Κοινοποιήθηκε η νέα εγκύκλιος Φ.80000/οικ.13008/561/2020 του Υπ. Εργασίας. Με τις διατάξεις του άρθρου 32 του νόμου 4670/2020 αντικαθίσταται το άρθρο 36 του ν. 4387/2016 που ρυθμίζει την καταβολή εισφορών επί παράλληλης απασχόλησης και ταυτόχρονα προστίθεται άρθρο 36Α το οποίο αναφέρεται κατ’ αποκλειστικότητα στη συνταξιοδοτική αξιοποίηση του χρόνου παράλληλης ασφάλισης μέχρι 31.12.2016 και παράλληλης απασχόλησης στον ΕΦΚΑ από 1.1.2017 και εφεξής.
Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 36A παρέχονται οι ακόλουθες οδηγίες:
Α. Παράγραφοι 1-4
Στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 36Α προσδιορίζονται εννοιολογικά οι χρόνοι παράλληλης ασφάλισης και παράλληλης απασχόλησης. Ειδικότερα:
Παράγραφος 1
Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του κοινοποιούμενου άρθρου, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, «εννοιολογικοί προσδιορισμοί», η παράλληλη ασφάλιση αναφέρεται στα χρονικά διαστήματα που έχουν διανυθεί έως τις 31.12.2016 σε δύο ή περισσότερους ασφαλιστικούς φορείς που εντάχθηκαν στον e-ΕΦΚΑ λόγω παροχής μισθωτής εργασίας ή λόγω άσκησης εκ παραλλήλου μισθωτής και αυτοτελούς ή ελεύθερου επαγγέλματος ή
αγροτικής απασχόλησης, για τα οποία έχουν καταβληθεί οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές σε κάθε ένα ενταχθέντα φορέα. Τα χρονικά αυτά διαστήματα θεωρούνται διακριτοί, αυτοτελείς χρόνοι κύριας ασφάλισης.
Παράγραφος 2
Σύμφωνα με την παράγραφο 2, μετά τη λειτουργία του e-ΕΦΚΑ από 1.1.2017 και εφεξής δεν υφίσταται πλέον παράλληλη ασφάλιση, εφόσον υπάρχει μόνο ένας Φορέας Κύριας Ασφάλισης αλλά μόνο παράλληλη απασχόληση για τα χρονικά διαστήματα για τα οποία έχουν καταβληθεί περισσότερες της μιας ασφαλιστικές εισφορές στον e-ΕΦΚΑ. Τα διαστήματα αυτά θεωρούνται ως ένας ενιαίος χρόνος ασφάλισης για κύρια σύνταξη.
Τα ανωτέρω προκύπτουν συνδυαστικά από τις κοινοποιούμενες διατάξεις και από αυτές του άρθρου 2 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, σύμφωνα με τις οποίες μετά την 1.1.2017 υφίσταται μόνο η έννοια της παράλληλης απασχόλησης, κατά τη διάρκεια της οποίας καταβάλλονται στον Ενιαίο Φορέα Ασφάλισης περισσότερες της μίας ασφαλιστικές εισφορές (πολλαπλή καταβολή εισφορών) για την εκ παραλλήλου άσκηση: α) μισθωτής εργασίας σε περισσότερους του ενός εργοδότες ή β) μισθωτής εργασίας και αυτοτελούς ή ελεύθερου επαγγέλματος ή αγροτικής απασχόλησης και γ) αυτοτελούς και ελεύθερου επαγγέλματος ή αγροτικού επαγγέλματος.
Παράγραφος 3
Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής το χρονικό διάστημα παράλληλης απασχόλησης που έχει διανυθεί στην ασφάλιση του e-ΕΦΚΑ μετά την 1.1.2017 προσμετράται, κατ’ επιλογή του ασφαλισμένου, στον ασφαλιστικό χρόνο ενός από τους ενταχθέντες στον e-ΕΦΚΑ φορείς στον οποίο έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές προκειμένου για τη θεμελίωση αυτοτελούς συνταξιοδοτικού δικαιώματος. Το δικαίωμα αυτό ασκείται κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για απονομή κύριας σύνταξης.
Παράγραφος 4
Περίπτωση α
Ο τρόπος υπολογισμού της κύριας σύνταξης καθορίζεται από τις διατάξεις της περίπτωσης α) της παραγράφου 4.
Συγκεκριμένα, ο χρόνος ασφάλισης μέχρι 31.12.2016 στον ενταχθέντα στον e-ΕΦΚΑ φορέα καθώς και χρόνος ασφάλισης που έχει διανυθεί από την 1.1.2017 και εντεύθεν, με τον οποίο θεμελιώνεται το συνταξιοδοτικό δικαίωμα, λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 8 και 28 του ν. 4387/2016 όπως ισχύουν με τις διατάξεις των άρθρων 24 και 28 του ν. 4670/2020.
Για το χρόνο ασφάλισης έως 31.12.2016 στον άλλο φορέα που δεν έχει ληφθεί υπόψη για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, χορηγείται επιπλέον παροχή για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά, η οποία υπολογίζεται με ετήσιο ποσοστό αναπλήρωσης 0,075% για καθεμία ποσοστιαία μονάδα (1%) επιπλέον εισφοράς. Ο συντάξιμος μισθός σε αυτή την περίπτωση προκύπτει λαμβάνοντας υπόψη τη βάση υπολογισμού της επιπλέον εισφοράς.
Παράδειγμα 1
Ιδιοκτήτης εμπορικής επιχείρησης ασφαλισμένος στον πρώην ΟΑΕΕ από το 1980 έως την 31.12.2016, ο οποίος εργάζεται παράλληλα ως ιδιωτικός υπάλληλος, ασφαλισμένος στο πρώην ΙΚΑ- ΕΤΑΜ από την 01.01.2005 έως 31.12.2016. Από την 01.01.2017 έως 31.12.2020 συνεχίζει και τις δύο δραστηριότητες για τις οποίες καταβάλλει τις προβλεπόμενες από τη νομοθεσία ασφαλιστικές εισφορές στον e-ΕΦΚΑ.
Με βάση την ανωτέρω οριοθέτηση, ο ασφαλισμένος έχει:
(i) παράλληλη ασφάλιση – εφόσον έχει ασφαλιστεί στο πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και τον πρώην ΟΑΕΕ για το χρονικό διάστημα από την 01.01.2005 έως 31.12.2016 και
(ii) παράλληλη απασχόληση λόγω πολλαπλής καταβολής εισφορών στον e-ΕΦΚΑ για το χρονικό διάστημα από 01.01.2017 έως 31.12.2020.
Τα δύο αυτά σαφώς καθορισμένα διαστήματα έχουν διαφορετική αντιμετώπιση κατά τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης.
Ο τρόπος αξιοποίησης του χρόνου παράλληλης ασφάλισης μέχρι 31.12.2016 και της παράλληλης απασχόλησης από 1.1.2017 και εντεύθεν για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος και για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης καθορίζεται με σαφήνεια στις παρ.3 και 4 του κοινοποιούμενου άρθρου.
Ο ενιαίος χρόνος παράλληλης απασχόλησης από 01.01.2017 έως 31.12.2020, δύναται, κατ’ επιλογή του ασφαλισμένου, να αξιοποιηθεί προκειμένου να θεμελιωθεί αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα είτε με τις καταστατικές διατάξεις του πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ είτε του πρώην ΟΑΕΕ.
Ο ασφαλισμένος έχοντας συμπληρώσει το 62ο έτος θεμελιώνει συνταξιοδοτικό δικαίωμα τόσο με τις καταστατικές διατάξεις του πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ (μειωμένη σύνταξη με 15 έτη ασφάλισης στο 62ο έτος) όσο και με αυτές του πρώην ΟΑΕΕ (πλήρη σύνταξη με 40 έτη ασφάλισης στο 62ο έτος).
Προφανώς ο ασφαλισμένος θα επιλέξει να συνταξιοδοτηθεί με τις διατάξεις του πρώην
ΟΑΕΕ.
Το ποσό που θα λάβει από τον e-ΕΦΚΑ υπολογίζεται ως εξής:
- Εθνική σύνταξη: 384 €.
- Ανταποδοτική σύνταξη που προκύπτει από τα ποσοστά αναπλήρωσης που αντιστοιχούν στο χρόνο ασφάλισης των 41 ετών (1980-2020) επί του μέσου όρου των συνταξίμων αποδοχών από το 2002 έως το 2020, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι αποδοχές της μισθωτής απασχόλησης των ετών 2017 – 2020.
- Προσαύξηση της σύνταξης για τον παράλληλο με τον ΟΑΕΕ χρόνο ασφάλισης στο πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ δηλαδή για τα έτη 2005-2016 που υπολογίζεται σε ποσοστό 0,075% για κάθε μία ποσοστιαία μονάδα επιπλέον εισφοράς επί των συντάξιμων αποδοχών του.
Σημειώνεται στο σημείο αυτό ότι η τυχόν επιλογή συνταξιοδότησης με βάση τις διατάξεις πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ οδηγεί σε μικρότερο ποσό ανταποδοτικής σύνταξης, λόγω μικρού χρόνου ασφάλισης, σε μειωμένο ποσό εθνικής σύνταξης, αλλά και σε μικρότερο ποσό προσαύξησης για το χρόνο ασφάλισης στον ΟΑΕΕ, καθότι το χρονικό διάστημα 1980-2004 στον πρώην ΟΑΕΕ δεν μπορεί να αξιοποιηθεί ούτε με τις διατάξεις του 36Α γιατί δεν είναι χρόνος παράλληλης ασφάλισης, ούτε με τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 4670/2020 γιατί δεν είναι διαδοχικός χρόνος ασφάλισης.
Παράγραφος 4
Περίπτωση β – Επικουρική σύνταξη και εφάπαξ παροχή
Σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β της παραγράφου 4, για τον υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης καθώς και της εφάπαξ παροχής, στις περιπτώσεις παράλληλης ασφάλισης και παράλληλης απασχόλησης, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 96 και 35 αντίστοιχα του ν. 4387/2016, όπως ισχύουν. Ειδικότερα:
- Επικουρική σύνταξη
Σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 96 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 44 του ν. 4670/2020, η επικουρική σύνταξη για όσους συνταξιοδοτούνται από 1.1.2015 και μετά αποτελείται από το άθροισμα δύο τμημάτων:
α) το τμήμα σύνταξης (Α) που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης έως 31.12.2014, το οποίο υπολογίζεται με βάση ποσοστό αναπλήρωσης 0,45% επί των συνταξίμων αποδοχών κάθε ασφαλισμένου που υπεβλήθησαν σε εισφορές υπέρ επικουρικής ασφάλισης, επί τα έτη ασφάλισης.
Σε περίπτωση δε καταβολής συνολικής ασφαλιστικής εισφοράς πέραν του 6%, το τμήμα αυτό προσαυξάνεται σε ποσοστό 0,075% για κάθε επιπλέον μονάδα (1%) εισφοράς επί του συντάξιμου μισθού που καταβλήθηκε, με ανάλογη εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 4387/2016.
β) το τμήμα σύνταξης (Β) που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης από 1.1.2015 και εφεξής, το οποίο υπολογίζεται σύμφωνα με το διανεμητικό σύστημα καθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση (NDC), λαμβάνοντας υπόψη το ύψος των συσσωρευμένων εισφορών στην ατομική μερίδα του ασφαλισμένου και το προσδόκιμο ζωής κατά τη συνταξιοδότηση.
Παράδειγμα 2:
Απασχολούμενος/ασφαλισμένος παράλληλα για επικουρική σύνταξη στο πρ. ΤΕΑΧ και πρ. ΤΕΑΔΥ θεμελιώνει δικαίωμα επικουρικής σύνταξης και στους δύο πρώην φορείς μετά την 1.4.2020 και υποβάλλει αίτηση χορήγησης επικουρικής σύνταξης. Ο ασφαλισμένος θα λάβει:
- (Α1) τμήμα επικουρικής σύνταξης για χρόνο ασφάλισης μέχρι 31.12.2014 στο πρ. ΤΕΑΔΥ,
- (Α2) τμήμα επικουρικής σύνταξης για χρόνο παράλληλης ασφάλισης μέχρι 31.12.2014 στο πρ. ΤΕΑΧ,
- τυχόν προσαύξηση για αυξημένες εισφορές στο πρ. ΤΕΑΔΥ και στο πρ. ΤΕΑΧ μέχρι 31.12.2014 και
- (Β) τμήμα επικουρικής σύνταξης, που αντιστοιχεί στο NDC σύστημα, για συνολικό χρόνο επικουρικής ασφάλισης από 1.1.2015 και μετά.
Κατά τα λοιπά, ως προς τη συνταξιοδότηση ασφαλισμένων του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του πρ. ΕΤΕΑΕΠ και ήδη e-ΕΦΚΑ, με παράλληλο χρόνο ασφάλισης σε ενταχθέντες σ’ αυτόν φορείς ή παράλληλη απασχόληση, ισχύουν οι οδηγίες που έχουν δοθεί με την υπ’αριθμ. Φ21250/54240/Δ16.1323/19.6.2019 (ΑΔΑ: 6ΚΦ2465Θ1Ω-49Β) εγκύκλιο του Υπουργείου μας.
- Εφάπαξ παροχή
Σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 4 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 31 του ν. 4670/2020, η εφάπαξ παροχή για όσους αποχωρούν από την υπηρεσία ή την εργασία ή το επάγγελμα από την 1η.9.2013 και εφεξής, προκύπτει από 13.05.2016, από το άθροισμα δύο τμημάτων:
α) το τμήμα που αντιστοιχεί σε χρόνο ασφάλισης έως 31.12.2013 το οποίο προκύπτει από το γινόμενο του ποσοστού αναπλήρωσης, επί τα έτη ασφάλισης επί τον μ.ο. των ασφαλιστικών κατηγοριών/αποδοχών των τελευταίων πέντε ετών 2009-2013, όπως ειδικότερα αναλύονται στις περιπτώσεις 4αα και 4αβ και 4γ.
β) το τμήμα που αντιστοιχεί σε χρόνο ασφάλισης από 1.1.2014 και εφεξής, το οποίο υπολογίζεται σύμφωνα με το διανεμητικό σύστημα καθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση (NDC) βάσει των περιπτώσεων 4β και 4γ.
Παράδειγμα 3:
Απασχολούμενος/ασφαλισμένος παράλληλα για εφάπαξ παροχή στον πρ. Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Εμπορικών Καταστημάτων και στον πρ. Τομέα Πρόνοιας Ξενοδοχοϋπαλλήλων, διακόπτει τις δύο απασχολήσεις του και μετά την έκδοση της οριστικής πράξης συνταξιοδότησης, υποβάλλει αίτηση χορήγησης εφάπαξ παροχής. Επισημαίνεται ότι, βάσει της παραγράφου 3 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016 όπως ισχύει, δεν απαιτείται πλέον ελάχιστος χρόνος ασφάλισης για την θεμελίωση αυτοτελούς δικαιώματος για εφάπαξ παροχή, παρά μόνο η έκδοση της οριστικής πράξης συνταξιοδότησης.
Ο ασφαλισμένος θα λάβει:
- (Α1) τμήμα εφάπαξ παροχής για χρόνο ασφάλισης μέχρι 31.12.2013 στον πρ. Τομέα Πρόνοιας Υπαλλήλων Εμπορικών Καταστημάτων,
- (Α2) τμήμα εφάπαξ παροχής για χρόνο ασφάλισης μέχρι 31.12.2013 στον πρ. Τομέα Πρόνοιας Ξενοδοχοϋπαλλήλων, και
- (Β) τμήμα εφάπαξ παροχής, που αντιστοιχεί στο NDC σύστημα, για συνολικό χρόνο ασφάλισης από 1.1.2014 και μετά.
Β. Παράγραφος 5
Με τις διατάξεις της παραγράφου 5 καθορίζονται τα ποσοστά αναπλήρωσης για το χρόνο ασφάλισης άνω των 45 ετών προκειμένου για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης των ειδικών κατηγοριών στρατιωτικών του άρθρου 41 του πδ 169/2007, όπως ισχύει.
Για τις συγκεκριμένες ειδικές κατηγορίες στρατιωτικών κατά τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης με βάση τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν. 4670/2020 που αντικατέστησαν το άρθρο 8 του ν. 4387/2016 καθιερώνονται αυξημένα ποσοστά αναπλήρωσης – πέραν των ποσοστών που αποτυπώνονται στον πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, όπως αντικαταστάθηκε με τις κοινοποιούμενες διατάξεις – για κάθε έτος συντάξιμης υπηρεσίας μετά το 45ο έτος.
Το ποσοστό αναπλήρωσης για κάθε έτος ασφάλισης μετά το 45ο ανέρχεται σε 1,5% επιπλέον του 0,5% που καθορίζεται στον ανωτέρω πίνακα 2 της παρ. 5 του άρθρου 8 και διαμορφώνεται συνολικά σε 2% για κάθε έτος πέραν του 45ου.
Γ. Παράγραφος 6
Με τις διατάξεις της παραγράφου 6 προβλέπεται η έκδοση απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για τον καθορισμό λεπτομερειών για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 36 Α.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 1Β που προστέθηκε στο άρθρο 1 του ν. 4387/2016 με το άρθρο 21 του ν. 4670/2020 όλες οι Υπουργικές αποφάσεις που προβλέπονται από τον ν. 4670/2020 εκδίδονται ύστερα από γνώμη του ΔΣ του e- ΕΦΚΑ. Το ΔΣ υποχρεούται εντός 30 ημερών από τη λήψη του εγγράφου να υποβάλλει σχετική γνώμη.