Ελεγκτές: «Οποιαδήποτε αντιδεοντολογική συμπεριφορά, ή έστω υπόνοια ύπαρξής της, από μέλος ή υπάλληλο των θεσμικών οργάνων αποδυναμώνει την εμπιστοσύνη των πολιτών στην Ένωση»
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Τα θεσμικά όργανα της ΕΕ διαθέτουν σε γενικές γραμμές τα σωστά εργαλεία για να αντιμετωπίσουν φαινόμενα αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς, αλλά οι κανόνες επιδέχονται περαιτέρω βελτιώσεις, σύμφωνα με νέα έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ).
Συγκεκριμένα, η ειδική έκθεση αριθ. 13/2019 με τίτλο «Πλαίσια δεοντολογίας των ελεγχθέντων θεσμικών οργάνων της ΕΕ: υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης», η οποία δημοσιεύθηκε στις 19-07-2019, καταλήγει ότι συνολικά, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή εφαρμόζουν κατάλληλα πλαίσια δεοντολογίας. Ωστόσο, οι ελεγκτές εντόπισαν ορισμένους τομείς στους οποίους ο βαθμός κάλυψης, η εξειδίκευση, η σαφήνεια και το επίπεδο καθοδήγησης που παρέχουν τα πλαίσια δεοντολογίας επιδέχονται βελτιώσεις, αλλά και παραδείγματα βέλτιστων πρακτικών. Επιπλέον, το επίπεδο γνώσης του προσωπικού όπως και η αντίληψή του ως προς το πλαίσιο αλλά και την κουλτούρα δεοντολογίας πρέπει να ενισχυθούν, δηλώνουν οι ελεγκτές.
Σκοπός των πλαισίων δεοντολογίας είναι να παρέχουν τα εχέγγυα ώστε να αποτρέπεται, να εντοπίζεται και να αντιμετωπίζεται με τον δέοντα τρόπο τυχόν αντιδεοντολογική συμπεριφορά. Στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, οι σχετικές με τη δεοντολογία διατάξεις ισχύουν τόσο για το προσωπικό όσο και για τα αιρετά ή διορισμένα μέλη, όπως οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή οι Επίτροποι. Αφορούν τις πολιτικές για τα δώρα και την ψυχαγωγία, για τις εξωτερικές δραστηριότητες ή υπηρεσίες υπαλλήλων, τις συγκρούσεις συμφερόντων, τις δραστηριότητες μετά την έξοδο από την υπηρεσία ή τη λήξη της θητείας σε θεσμικό όργανο της ΕΕ, την παρενόχληση και την καταγγελία δυσλειτουργιών.
Οι ελεγκτές αξιολόγησαν κατά πόσον τα πλαίσια δεοντολογίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή ήταν θεμελιωμένα σε σωστές βάσεις. Ειδικότερα, εξέτασαν τις οικείες νομικές απαιτήσεις δεοντολογίας και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για την επιβολή τους. Διενήργησαν επίσης έρευνα προκειμένου να αξιολογήσουν τον βαθμό στον οποίο οι υπάλληλοι γνώριζαν τα οικεία πλαίσια δεοντολογίας τους. Δεν αξιολόγησαν ωστόσο εν προκειμένω τον τρόπο με τον οποίο αυτά εφαρμόζονταν.
Οι ελεγκτές αναγνωρίζουν ότι τα βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τα πλαίσια δεοντολογίας υπάρχουν και στα τρία θεσμικά όργανα. Τα όργανα αυτά έχουν καθιερώσει πολιτικές που καλύπτουν βασικές υποχρεώσεις, και τα πλαίσια δεοντολογίας τους υποστηρίζονται καταλλήλως από μηχανισμούς διεξαγωγής ερευνών και επιβολής κυρώσεων.
Παράλληλα, οι ελεγκτές εντόπισαν ορισμένους τομείς που επιδέχονται βελτίωση. Παραδείγματος χάριν, επισημαίνουν ότι οι διαδικασίες για την επαλήθευση των δηλώσεων των υπαλλήλων και των Μελών δεν έχουν τυποποιηθεί σε ικανοποιητικό βαθμό. Επίσης, το πλαίσιο δεοντολογίας που αφορά τις συγκρούσεις συμφερόντων βασίζεται ως επί το πλείστον σε υπεύθυνες δηλώσεις και δεν παρέχει την απαραίτητη καθοδήγηση ούτε προβλέπει τις τυπικές διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζονται για τον έλεγχο της ακρίβειας, της αξιοπιστίας ή της πληρότητας των δηλώσεων αυτών.
Οι ελεγκτές διαπίστωσαν επίσης τομείς με περιθώρια για εναρμόνιση και για μεγαλύτερη ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών. Παραδείγματος χάριν, η ανώτατη αξία των δώρων που μπορούν να δέχονται υπάλληλοι χωρίς προηγούμενη άδεια διαφέρει μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, παρότι οι υπάλληλοι των οργάνων αυτών υπόκεινται στους ίδιους κανόνες απασχόλησης. Επιπλέον, το Συμβούλιο εξακολουθεί να μην διαθέτει κοινό πλαίσιο δεοντολογίας που να διέπει το έργο τω αντιπροσώπων των κρατών μελών.
Τέλος, οι ελεγκτές διεξήγαγαν έρευνα προκειμένου να σχηματίσουν πληρέστερη εικόνα της κουλτούρας δεοντολογίας των υπαλλήλων της ΕΕ. Από τα αποτελέσματα της έρευνας προκύπτει ανάμεικτη εικόνα όσον αφορά τις γνώσεις των υπαλλήλων σε θέματα δεοντολογίας και τον τρόπο με τον οποίο τα αντιλαμβάνονται. Στην πλειονότητά τους οι υπάλληλοι πιστεύουν ότι μπορούν να αναγνωρίσουν μια αντιδεοντολογική συμπεριφορά όταν βρεθούν ενώπιόν της, μολονότι μικρό μόνο μέρος των ερωτηθέντων είχε συμμετάσχει σε σχετική με ζητήματα δεοντολογίας επιμόρφωση. Παράλληλα, από την έρευνα προκύπτει ότι ορισμένοι διστάζουν να καταγγείλουν αντιδεοντολογικές συμπεριφορές.
Για να αντιμετωπιστούν καλύτερα οι προκλήσεις που επισημάνθηκαν, οι ελεγκτές διατυπώνουν σειρά συστάσεων. Συγκεκριμένα, τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει:
- να βελτιώσουν περαιτέρω τα πλαίσια δεοντολογίας τους·
- να συνεργαστούν προκειμένου να εναρμονίσουν τα στοιχεία των πλαισίων δεοντολογίας τους και να καταβάλλουν περισσότερες προσπάθειες προκειμένου να ανταλλάσσουν βέλτιστες πρακτικές· και
- να βελτιώσουν τις γνώσεις των υπαλλήλων τους και τον τρόπο με τον οποίο αυτοί αντιλαμβάνονται το πλαίσιο και την κουλτούρα δεοντολογίας.
Δήλωση
«Οποιαδήποτε αντιδεοντολογική συμπεριφορά, ή έστω υπόνοια ύπαρξής της, από μέλος ή υπάλληλο των θεσμικών οργάνων της ΕΕ κινεί σε μεγάλο βαθμό το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και αποδυναμώνει την εμπιστοσύνη των πολιτών στην ΕΕ», δήλωσε ο Mihails Kozlovs, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδιος για την έκθεση. «Με τον έλεγχό μας βοηθούμε τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να βελτιώσουν περαιτέρω τα πλαίσια δεοντολογίας τους και να μειώσουν στο ελάχιστο τον κίνδυνο εκδήλωσης αντιδεοντολογικών συμπεριφορών.»
Ιστορικό
Οι νομικές απαιτήσεις δεοντολογίας που ισχύουν στους κόλπους των θεσμικών οργάνων της ΕΕ αναφέρονται σε μια σειρά βασικών ζητημάτων, όπως οι διάφορες μορφές σύγκρουσης συμφερόντων (περιλαμβανομένων αυτών που αφορούν τις δραστηριότητες πρόσληψης και εξόδου από την υπηρεσία, τις πολιτικές για τα δώρα και την ψυχαγωγία, τις εξωτερικές δραστηριότητες και την απασχόληση του/της συζύγου), η διαφάνεια, η πολιτική κατά της παρενόχλησης και οι μηχανισμοί επιβολής.
Υπενθυμίζεται ότιτο ΕΕΣ παρουσιάζει τις ειδικές εκθέσεις του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της ΕΕ, καθώς και σε άλλους ενδιαφερομένους, όπως σε εθνικά κοινοβούλια, παράγοντες του ενδιαφερόμενου κλάδου και εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών. Στη συντριπτική πλειονότητά τους, οι συστάσεις που διατυπώνουν οι ελεγκτές στις εκθέσεις τους υλοποιούνται.
Το πλήρες κείμενο της έκθεσης είναι διαθέσιμο στον ιστότοπο του ΕΕΣ (eca.europa.eu)