θέλουν την Deutsche Bank να καταφεύγει σε αυτή την λύση έως τα μέσα του έτους, εάν δεν έχει καταφέρει με άλλο τρόπο να επιστρέψει σε βιώσιμη κερδοφορία. Η ίδια η γερμανική τράπεζα επισήμως αρνείται πως μία συγχώνευση είναι μονόδρομος. Θέλει με κάθε τρόπο να διατηρήσει την ανεξαρτησία της, αλλά ίσως αυτό δεν είναι πια εφικτό, ύστερα από ζημιές πολλών δισεκατομμυρίων. Στο παρελθόν έχουν επίσης ακουστεί πληροφορίες για ενδιαφέρον αμερικανικών τραπεζών για την DB, όπως επίσης και για τη δυνατότητα να ενώσει δυνάμεις με άλλη μεγάλη τράπεζα της Ευρώπης, εκτός Γερμανίας.
Ένα ακόμη σενάριο, που έχει παίξει δυνατά, είναι αυτό της συνένωσης δυνάμεων της γαλλικής Societe Generale με την ιταλική Unicredit, αλλά δεν έχει προς το παρόν υπάρξει κάποιο ουσιαστικό βήμα. Μένει να φανεί εάν μία εξέλιξη στη Γερμανία θα κινητοποιούσε τις συγκεκριμένες τράπεζες.
Αξίζει να θυμίσουμε ότι ο επικεφαλής της Unicredit Ζαν Πιερ Μουστιέ είχε καταστήσει φανερή την αγωνία του κλάδου για δημιουργία «πρωταθλητών», που θα μπορούν να ανταγωνιστούν τους αμερικανικούς κολοσσούς, θυμίζοντας πως η κεφαλαιοποίηση της JP Morgan είναι 350 δισ. δολάρια, δηλαδή τέσσερις φορές υψηλότερη από εκείνη της ισπανικής Banco Santander, που είναι η κορυφαία, βάσει χρηματιστηριακής αξίας, τράπεζα της Ευρωζώνης.
Ο Μουστιέ είχε δε σχολιάσει πως υπάρχουν μόνο δύο τράπεζες που μπορούν να χαρακτηριστούν πανευρωπαϊκές αυτήν τη στιγμή: η BNP Paribas, που διαθέτει παρουσία στη Γαλλία, την Ιταλία και τις χώρες Μπενελούξ, και η Unicredit, με δραστηριότητες σε Ιταλία, Γερμανία και Αυστρία.
Ο χορός των deals άνοιξε πάντως από τις γαλλικές τράπεζες πέρυσι αν και σε μικρή κλίμακα. Τον περασμένο Ιούνιο η γαλλική BNP Paribas εξαγόρασε τη γερμανική εταιρεία διαχείρισης ενεργητικού DWS, που ανήκε στην Deutsche Bank, σε μια προσπάθεια να ενισχύσει την παρουσία της στη γερμανική αγορά. Ακολούθησε από τη γαλλική Societe Generale η συμφωνία εξαγοράς του βραχίονα μετοχών και εμπορευμάτων της γερμανικής Commerzbank.
Είναι μια συναλλαγή που εξυπηρετεί τα συμφέροντα και των δύο. Η πρώτη επιδιώκει να ενισχύσει την παρουσία της στην αγορά των παραγώγων, ενώ η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Γερμανίας δίνει μάχη να τονώσει κερδοφορία και κεφαλαιακή βάση, και επιδιώκει να απαλλαγεί από δραστηριότητες που δεν είναι στον πυρήνα της στρατηγικής της.