Αυξημένο κατά 6 δισ. δολάρια ήταν τον Ιούνιο το κόστος που επωμίστηκαν αμερικανικές επιχειρήσεις και καταναλωτές εξαιτίας των δασμών στα κινεζικά προϊόντα σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους. Η εκτίμηση ανήκει σε ομάδα πίεσης υπέρ του ελεύθερου εμπορίου, που προειδοποίησε χθες τον Αμερικανό πρόεδρο ότι, αν επιβάλει νέους δασμούς, θα πλήξει καίρια τη ζήτηση και θα προκαλέσει την απώλεια πολλών θέσεων εργασίας. Η προειδοποίηση έρχεται λίγες ημέρες μετά την ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ ότι από τον Σεπτέμβριο θα επιβληθούν δασμοί 10% στις υπόλοιπες κινεζικές εισαγωγές αξίας 300 δισ. δολαρίων.
Επικαλούμενη στοιχεία της αμερικανικής υπηρεσίας απογραφών και του αμερικανικού υπουργείου Γεωργίας, η εν λόγω ομάδα πίεσης υπολογίζει πως οι Αμερικανοί καταναλωτές έχουν καταβάλει συνολικά 27 δισ. δολάρια πρόσθετους δασμούς από τη στιγμή που άρχισε ο εμπορικός πόλεμος το 2018 και μέχρι τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους. Μιλώντας στο Reuters, στέλεχος της ομάδας προέβλεψε πως «οι δασμοί αυτοί θα περιορίσουν δραστικά τα περιθώρια κέρδους των αμερικανικών επιχειρήσεων και θα τις εξαναγκάσουν να πάρουν πολύ σκληρές αποφάσεις, όπως το να προχωρήσουν σε απολύσεις και να κλείσουν υποκαταστήματά τους».
Οι επανειλημμένες εκκλήσεις των αμερικανικών επιχειρήσεων προς τον Ντόναλντ Τραμπ απηχούν τις επισημάνσεις οικονομικών αναλυτών που έχουν επισταμένως τονίσει ότι τους δασμούς δεν τους πληρώνουν οι κινεζικές επιχειρήσεις αλλά οι αμερικανικές, όπως και οι Αμερικανοί καταναλωτές, στους οποίους μεταβιβάζεται το αυξημένο κόστος. Στο μεταξύ, εκπλήσσουν τα στοιχεία του Ιουλίου, καθώς, παρά την κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου, φέρουν τις εξαγωγές της Κίνας να σημειώνουν και πάλι αύξηση μετά την πτώση κατά 1,3% που είχαν σημειώσει τον Ιούνιο. Ενώ οι προβλέψεις των αναλυτών μιλούσαν για μείωση των κινεζικών εξαγωγών κατά 2,0%, τελικά τον Ιούλιο οι κινεζικές εξαγωγές σημείωσαν αύξηση 3,3% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους.
Οπως επισημαίνουν βέβαια αναλυτές του Reuters, η βελτίωση ενδέχεται να αποδειχθεί βραχυπρόθεσμη παρά την υποτίμηση του γουάν, που θα αμβλύνει μερικώς μόνον τον αντίκτυπο των δασμών. Η εικόνα δεν είναι, άλλωστε, εξίσου καλή σε ό,τι αφορά τις εισαγωγές της Κίνας, που μειώθηκαν κατά 5,6%, καθώς η εγχώρια ζήτηση μειώνεται εν μέσω επιβράδυνσης της κινεζικής οικονομίας.