Σε ρεαλιστική και ξεκάθαρη βάση, έτσι ώστε να ξεμπλοκάρουν οι αναδιαρθρώσεις δανείων που “στοιχειώνονται” από τον φόβο της υπογραφής, μπαίνει το θέμα της νομικής κάλυψης των τραπεζικών στελεχών.
Το θέμα διευθετείται στον νέο Ποινικό Κώδικα, ο οποίος μαζί με τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, διατηρούνται σε κατάσταση limbo από την κυβέρνηση αναφορικά με την ψήφισή τους, αν και διαθέτουν ευρεία συναίνεση. Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση, η οποία τονίζει ότι θέλει να διασφαλίσει την αξιοπιστία της δικαιοσύνης, έσπευσε να αποφασίσει τον διορισμό νέας ηγεσίας στον Άρειο Πάγο ενώ έχει προκηρύξει εκλογές για τις 7 Ιουλίου. Σύμφωνα με πληροφορίες, πάντως, κατόπιν παρέμβασης του Προέδρου της Δημοκρατίας, τα δύο νομοθετήματα θα προχωρήσουν προς ψήφιση μέσα στις προσεχείς ημέρες.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Capital.gr, στον νέο Ποινικό Κώδικα προβλέπεται ρήτρα με την οποία τα στελέχη των τραπεζών δεν θα έχουν το ακαταδίωκτο -κάτι που θα ήταν, άλλωστε, αντισυνταγματικό-, αλλά για να ασκηθεί δίωξη εναντίον τους, θα πρέπει να υπάρχει συναίνεση του παθόντος (δηλαδή της τράπεζας, η οποία θα έχει υποστεί τη ζημία από τις αποφάσεις του στελέχους). Κατόπιν αυτού, η δίωξη τραπεζικών στελεχών θα γίνεται όχι αυτεπάγγελτα όπως σήμερα, αλλά κατ΄ έγκληση.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, η ρύθμιση που παρέχει τη νομική κάλυψη αφορά όλο τον ιδιωτικό τομέα (δηλ. και επιχειρηματίες κατά τη λήψη επιχειρηματικών αποφάσεων), ενώ αυτεπάγγελτη θα είναι η δίωξη κατά λειτουργών του Δημοσίου για τον λόγο ότι οι πράξεις τους αφορούν το δημόσιο συμφέρον.
Η ρύθμιση της νομικής κάλυψης των τραπεζικών στελεχών έτσι όπως έχει συμφωνηθεί στον νέο Ποινικό Κώδικα που θα αντικαταστήσει αυτόν του 1950, είναι ζωτικής σημασίας για τις τράπεζες και τη μείωση των “κόκκινων” δανείων. Με καθυστερήσεις στο 45% του δανειακού χαρτοφυλακίου τους, όταν ο μέσος ευρωπαϊκός δείκτης επισφαλειών βρίσκεται στο 3%, οι τράπεζες δεν μπορούν να γυρίσουν σελίδα, επιστρέφοντας υγιείς στον παραδοσιακό τους ρόλο του χρηματοδότη της Οικονομίας.
Περαιτέρω, οι τράπεζες έχουν δεσμευτεί να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους σχεδόν κατά 60 δισ. ευρώ μέχρι τα τέλη του 2019. Η πώληση δανείων μέσω της οποίας μπορεί να επιτευχθεί ο φιλόδοξος αυτός στόχος (και θα συμβάλει τουλάχιστον κατά το ήμισυ, μαζί με τις τιτλοποιήσεις, στην υλοποίησή του), είναι μια πολύ ακριβή λύση για τις τράπεζες. Το ζητούμενο, επομένως, είναι οι τράπεζες να μπορέσουν να αυξήσουν τις ρυθμίσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων, επαναφέροντάς τα, με αναδιαρθρώσεις και “κουρέματα”, σε ομαλή αποπληρωμή.
Σήμερα, οι τραπεζίτες αρνούνται να βάλουν την υπογραφή τους σε αναδιαρθρώσεις και “κουρέματα”, αφού το ισχύον καθεστώς τούς αφήνει έρμαια σε αυτεπάγγελτες διώξεις από τις εισαγγελικές αρχές και κάθε επιχειρηματική τους απόφαση μπορεί να τους εμπλέξει σε πολυετείς δικαστικές περιπέτειες.
Είναι ενδεικτικό π.χ. ότι για μία μόνο υπόθεση (συγκεκριμένα, δάνεια προς τον όμιλο Μπόμπολα), διώκονται αυτή τη στιγμή 40 στελέχη από 3 τράπεζες. Όπως είναι και προφανές για το παράλογο της υπόθεσης να κρίνονται επιχειρηματικές αποφάσεις αυτεπάγγελτα από τις εισαγγελικές αρχές, το ότι ως μάρτυρες υπεράσπισης των στελεχών που διώκονται καταθέτουν πρόεδροι των ίδιων των τραπεζών, ή το ότι οι γενικές συνελεύσεις των μετόχων έχουν επανεκλέξει περισσότερες από μία φορά τα στελέχη που διώκονται.
Τα παραπάνω καταρρίπτουν το σκεπτικό των αυτεπάγγελτων διώξεων ότι τα στελέχη των τραπεζών έχουν ζημιώσει με τις αποφάσεις τους τις τράπεζες και καθιστούν προφανή την πρόβλεψη του νέου Ποινικού Κώδικα για δίωξη μόνο με τη συναίνεση του παθόντος.