Το πρωτόδικο δικαστήριο την καταδίκασε σε ισόβια για υπεξαίρεση σε βάρος Τράπεζας και επιπλέον σε κάθειρξη 6 ετών για ηθική αυτουργία σε πλαστογραφία. Εν αναμονή εκδίκασης της υπόθεσής της σε δεύτερο βαθμό η κατηγορούμενη ζήτησε αναστολή εκτέλεσης της ποινής της μέχρι να γίνει αυτό. Και το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Πάτρας με την υπ΄αριθμόν 243/2019 απόφασή του της άνοιξε την πόρτα της φυλακής, «πατώντας» στον νέο ποινικό κώδικα. Όπως αναφέρεται στο σκεπτικό των δικαστών:
«Με την υπ’ αριθμ. 340/15-3-2017 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πατρών η αιτούσα και ήδη κρατούμενη στο Κ.Κ. Γυναικών Ελεώνα Θηβών, καταδικάσθηκε: α) σε ποινή ισόβιας καθείρξεως για την αξιόποινη πράξη της υπεξαιρέσεως στην υπηρεσία κατ’ εξακολούθηση εις βάρος τράπεζας (Πειραιώς) που εδρεύει στην ημεδαπή μεταχειρισθείσα ιδιαίτερα τεχνάσματα, με την ιδιάζουσα επιβαρυντική περίσταση του άρθρου 1 Ν. 1608/1950, ήτοι υπεξαιρέσεως το αντικείμενο της οποίας είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας και β) σε ποινή πρόσκαιρης καθείρξεως έξι (6) ετών για την αξιόποινη πράξη της ηθικής αυτουργίας κατ’ εξακολούθηση σε πλαστογραφία κατ’ εξακολούθηση εις βάρος τράπεζας που εδρεύει στην ημεδαπή (Πειραιώς) το δε όφελος και η ζημία υπερβαίνουν το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ. Κατά της ανωτέρω αποφάσεως άσκησε νομοτύπως και εμπροθέσμως την υπ’ αριθμ. ./2017 έφεσή της (της οποίας η εκδίκαση δεν έχει ακόμη προσδιορισθεί), που όμως η άσκηση της δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα σύμφωνα με την διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 497, κατά τα εκτιθέμενα ειδικότερα στη μείζονα σκέψη. Μετά την έκδοση της παραπάνω αποφάσεως οδηγήθηκε στις φυλακές προς έκτιση της επιβληθείσας σ’ αυτήν ποινής και κρατείται σ’ αυτές ήδη επί χρονικό διάστημα δύο (2) ετών και έξι (6) μηνών.
Με την ισχύ όμως του Νέου Ποινικού Κώδικα από Ιουλίου 2019 επήλθαν οι εξής νομοθετικές μεταβολές εν σχέσει προς την αξιόποινη πράξη της υπεξαιρέσεως, για την οποία επιβλήθηκε στην αιτούσα η ποινή της ισόβιας καθείρξεως. Ειδικότερα : α) Με την μεταβατική διάταξη του άρθρου 462 καταργήθηκε ο ν. 1608/1950 που προέβλεπε την επιβολή ποινής ισόβιας καθείρξεως (και) για την αξιόποινη πράξη της υπεξαιρέσεως στην υπηρεσία (258 Π.Κ.) β) Καταργήθηκε η διάταξη του άρθρου 263Α Π.Κ. σύμφωνα με την οποία για την εφαρμογή (και) του άρθρου 258 υπάλληλοι θεωρούνται και όσοι υπηρετούν μόνιμα ή πρόσκαιρα και με οποιαδήποτε ιδιότητα ή σχέση: β) σε τράπεζες που εδρεύουν στην ημεδαπή κατά το νόμο ή το καταστατικό τους…» και γ) Καταργήθηκε η διάταξη του άρθρου 258 Π.Κ. (υπεξαίρεση στην υπηρεσία) και πλέον η υπεξαίρεση από υπάλληλο τράπεζας ξένου κινητού πράγματος προβλέπεται και τιμωρείται σε κακουργηματική μορφή με κάθειρξη έως δέκα έτη και χρηματική ποινή (παρ. 2 άρθρου 375 Π.Κ.). Οι ως άνω ποινικές διατάξεις, ως επιεικέστερες θα εφαρμοσθούν, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 2§1 Π.Κ., κατά την εκδίκαση της εφέσεως της αιτούσας και συνεπώς και στην περίπτωση που ήθελε κριθεί ένοχη θα της επιβληθεί (σε περίπτωση μη αναγνωρίσεως ελαφρυντικής περιστάσεως όπως άρθρου 84§2 περ. α’ ή του άρθρου 84§ε’ Π.Κ.) ανώτατη ποινή καθείρξεως δέκα (10) ετών για την υπεξαίρεση και έξι (6) ετών για την ηθική αυτουργία σε πλαστογραφία και ανώτατη συνολική ποινή καθείρξεως, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 94§1 νέου Π.Κ., δέκα τριών (13) ετών. Όσον δε αφορά στα ουσιαστικά κριτήρια που διαλαμβάνονται στην παράγραφο 8 του άρθρου 497 Κ.Π.Δ., προέκυψαν τα εξής: Η αιτούσας οποία έχει γνωστή και μόνιμη διαμονή, δεν υπήρξε κατά το παρελθόν φυγόποινη ή φυγόδικη ούτε κρίθηκε ένοχη για απόδραση κρατουμένου ή παραβίαση περιορισμών διαμονής, ενώ δεν προέβη σε προπαρασκευαστικές της φυγής της ενέργειες. Αντιθέτως τήρησε τους επιβληθέντες σ’ αυτήν κατά την προδικασία όρους της εγγυοδοσίας ογδόντα χιλιάδων (80.000) ευρώ,της απαγορεύσεως εξόδου της από την χώρα και της εμφανίσεως της στο Α/Τ του τόπου κατοικίας της την 1η ημέρα εκάστου μηνός.
Εξάλλου από της αποκαλύψεως από τα ελεγκτικά όργανα της εγκαλούσας τράπεζας των φερομένων ως τελεσθεισών από αυτήν αξιοποίνων πράξεων η αιτούσα απομακρύνθηκε από την υπηρεσία αυτής και συνεπώς δεν υπάρχει περίπτωση τελέσεως παρομοίων πράξεων εις βάρος της Τράπεζας. Επιπροσθέτως η αιτούσα εμφανίσθηκε τόσον ενώπιον του Ανακριτή και απολογήθηκε όσο και ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου καθ’ όλη την πολύμηνη διάρκεια της δίκης (από 4-11-2015 έως και 15-3-2017) και υποβλήθηκε στην εκτέλεση της επιβληθείσας σ’ αυτήν ποινής. Από όλα τα προεκτιθέμενα συνάγεται ότι αυτή, αν αφεθεί ελεύθερη, δεν είναι πολύ πιθανόν να διαπράξει και άλλα εγκλήματα και ότι η επιβολή των όρων που αναφέρονται στο διατακτικό της αποφάσεως αυτής αρκούν κατ’ άρθρο 497 σε συνδ. με άρθρο 282§2 Κ.Π.Δ., για να την αποτρέψουν από την τέλεση νέων εγκλημάτων και να εξασφαλίσουν την παρουσία της στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο (Πενταμελές Εφετείο Πατρών) και στην υποβολή της στην εκτέλεση της καταδικαστικής αποφάσεως που τυχόν θα της επιβληθεί….Ενόψει των ανωτέρω, και ανεξαρτήτως βλάβης υπέρμετρης και ανεπανόρθωτης για την ίδια την αιτούσα ή για την οικογένεια της, που δεν προέκυψε στην προκειμένη περίπτωση, πρέπει να γίνει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη η υπό κρίση αίτηση και να ανασταλεί η εκτέλεση της πρωτόδικης αποφάσεως μέχρι την οριστική εκδίκαση της ασκηθείσης εφέσεως κατ’ αυτής, επιβαλλομένων στην αιτούσα των περιοριστικών όρων που αναφέρονται ειδικότερα στο διατακτικό της αποφάσεως.»