Την επιθυμία Βρετανού, ηλικίας 85 χρονών, ο οποίος διαμένει στην Κύπρο από το 2007, να αποκτήσει ακίνητη περιουσία στο νησί μας, εκμεταλλεύτηκε κτηματομεσίτης από την Πάφο ο οποίος μαζί με ακόμα ένα πρόσωπο έστησαν απάτη σε βάρος του, αποσπώντας του περίπου μισό εκατομμύριο ευρώ.
Ο κτηματομεσίτης καταδικάστηκε και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης πέντε χρόνων. Η ποινή ήταν αυστηρότερη κατά ένα χρόνο από εκείνη που επιβλήθηκε στον συγκατηγορούμενο του. Ουσιαστικά, οι δύο καταδικασθέντες ελάμβαναν χρήματα από τον Βρετανό για την αγορά ακίνητης περιουσίας στην επαρχία Πάφου, τα οποία όμως τελικά οικειοποιήθηκαν. Ο κτηματομεσίτης άσκησε έφεση επιδιώκοντας ανατροπή της καταδίκης, ή έστω μείωση της επιβληθείσας ποινής. Το Εφετείο έκρινε πως η καταδίκη ήταν αποτέλεσμα ορθής αξιολόγησης της μαρτυρίας που είχε ενώπιόν του το Κακουργιοδικείο, και ειδικά εκείνης του παραπονούμενου Βρετανού, και δεν υπήρχε περιθώριο ανατροπής της. Σε ό,τι αφορά στην επιβληθείσα ποινή το Εφετείο υπέδειξε, σε συμφωνία με το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι «ο αναβαθμισμένος του ρόλος στην εξέλιξη των γεγονότων και στο σχεδιασμό της όλης εξαπάτησης του παραπονούμενου, που με ευκολία αναδύονται από τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπό συζήτηση υπόθεση, δικαιολογούσαν διαφορετική ποινική μεταχείριση, σε βάρος του εφεσείοντα (κτηματομεσίτη), επισήμανση που ορθά οδήγησε το Κακουργιοδικείο στην διαφοροποίηση της ποινής». Τονίστηκε παράλληλα η σοβαρότητα των αδικημάτων που είχαν ως αποτέλεσμα «την οικονομική αφαίμαξη του γηραιού παραπονούμενου από τον οποίο ο εφεσείων (μαζί με τον συγκατηγορούμενό του) απέσπασε, εκμεταλλευόμενος την επαγγελματική του ιδιότητα και την εμπιστοσύνη που του έδειξε ο παραπονούμενος, ποσό μισού περίπου εκατομμυρίου ευρώ». Απορρίπτοντας την έφεση στο σύνολό της το Εφετείο σημείωσε πως λαμβανομένης υπόψη της έκτασης της απάτης και της επαγγελματικής ιδιότητας του καταδικασθέντος, η επιβληθείσα ποινή των πέντε χρόνων φυλάκισης ήταν επιεικής υπό τις περιστάσεις.