Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν θα βιαστεί να αποφασίσει κατά πόσον είναι αρκετά σοβαρή η επιβράδυνση της οικονομίας της Ευρωζώνης ώστε να αλλάξει τη νομισματική της πολιτική, σύμφωνα με έρευνα του Bloomberg μεταξύ οικονομολόγων. Ωστόσο αυτοί προβλέπουν πως η ΕΚΤ θα αναγκαστεί εξαιτίας της επιδείνωσης των οικονομικών προοπτικών να χορηγήσει νέα δάνεια προς τις τράπεζες για να ενισχύσει τη ρευστότητα και πως θα μεταθέσει χρονικά την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού.
Στην πλειονότητά τους οι οικονομολόγοι που πήραν μέρος στην έρευνα του Bloomberg προβλέπουν πως η ΕΚΤ θα προχωρήσει σε σημαντική προς το χειρότερο αναθεώρηση προβλέψεων για ανάπτυξη και πληθωρισμό στη συνεδρίαση της επόμενης εβδομάδας, αλλά και ότι θα περιμένει μέχρι τον Απρίλιο ή τον Ιούνιο μέχρι να ανακοινώσει τη χορήγηση νέων δανείων προς τράπεζες και αναβολή αύξησης επιτοκίων δανεισμού. Η πλειονότητα των οικονομολόγων προβλέπει πως η ΕΚΤ θα περιμένει μέχρι τον Απρίλιο ώστε να ανακοινώσει τη χορήγηση νέων μακροπρόθεσμων, φθηνών δανείων (TLTRO) προς τις τράπεζες. Παράλληλα, θεωρούν πως η ΕΚΤ θα αλλάξει τον Ιούνιο και όχι νωρίτερα την ενημέρωση για την πορεία των επιτοκίων δανεισμού (forward guidance). Το 33% των ερωτηθέντων προβλέπει πως η ΕΚΤ θα ανακοινώσει νέα δάνεια (όπως είχε κάνει και το 2016) τον Μάρτιο, το 39% τον Απρίλιο, ενώ η πλειονότητα θεωρεί πως θα αρχίσει να τα χορηγεί τον Ιούνιο. Στο θέμα των επιτοκίων δανεισμού υπολογίζουν πως η πρώτη αύξηση θα αφορά τα επιτόκια προς τράπεζες και ότι θα σημειωθεί τον Δεκέμβριο του 2019, οπότε η ΕΚΤ θα αρχίσει να αυξάνει τα επιτόκια από το -0,4% που είναι σήμερα και πως αυτά δεν θα φτάσουν το 0% πριν από τον Σεπτέμβριο του 2020, δηλαδή πέντε μήνες αργότερα απ’ όσο υπολόγιζαν μέχρι τώρα.
Οι αγορές θεωρούν πως δεν θα υπάρξει αύξησή τους πριν από τον Ιούνιο του 2020. Επισήμως η ΕΚΤ αναφέρει πως τα επιτόκια δανεισμού θα διατηρηθούν στα σημερινά επίπεδα μέχρι τουλάχιστον το τέλος του καλοκαιριού και για όσο διάστημα απαιτηθεί. Η πρώτη αύξηση του βασικού επιτοκίου δανεισμού (σήμερα βρίσκεται στο 0%) προβλέπεται πως θα γίνει τον Ιούνιο του 2020. Οι οικονομολόγοι δεν προβλέπουν αλλαγές στη στρατηγική επαναγοράς ομολόγων της ΕΚΤ η οποία θα συνεχιστεί μετά και το 2021. Με την ιταλική οικονομία να βρίσκεται σε ύφεση το δεύτερο εξάμηνο του 2018 και τη γερμανική να την αποφεύγει μόλις και μετά βίας, η Κομισιόν αναθεώρησε στις αρχές του μήνα την πρόβλεψη για την ανάπτυξη της Ευρωζώνης το 2019 από το 1,9% στο 1,3%. Οι οικονομολόγοι που πήραν μέρος στην έρευνα του Bloomberg προβλέπουν πως η ΕΚΤ θα αναθεωρήσει, την επόμενη εβδομάδα, προς το χειρότερο την πρόβλεψη για ανάπτυξη και πληθωρισμό για τα έτη 2019 και 2020. Ως σημαντικότερη απειλή θεωρούν την επιβράδυνση της Ευρωζώνης, ακολουθούν η απειλή ενός χαοτικού Brexit, η κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου, η επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας, αλλά και η πρόκληση κρίσης στην Ιταλία. Αξιοσημείωτο είναι πως αυξάνεται πολύ σημαντικά το ρίσκο για επιβράδυνση της Ευρωζώνης από το 69% στο 85% και για σκληρό Brexit από το 59% στο 73%. Δεν είναι αμελητέα ούτε η αύξηση του ιταλικού ρίσκου από το 29% στο 43%.
Οι σκέψεις του Λιικάνεν
Ο Ερκι Λιικάνεν, πρώην κεντρικός τραπεζίτης της Φινλανδίας και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, δήλωσε χθες πως θα εξετάσει το ενδεχόμενο να είναι υποψήφιος διάδοχος του Μάριο Ντράγκι ως πρόεδρος της ΕΚΤ, εφόσον του ζητηθεί. «Θα το εξετάσω αν γίνει μια τέτοια ερώτηση», είπε ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης σε συνέντευξη που παραχώρησε χθες στη φινλανδική εφημερίδα Helsingin Sanomat. Ερωτηθείς αν θα είναι υποψήφιος πρόεδρος της Φινλανδίας, ο Λιικάνεν απάντησε πως το ζήτημα δεν είναι πλέον επίκαιρο. Τον Μάιο του 2018, ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης της Φινλανδίας, ο οποίος είχε υποστηρίξει την πολιτική του Μάριο Ντράγκι τα προηγούμενα χρόνια, δήλωσε πως δεν θα θέσει υποψηφιότητα για την προεδρία της ΕΚΤ. «Ισως όμως να υπάρξουν καταστάσεις όπου σου τίθεται το ερώτημα: “θα πράξεις το καθήκον σου;”. Και τότε, κανείς πρέπει να το σκεφθεί», είχε αναφέρει ο Λιικάνεν στη φινλανδική δημόσια τηλεόραση. Η θητεία του Ντράγκι ολοκληρώνεται τον Οκτώβριο και σύμφωνα με το Bloomberg ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες (46%) να αναδειχθεί διάδοχός του από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων της Ευρωζώνης, ενώ ακολουθεί (42%) ο νυν κεντρικός τραπεζίτης της Γαλλίας, Φρανσουά Βιλρού ντε Γκαλό.Έντυπη