Στις χρόνιες παθογένειες της Διοίκησης, που οδηγούν σε ακύρωση των πράξεων της αναφέρεται η τελευταία έκθεση του ΝΣΚ. Όπως αναφέρεται, το 20% των κανονιστικών ή ατομικών πράξεων της Διοίκησης ακυρώνονται για διάφορους λόγους με κυρίαρχο αυτών την απουσία ή την ελλιπή αιτιολογία -«κατά τρόπο επαναλαμβανόμενο» τονίζεται χαρακτηριστικά.
«Το μεγαλύτερο ποσοστό από τις αιτήσεις ακύρωσης που έγιναν δεκτές οφείλεται σε έλλειψη αιτιολογίας ή σε παράθεση πλημμελούς αιτιολογίας, ενώ άλλοι λόγοι ακύρωσης είναι η υπέρβαση νομοθετικής εξουσιοδότησης, η κακή σύνθεση συλλογικού οργάνου, η μη κλήση σε ακρόαση σε περιπτώσεις όπου αυτό απαιτείτο, η αναρμοδιότητα και η παράβαση διάταξης νόμου, συμπεριλαμβανομένης και της παράβασης των όρων διακήρυξης διαγωνισμού» επισημαίνεται στην έκθεση του 2019.
Και το ΝΣΚ επιμένει στο γεγονός πως πολλές από τις πράξεις της Διοίκησης ακυρώνονται λόγω αιτιολόγησης. «Ναι μεν, είναι αναμενόμενο ότι θα υπάρξουν διοικητικές πράξεις με νομικά ή πραγματικά σφάλματα, τα οποία θα τις καθιστούν ακυρωτέες, πλην όμως, το φαινόμενο αυτό και αν δεν μπορεί να αποφευχθεί εντελώς, μπορεί τουλάχιστον να περιορισθεί» σημειώνεται.
«Εκεί, πάντως, όπου η παθολογία της διοικητικής πράξης είναι αδικαιολόγητα υψηλή, είναι στην περίπτωση των διοικητικών πράξεων, που ακυρώνονται λόγω έλλειψης ή, κυρίως, λόγω παράθεσης πλημμελούς αιτιολογίας, πράγμα το οποίο μαρτυρεί ατελή, πλημμελή ή και αμελή τρόπο έκδοσης των διοικητικών πράξεων» υπογραμμίζεται στην έκθεση.
Οι προτάσεις του ΝΣΚ
Σύμφωνα με το ΝΣΚ «στη θεραπεία αυτής της κατάστασης θα μπορούσε να συμβάλει τα μέγιστα η εντονότερη εποπτεία και επικουρία εκ μέρους των Προϊσταμένων κάθε Διεύθυνσης των διοικητικών οργάνων, που επιμελούνται των στοιχείων έκδοσης (νομικού και πραγματικού) της διοικητικής πράξης, έτσι ώστε να εξαλειφθεί ή, έστω, να περιορισθεί ο αριθμός των διοικητικών πράξεων που ακυρώνονται».
Παράλληλα, τονίζεται πως «σε περίπτωση δε, κατά την οποία οι Προϊστάμενοι των Διευθύνσεων αδυνατούν και οι ίδιοι να δώσουν λύση στο προκύπτον ζήτημα, προκειμένου να εκδοθεί κάποια διοικητική πράξη, πρέπει τα διοικητικά όργανα να ερευνούν, εάν για το νομικό αυτό θέμα υπάρχει νομολογία του ΣτΕ ή γνωμοδότηση του ΝΣΚ και, σε περίπτωση που δεν υπάρχει, να αντιμετωπίζεται με την επιβαλλομένη συνεργασία με το αρμόδιο Γραφείο Νομικού Συμβούλου ή το Δικαστικό Γραφείο ή με την υποβολή, σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 3086/2002, σχετικού ερωτήματος στο ΝΣΚ».
Προληπτικοί μηχανισμοί επεξεργασίας
Ως ριζική λύση, πάντως, η οποία σύμφωνα με το ΝΣΚ «θα δημιουργούσε νέα κουλτούρα στη Διοίκηση, θα έτεινε στην ουσιαστική εξάλειψη του φαινομένου της ακύρωσης των διοικητικών πράξεων και μεσο-μακροπρόθεσμα θα περιόριζε καθοριστικά την επιβάρυνση του δικαστικού και του διοικητικού μηχανισμού από άσκοπες ακυρωτικές δίκες, προτείνεται η καθιέρωση προληπτικού μηχανισμού επεξεργασίας των σχεδίων των κανονιστικών τουλάχιστον διοικητικών πράξεων από το ΝΣΚ, κατ’ αντιστοιχία με τα ισχύοντα στο ΣτΕ για την επεξεργασία των προεδρικών διαταγμάτων».