Η επανεξέταση μιας οριστικής απόφασης για συνταξιοδότηση μπορεί να γίνει μόνο στην περίπτωση εκείνη κατά την οποία έχει υπάρξει μεταβολή της νομοθεσίας υπέρ του ασφαλισμένου στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο η αίτησή του για σύνταξη βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη. Όπως αναφέρει σχετική διευκρινιστική εγκύκλιος του αρμόδιου υφυπουργού Κοινωνικής Ασφάλισης Αναστάσιου Πετρόπουλου, «μεταξύ των περιπτώσεων κατά τις οποίες κάμπτεται η αρχή περί απαγόρευσης της ανάκλησης νόμιμων επωφελών ατομικών διοικητικών πράξεων είναι και εκείνη της μεταβολής της νομοθεσίας, που δεν ελήφθη υπόψη κατά τον χρόνο έκδοσης της διοικητικής πράξης».
Ουσιαστικά, αυτό σημαίνει πως ένας ασφαλισμένος μπορεί να ζητήσει να επανεξεταστεί η «οριστική απόφαση» του ΕΦΚΑ για τη συνταξιοδότησή του εάν δεν ελήφθησαν υπόψη ευεργετικές διατάξεις νόμων οι οποίοι εκδόθηκαν ενώ ακόμη ήταν σε εξέλιξη η διεκπεραίωση της αίτησής του για σύνταξη. Συνεπώς, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες επήλθε μεταβολή της νομοθεσίας ενώ η υπόθεση βρισκόταν σε εκκρεμότητα και η μεταβολή αυτή δεν ελήφθη υπόψη κατά τον χρόνο έκδοσης της διοικητικής πράξης της συνταξιοδότησης, είναι δυνατή η ανάκληση αυτής της διοικητικής πράξης προκειμένου το αίτημα να εξεταστεί με τις νέες διατάξεις εφόσον αυτές είναι ευνοϊκότερες για τον ασφαλισμένο και εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα εκ μέρους του. Ευνόητο είναι ότι στις περιπτώσεις αυτές η έναρξη συνταξιοδότησης τοποθετείται στην ημερομηνία έναρξης ισχύος της νέας διάταξης.
Τι πρέπει να γνωρίζουν οι ασφαλισμένοι
Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 και 2 του ν. 4554/2018 (με ημερομηνία έναρξης ισχύος την 18.7.2018), το δικαίωμα σύνταξης γήρατος αρχίζει από την πρώτη του επόμενου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης μήνα, υπό την προϋπόθεση ότι κατά την ημερομηνία αυτή πληρούνται όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, ενώ για τα πρόσωπα που από την κείμενη νομοθεσία απαιτείται η λύση της υπαλληλικής σχέσης, προκειμένου να συνταξιοδοτηθούν λόγω γήρατος, η προϋπόθεση αυτή εξακολουθεί να ισχύει.
Οι ασφαλισμένοι που, κατά την έναρξη χορήγησης της σύνταξης, συνεχίζουν την εργασία ή απασχόλησή τους ως μισθωτοί ή μη μισθωτοί διέπονται από τις διατάξεις περί απασχόλησης συνταξιούχων. Στις περιπτώσεις αυτές δεν απαιτείται η διακοπή της επαγγελματικής δραστηριότητας, όπως προβλέπεται ανά πρώην ασφαλιστικό φορέα και η συνέχιση της απασχόλησης δηλώνεται στην αίτηση συνταξιοδότησης. Κατόπιν αυτών, στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης πριν από την έναρξη ισχύος του ν.4554/2018, δηλαδή πριν από τη 18η.7.2018, οπότε υπήρχε υποχρέωση διακοπής της επαγγελματικής δραστηριότητας προκειμένου για την έναρξη καταβολής της σύνταξης, και εφόσον το συνταξιοδοτικό δικαίωμα δεν έχει κριθεί οριστικά, είναι δυνατόν το εν λόγω δικαίωμα να κριθεί σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον ν. 4554/2018.
Η χορήγηση ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης με 50 ένσημα
Για να υπολογιστεί πότε συμπληρώθηκε ο ελάχιστος απαιτούμενος χρόνος ασφάλισης των 50 ενσήμων προκειμένου να χορηγηθεί η ανανέωση της ασφαλιστικής ενημερότητας για έναν μισθωτό, στην περίπτωση που ο ασφαλισμένος προσέρχεται εντός του Μαρτίου του 2019, αφαιρείται ο Μάρτιος του 2019 και εξετάζεται το ασφαλιστικό του ιστορικό έως δώδεκα μήνες πριν.
Δηλαδή, σύμφωνα με εγκύκλιο του ΕΦΚΑ, τα 50 ένσημα θα πρέπει να έχουν συμπληρωθεί στο χρονικό διάστημα από 28 Φεβρουαρίου του 2019 μέχρι και την 1η Μαρτίου του 2018 και εάν ο ασφαλισμένος έχει συμπληρώσει 50 ημέρες ή 2 μήνες ασφάλισης εντός της περιόδου αυτής, χορηγείται ασφαλιστική ικανότητα από την ημερομηνία προσέλευσης έως τη λήξη του ασφαλιστικού έτους, δηλαδή έως 29/2/2020. Επισημαίνεται ότι ο μη μισθωτός, δηλαδή ο αυτοαπασχολούμενος ελεύθερος επαγγελματίας, θα πρέπει να έχει συμπληρώσει 2 μήνες ασφάλισης μέσα στο ίδιο διάστημα προκειμένου να του χορηγηθεί ασφαλιστική ικανότητα για το επόμενο ασφαλιστικό έτος, δηλαδή από 1/3/2019 έως και 29/2/2020.
Επισημαίνεται ότι τα τέκνα θανόντος ασφαλισμένου ή συνταξιούχου του ΕΦΚΑ που δικαιούνται σύνταξη λόγω θανάτου και τη λαμβάνουν έως το 24ο έτος της ηλικίας τους, συνεχίζουν να ασφαλίζονται από τον ΕΦΚΑ ως τέκνα θανόντος, μέχρι τη συμπλήρωση του 35ου έτους της ηλικίας τους, εφόσον δεν ασφαλίζονται από δικό τους δικαίωμα σε φορέα εντός ή εκτός ΕΦΚΑ.