Επαυσε οριστικά, λόγω παραγραφής, με βούλευμα που εξέδωσε το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου, η δίωξη για απάτη, υπεξαίρεση και πλαστογραφία με συνολικό όφελος ή βλάβη που υπερβαίνουν τα 150.000 ευρώ, που είχε ασκηθεί εις βάρος της πρώην προϊσταμένης συναλλαγών του υποκαταστήματός της στην πλατεία Ακαδημίας, η οποία καταμηνύθηκε από την πρώην διοίκηση της Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου.
Η πρώην υπάλληλος της τράπεζας κατηγορήθηκε ότι κατά το χρονικό διάστημα από 8-10-2002 έως 30-12-2004 τοποθέτησε την υπογραφή του πελάτη της τράπεζας Θ. B. σε 13 εντάλματα πληρωμής συνολικού ύψους 71.616 ευρώ και περαιτέρω στο διάστημα από 4-12-2003 έως 27-7-2004 αλλοίωσε το όριο του λογαριασμού του κεφαλαίου κίνησης του εν λόγω πελάτη του ΣYN.ΠE.
Κατηγορήθηκε ακόμη ότι τοποθέτησε την υπογραφή του πελάτη της τράπεζας Γ. T. σε δύο εντάλματα πληρωμών ύψους 5.000 ευρώ και σε ένα ένταλμα ποσού 3.000 ευρώ.
Φέρεται ακόμη να τοποθέτησε την υπογραφή της πελάτιδος της τράπεζας “I. Π. A.E.” σε 3 εντάλματα πληρωμών ύψους 19.500 ευρώ, ενώ παράλληλα αλλοίωσε την εισήγηση αυξήσεως του ορίου κεφαλαίου κίνησης από το ποσό των 450.000 ευρώ στο ποσό των 500.000 ευρώ.
Καταγγέλθηκε ακόμη ότι κατάρτισε, θέτοντας την υπογραφή του πελάτη της τράπεζας A. Ξ. σε δέκα συναλλαγματικές από 30-11-2003 ως 30-12-2003 με αποδέκτες τους Π. Γ., N. T., M. X., Π. Γ., Φ. K., M. K., Γ. Δ., Γ. Φ. και Γ. X. και σε άλλες 10 από 30-8-2004 ως 20-12-2004 με αποδέκτες τους Π. Γ., N. T., M. X., Π. Γ., Φ. K., M. K., Γ. Δ., Γ. Φ., Δ. M., A. T. και Γ. X., συνολικού ποσού 70.000 ευρώ, οι οποίες ενεχυριάστηκαν στο δάνειο που αυτός τηρούσε.
Εφέρετο επίσης με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, κατά το χρονικό διάστημα από 8-10-2002 έως 30-12-2004 με σκοπό να ποριστεί παράνομο περιουσιακό όφελος, να έβλαψε την περιουσία της ΣYN.ΠE, παριστάνοντας ψευδώς και εν γνώσει της αναληθείας τους, στον τότε Διευθυντή της τράπεζας Σ. K. και στους πρώην ταμίες Π. E. και A. K. ότι τα εντάλματα πληρωμής και οι συναλλαγματικές είχαν την υπογραφή των πελατών της τράπεζας.
Η ίδια σε απολογητικό της υπόμνημα αρνείται ως εντελώς αβάσιμες και αστήρικτες τις κατηγορίες, που της απαγγέλθηκαν, τονίζοντας ότι οι διώξεις σε βάρος της κινήθηκαν μετά από την από 23/11/2004 ψευδή και προσχηματική μήνυση της τράπεζας.
Ισχυρίζεται ότι η υποβολή της μήνυσης σε βάρος της αποτελεί προϊόν κακοβουλίας και αντιπερισπασμού των υπευθύνων της, οι οποίοι στην προσπάθειά τους να αποσείσουν τις “ευθύνες” τους για τις παράτυπες διαδικασίες χορήγησης δανείων που τηρούσαν και για να αποδείξουν ότι σ’ αυτήν δεν εγίνοντο τάχα “παρατυπίες” ή “παρανομίες”, προσπαθούν με αβάσιμες αιτιάσεις να θυσιάσουν εκείνη.
Αναφέρεται σε κάθε μια ξεχωριστά από τις υποθέσεις για τις οποίες κατηγορείται και ζήτησε αρμοδίως, να προσκομίσει η εταιρεία “Π. ΑΕ”:
– Τους ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥΣ των ετών 2002, 2003 και 2004 ώστε να ελεγχθούν οι λογαριασμοί (52) και (45) που αφορούν αντίστοιχα την στήλη “Τράπεζες – βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις” και “δάνεια παγίων στοιχείων”.
Υποστηρίζει ότι στους κωδικούς αυτούς η εταιρεία “Παπ” έχει καταχωρήσει τις επίμαχες εκταμιεύσεις από την τράπεζα που αρνείται εκ των υστέρων ότι εισέπραξε και
– Τα Μηνιαία ισοζύγια Γ’ και Δ’ βαθμού της αντίστοιχης περιόδου (για τα έτη 2002, 2003, 2004) που αποτελούν το μοναδικό αναλυτικό αποδεικτικό στοιχείο των εισροών και των καταβολών της συγκεκριμένης εταιρείας.
Ως συνήγορος υπεράσπισης της παρέστη ο δικηγόρος κ. Μανώλης Κουτσούκος.