Να διακόπτονται άμεσα και οι μεταδόσεις της Θείας Λειτουργίας από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση για να μεταδίδονται οι προειδοποιήσεις της ΕΜΥ». Αυτά έλεγαν ο αρμόδιος υφυπουργός Εθνικής Αμυνας, στον οποίο μέσω του ΓΕΑ υπαγόταν η ΕΜΥ, και ο τότε αρχηγός του ΓΕΑ, μετά το καταστροφικό μπουρίνι που αργά το απόγευμα της 21ης Ιουλίου 1983 είχε πλήξει τον Θερμαϊκό. Σε εκείνη την τραγωδία εννέα άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους, ενώ οι υλικές καταστροφές στην Κεντρική Μακεδονία και στην Αν. Θεσσαλία ήταν ανυπολόγιστες. «Το μπουρίνι εκείνο και οι επιπτώσεις του είχαν ανοίξει τον ασκό του Αιόλου στην ΕΜΥ και στο ΓΕΑ», θυμάται ο μετεωρολόγος και πρώην διευθυντής του Εθνικού Μετεωρολογικού Κέντρου της ΕΜΥ Δημήτρης Ζιακόπουλος. «Η αιτία ήταν οι αναφορές των εφημερίδων, του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης για ανυπαρξία μηχανισμού άμεσων ειδοποιήσεων των πολιτών από την ΕΜΥ για επικίνδυνα καιρικά φαινόμενα τοπικής κλίμακας με μικρό χρόνο ζωής». Σύστημα προειδοποιήσεων για τις μεγάλης κλίμακας κακοκαιρίες υπήρχε, αλλά όχι για τα μπουρίνια.
Τριάντα έξι χρόνια έχουν περάσει και όπως με οδυνηρό τρόπο συνειδητοποιήσαμε το βράδυ της περασμένης Τετάρτης, μετά το φονικό μπουρίνι που έπληξε τη Χαλκιδική, το σύστημα άμεσης προειδοποίησης των πολιτών την ώρα του κόκκινου συναγερμού αποτελεί ακόμη ζητούμενο. «Θυμάμαι τότε (σ.σ. 1983) είχαμε αρχίσει αμέσως τις επαφές με την ΕΡΤ και καταφέραμε να δρομολογήσουμε διαδικασίες γρήγορης διασποράς και μετάδοσης των προειδοποιήσεων», λέει ο κ. Ζιακόπουλος. «Ομως, με την πάροδο των ετών οι συγκεκριμένες διαδικασίες ατόνησαν. Οι πληροφορίες αργούσαν να φθάσουν στον προορισμό τους και συχνά μεταδίδονταν ώρες ολόκληρες μετά την παρέλευση των φαινομένων». Οπως εξηγεί ο πολύπειρος μετεωρολόγος, μπουρίνια όπως αυτό που έπληξε τη Χαλκιδική την προηγούμενη εβδομάδα είναι φαινόμενα μέσης κλίμακας και η πρόγνωσή τους στον χρόνο και στον χώρο είναι εξαιρετικά δύσκολη. «Το βασικό εργαλείο αντιμετώπισης των δυσκολιών είναι τα συστήματα προγνώσεων πραγματικού χρόνου (σ.σ. nowcasting), αλλά το πρόβλημα της έγκαιρης διασποράς και αξιοποίησης των πληροφοριών παραμένει. Η έκδοση έκτακτων δελτίων επικίνδυνων καιρικών φαινομένων από την ΕΜΥ είναι σημαντική, αλλά συχνά δεν επαρκεί για την αποφυγή της απώλειας ανθρώπινων ζωών».
Το κλίμα αλλάζει
Αυτό που από το 1983 φαίνεται ότι έχει αλλάξει είναι το κλίμα στην Ελλάδα. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα και στη χώρα μας είναι πιο συχνά και πιο έντονα, αφήνοντας συχνά πίσω τους ανθρώπινα θύματα. Σύμφωνα με στοιχεία του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, από το 2000 έως και τις 12 Ιουλίου του 2019 έχουν καταγραφεί 182 θύματα, εκ των οποίων τα 118 (65%) οφείλονται σε πλημμύρες, τα 29 (16%) σε ισχυρούς ανέμους και 35 (19%) σε κεραυνικά πλήγματα (δεν περιλαμβάνονται θύματα από τις δασικές πυρκαγιές). «Ενα μεμονωμένο φαινόμενο δεν μπορεί να αποδοθεί απευθείας στην κλιματική αλλαγή», εξηγεί στην «Κ» ο υπεύθυνος ερευνητής ΕΑΑ Χρήστος Γιαννακόπουλος. «Ωστόσο, η αυξημένη συχνότητα στις μέρες μιας συγκεκριμένης κλιματικής κατάστασης είναι σημάδι επερχόμενης κλιματικής αλλαγής και αυτό που προβλέπουν τα κλιματικά μοντέλα για το κοντινό μέλλον για την περιοχή μας. Η συχνότητα και η ραγδαιότητα και ο μεγαλύτερος βαθμός επικινδυνότητας των ακραίων καιρικών φαινομένων είναι σημάδι της επερχόμενης αλλαγής». Στο μέλλον, το κλίμα της Ελλάδας θα είναι αρκετά διαφορετικό από το σημερινό. Οι βροχοπτώσεις θα μειωθούν, αλλά θα αυξηθούν τα ακραία φαινόμενα βροχόπτωσης. «Με λίγα λόγια, θα πέφτει πολύ βροχή σε λιγότερο χρόνο. Ενώ η συνολική βροχόπτωση στην Ελλάδα θα μειωθεί, θα πέφτει όλη σε λίγα επεισόδια», εξηγεί ο κ. Γιαννακόπουλος. «Οσο θερμαίνεται το κλίμα ειδικά στα δικά μας πλάτη, θερμαίνεται και η θάλασσα και τότε τα ακραία φαινόμενα είναι πιο έντονα. Λόγω της διαφοράς θερμοκρασίας η ψυχρή μάζα τραβάει περισσότερη υγρασία από τη θάλασσα, με αποτέλεσμα η καταιγίδα να είναι πιο δυνατή».
Από την πλευρά του, ο μετεωρολόγος του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Κώστας Λαγουβάρδος επισημαίνει πως, εάν αρχίσουμε να αποδίδουμε κάθε ακραίο καιρικό φαινόμενο στην κλιματική αλλαγή, αυτό ίσως αποτελέσει μια… καλή δικαιολογία αδράνειας. «Αν μπεις σε αυτήν τη λογική, είναι σαν να λες ότι ο πρόεδρος Τραμπ έχει δίκιο που λέει ότι επειδή έχει κρύο δεν υπάρχει υπερθέρμανση του πλανήτη. Την κλιματική αλλαγή τη βλέπουμε πράγματι στις θερμοκρασίες που κυμαίνονται πάνω από τις κανονικές τιμές, αλλά όχι σε κάθε φαινόμενο. Φαινόμενα υπήρχαν πάντα, αυτό που μας ενδιαφέρει είναι η αύξηση της συχνότητάς τους». Οπως εξηγεί, η Χαλκιδική έχει «παραδοσιακά» καλοκαιρινά μπουρίνια, στο μεταίχμιο της αλλαγής από τη ζεστή ατμόσφαιρα στο ψυχρό μέτωπο. «Εκεί που συναντώνται τα δύο, είναι ζώνη με ισχυρές καταιγίδες, ριπαίους ανέμους και πιθανόν ανεμοστροβίλους. Γενικά η Βόρεια Ελλάδα έχει καταιγίδες το καλοκαίρι με μεγάλη συχνότητα εμφάνισης κεραυνικής δραστηριότητας. Ενίοτε, μάλιστα, έχουμε μπουρίνια και δασικές πυρκαγιές λόγω των κεραυνών».