ΑΠΟΦΑΣΗ
Chernika κατά Ουκρανίας της 12.03.2020 (αριθ. προσφ. 53791/11)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Καταδίκη κατηγορουμένου με βάση προανακριτικές καταθέσεις μαρτύρων, οι οποίοι δεν προσήλθαν να καταθέσουν στην ακροαματική διαδικασία. Παραβίαση δίκαιης δίκης.
Ο προσφεύγων είναι αστυνομικός. Καταδικάστηκε σε 8 έτη κάθειρξης για εμπορία ναρκωτικών. Κατά την ακροαματική διαδικασία, δεν κατέθεσαν για διάφορους λόγους 3 βασικοί μάρτυρες, οι οποίοι είχαν καταθέσει προανακριτικά. Τα εγχώρια Δικαστήρια καταδίκασαν αμετάκλητα τον προσφεύγοντα λαμβάνοντες υπόψη τις προανακριτικές καταθέσεις και των απόντων μαρτύρων, αλλά απέτυχαν να παράσχουν επαρκή αντισταθμιστικά μέτρα που να εξισορροπούν την απουσία των βασικών αυτών μαρτύρων.
Το Στρασβούργο υπενθύμισε ότι ένα σημαντικό στοιχείο της δίκαιης ποινικής δίκης είναι η δυνατότητα του κατηγορούμενου να εξετάσει τους μάρτυρες κατηγορίας στο ακροατήριο.
Στην υπό κρίση υπόθεση το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι οι αρχές δεν επέδειξαν την απαιτούμενη επιμέλεια στις προσπάθειές τους να εξασφαλίσουν την παρουσία των μαρτύρων, ούτε παρείχαν σοβαρά αποδεικτικά στοιχεία που να αντισταθμίσουν την απουσία τους, προκειμένου να εξασφαλιστεί η δίκαιη δίκη στην ποινική διαδικασία.
Το ΕΔΔΑ έκρινε ομόφωνα ότι δεν εφαρμόστηκαν επαρκείς διασφαλίσεις για μία δίκαιη δίκη. Παραβίαση του άρθρου 6§1 και 3(δ) της Σύμβασης.
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 6 §1,
Άρθρο 6 §3 (δ)
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Ο προσφεύγων Mykhaylo Chernika, είναι πολίτης της Ουκρανίας ο οποίος γεννήθηκε το 1974 και ζει στο Lutsk (Ουκρανία).
Η υπόθεση αφορούσε την καταγγελία του σχετικά με την απουσία μαρτύρων κατηγορίας κατά την διάρκεια της εκδίκασης της υπόθεσής του αναφορικά με κατηγορίες για εμπορία ναρκωτικών, βάση των οποίων καταδικάστηκε.
Τον Δεκέμβριο του 2009, ο προσφεύγων καταδικάστηκε μετά από νέα δίκη για εμπορία ναρκωτικών, τα οποία είχαν περιέλθει στην κατοχή του μέσω της δουλειάς του ως αστυνομικού, τα οποία ναρκωτικά είχαν προηγουμένως κατασχεθεί σε υπόθεση την οποία είχε αναλάβει.
Το δικαστήριο τον καταδίκασε σε οκτώ έτη κάθειρξης. Βασίστηκε ιδίως στις προανακριτικές καταθέσεις τριών μαρτύρων στους οποίους είχε ζητήσει να πωλήσουν τα ναρκωτικά για λογαριασμό του και στις μεταξύ τους αντιπαραθέσεις στην προδικασία.
Οι μάρτυρες κλήθηκαν να καταθέσουν ενώπιον του δικαστηρίου, αλλά δύο από αυτούς ήταν πάρα πολύ άρρωστοι, ενώ ο άλλος – ο οποίος είχε καταθέσει στην αρχική του δίκη – δεν μπορούσε να παρασταθεί. Το δικαστήριο εξέτασε επίσης μαρτυρίες πολλών άλλων μαρτύρων, συμπεριλαμβανομένων αστυνομικών, και εξέτασε τα έγγραφα που έδειξαν ότι είχε στην κατοχή του ναρκωτικά. Η εναντίον του καταδικαστική απόφαση κατέστη αμετάκλητη τον Μάρτιο του 2011μετά την άσκηση των προβλεπομένων ενδίκων μέσων.
Βασιζόμενος στο άρθρο 6 §§ 1 και 3 (δ) (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και δικαίωμα συμμετοχής και εξέτασης των μαρτύρων), ο προσφεύγων παραπονέθηκε ότι τα δικαστήρια δέχθηκαν τις καταθέσεις των τριών μαρτύρων, παρά το γεγονός ότι ένας από αυτούς είχε εξεταστεί μόνο κατά τη διάρκεια της αρχικής δίκης και ότι δύο από αυτούς δεν είχαν καταθέσει καθόλου στο δικαστήριο που τον καταδίκασε.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι σημαντικό στοιχείο της δίκαιης ποινικής δίκης είναι η δυνατότητα του κατηγορούμενου να αντιμετωπίσει ένα μάρτυρα παρουσία του δικαστή ο οποίος τελικά θα αποφασίσει για την υπόθεση.
Στη συνέχεια, το Δικαστήριο εξέτασε εάν υπήρξε βάσιμος λόγος για την απουσία των μαρτύρων κατά την δίκη που οδήγησε στην καταδίκη του προσφεύγοντος κατηγορουμένου και αν οι καταθέσεις των μαρτύρων που απουσίαζαν, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην καταδίκη του και αν υπήρχαν κατάλληλες διασφαλίσεις, ότι παρά την απουσία αυτή, το εν λόγω δικαστήριο σχημάτισε επαρκή γνώση των αποδεικτικών στοιχείων ώστε να διατηρηθεί η δίκαιη δίκη.
Ο λόγος για την απουσία του μάρτυρα N.Sh’s. ήταν, προφανώς, η αδυναμία των αρχών να τον εντοπίσουν. Η απουσία των δύο άλλων μαρτύρων V.G. και I.S. οφειλόταν στην κακή κατάσταση της υγείας τους.
Λόγω του αποσπασματικού χαρακτήρα των παρεχόμενων πληροφοριών, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η κυβέρνηση δεν απέδειξε ότι οι αρχές επέδειξαν την απαιτούμενη επιμέλεια στις προσπάθειές τους να εξασφαλίσουν την παρουσία των μαρτύρων, ιδιαίτερα του N.Sh’s., και να θέσουν σε εφαρμογή τις κατάλληλες διασφαλίσεις για να εξασφαλίσουν δίκαιη διαδικασία, παρά την απουσία των τριών μαρτύρων.
Όσον αφορά τον μάρτυρα N.Sh., φαίνεται ότι οι αρχές δεν μπόρεσαν να τον εντοπίσουν. Ωστόσο, παρόλο που κατά τη διάρκεια της δεύτερης δίκης, ένας μάρτυρας δήλωσε ότι ήξερε πού εργαζόταν, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι οι αρχές ακολούθησαν αυτή την πληροφορία ή προσπάθησαν να τον βρουν. Κατά συνέπεια, η κυβέρνηση δεν κατάφερε να αποδείξει ότι υπήρχε ένας καλός λόγος για την απουσία του από την δεύτερη δίκη.
Όσον αφορά το V.G. και τον I.S. δεν υπάρχει κανένας λόγος αμφιβολίας ότι η κατάσταση της υγείας τους δεν τους επέτρεψε σε σημαντικό βαθμό, να ταξιδέψουν στο Λούτσκ, όπου διεξήχθη η δεύτερη δίκη. Το Δικαστήριο σημειώνει, ωστόσο, ότι δεν δόθηκε καμία αιτιολογία για την απουσία τους στην αρχική δίκη.
Επιπλέον, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η κυβέρνηση δεν μπόρεσε να αποδείξει, παρά την κεντρική θέση των αποδεικτικών στοιχείων που παρείχαν οι απόντες μάρτυρες, ότι υπήρχαν επαρκείς εγγυήσεις για τη διατήρηση της δίκαιης δίκης.
Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο επαναλαμβάνει ότι η έκταση των αντισταθμιστικών παραγόντων που απαιτούνται για να θεωρηθεί ως δίκαιη η δίκη εξαρτάται από το βάρος των αποδεικτικών στοιχείων του απουσιάζοντος μάρτυρα. Όσο πιο σημαντικά είναι τα αποδεικτικά στοιχεία, τόσο περισσότερο βάρος θα έπρεπε να έχουν οι αντισταθμιστικοί παράγοντες, ώστε να θεωρηθεί δίκαιο το σύνολο των διαδικασιών. Λόγω της κεντρικής σημασίας των αποδεικτικών στοιχείων των απόντων μαρτύρων, ιδιαίτερα του N.Sh, στην προκειμένη περίπτωση, απαιτούνταν σοβαρά αντισταθμιστικά στοιχεία για να διασφαλιστεί η δίκαιη δίκη.
Το Δικαστήριο αντιλαμβάνεται τρεις πιθανές εναλλακτικές εξισορροπητικές παραμέτρους στη διαδικασία:
- i) την ευκαιρία, την οποία έλαβε ο προσφεύγων κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας, να δώσει τη δική του εκδοχή των επίδικων γεγονότων και να θέσει υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία των απόντων μαρτύρων και να επισημάνει οποιαδήποτε ασυνέπεια στις δηλώσεις τους,
(ii) τη διαθεσιμότητα περαιτέρω αντισταθμιστικών στοιχείων,
(iii) το γεγονός ότι ο προσφεύγων συμμετείχε σε αντιπαραθέσεις με τους τρεις μάρτυρες κατά τη διάρκεια της προανακριτικής έρευνας και ήταν σε θέση να διασταυρώσει τις καταθέσεις του N.Sh. κατά τη διάρκεια της αρχικής δίκης.
Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν κατάφερε να αποδείξει ότι είχαν εφαρμοστεί τέτοιες διασφαλίσεις, εκτός από το γεγονός ότι τα αντίγραφα των καταθέσεων αυτών των μαρτύρων κατά τη διάρκεια της προδικασίας και της πρώτης δίκης (για τον N.Sh.) ήταν διαθέσιμα στη δεύτερη δίκη. Το Δικαστήριο εκτιμά ότι η κυβέρνηση δεν απέδειξε ότι αυτό από μόνο του ήταν επαρκές υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες. Όσον αφορά τους άλλους δύο μάρτυρες, ενώ υπήρχε ένας σοβαρός λόγος που να δικαιολογεί την απουσία τους από την δεύτερη δίκη, τα αποδεικτικά στοιχεία τους ήταν στενά συνδεδεμένα με αυτά του μάρτυρα N.Sh. Ως εκ τούτου, η κυβέρνηση χρειαζόταν να αποδείξει ότι υπήρχαν ιδιαίτερα ισχυρές διασφαλίσεις για την σωστή κατανόηση των αποδεικτικών στοιχείων των τριών αυτών μαρτύρων από τον νέο δικαστή, που δίκασε την υπόθεση και την δικαιότητα της διαδικασίας.
Για το Δικαστήριο, ο προαναφερθείς συνδυασμός περιστάσεων μπορεί να θίξει το συνολικό δίκαιο της ποινικής διαδικασίας κατά του προσφεύγοντος.
Παραβίαση του Άρθρου 6 §§ 1 και 3 (δ)
Δίκαιη ικανοποίηση: Το δικαστήριο έκρινε ότι η διαπίστωση παραβίασης αποτελούσε από μόνη της επαρκή δίκαιη ικανοποίηση για οποιαδήποτε ηθική βλάβη υπέστη ο προσφεύγων και επιδίκασε τα δικαστικά έξοδα (επιμέλεια: echrcaselaw.com).