Η ώρα της αλήθειας πλησιάζει.Μέχρι την Κυριακή, ΕΕ και Βρετανία πρέπει να έχουν έχουν βρει λύση σε διαφιλονικούμενα σημεία της εμπορικής συμφωνίας. Eιδάλλως το κόστος κυρίως από την πλευρά του Λονδίνου θα είναι τεράστιο.
Τα προγνωστικά, όπως το μαρτυρά και η λέξη, δίνουν συνήθως μια πολλή ασαφή εικόνα των όσων πρόκειται να συμβούν. Στην περίπτωση όμως οριστικού «διαζυγίου» της Βρετανίας με την ΕΕ, κάτι που είναι πολύ πιθανό, όπως προκύπτει από δηλώσεις στο περιθώριο του Συμβουλίου Κορυφής της ΕΕ, είναι λίγο-πολύ γνωστά και περιγράφονται ως εξής: Εάν έως στις 31.12 δεν υπάρχει έγκυρη συμφωνία για τις εμπορικές σχέσεις των δύο πλευρών, τότε θα ισχύσει το ρυθμιστικό πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εμπορίου. Αυτό σημαίνει έλεγχοι στα σύνορα και ένα σωρό εισφορές. Ήδη γίνεται λόγος για ουρές και ελέγχους στα σύνορα από 1ης Ιανουαρίου, από 00:01, σε περίπτωση που Λονδίνο και Βρυξέλλες δεν καταλήξουν σε μια συμφωνία. Πρόγευση του τι ενδέχεται να συμβεί δόθηκε μια βροχερή ημέρα του Νοεμβρίου.
Μποτιλιαρίσματα κι αύξηση των τιμών
Στο Καλέ, από τη γαλλική πλευρά ξεκίνησε πιλοτική δοκιμή των ελέγχων που θα ισχύσουν από 1ης Ιανουαρίου, εάν Βρετανοί και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι τα «σπάσουν» οριστικά. Στο Ντόβερ, από τη βρεταννική πλευρά, σχηματίστηκαν ουρές πέντε χιλιομέτρων από φορτηγά. Αλλά και η κυβέρνηση στο Λονδίνο θεωρεί ρεαλιστικό ότι από 1ης Ιανουαρίου 7.000 φορτηγά θα πρέπει να περιμένουν ώρες για να περάσουν απέναντι. Το μποτιλιάρισμα αποτελεί απεικόνιση των νέων δασμών που θα κάνουν τα προϊόντα πιο ακριβά, εάν τηρηθούν τα προβλεπόμενα της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εμπορίου. Κατά μέσον όρο, οι εξαγωγές της ΕΕ προς τη Βρετανία θα ακριβύνουν κατά 3,1% λόγω δασμών και κατά 1,4% λόγω «μη δασμολογικών εμποδίων», όπως υπολόγισε το Economics της Οξφόρδης. Πίσω από αυτά κρύβονται μεγάλες διαφορές ανά προϊόν. Γιατί εάν πρόκειται για αυτοκίνητα ή αγροτικά προϊόντα, οι αυξήσεις μπορεί να φτάσουν μέχρι και 10%, για γαλακτοκομικά μέχρι και 36%. Ο χρηματοπιστωτικός κλάδος συμφωνήθηκε μεταξύ Λονδίνου και ΕΕ να μείνει εκτός των διαπραγματεύσεων για το ελεύθερο εμπόριο. Χωρίς το City του Λονδίνου – αντίληψη που φαίνεται να έχει παγιωθεί και στις δύο πλευρές – η κατάσταση σε αυτόν τον κλάδο προδιαγράφεται με μελανά χρώματα.
Αλλά ανεξαρτήτως αυτού, το οικονομικό διακύβευμα από το εμπόριο ανάμεσα στις δύο πλευρές είναι τεράστιο. Το 2019 ο όγκος εμπορικών συναλλαγών άγγιξε τα 500 δισ. ευρώ. Οι γερμανικές εξαγωγές προς τη Βρετανία ανήλθαν στα 79 δις ευρώ. ΄Ήταν ο 5ος σε μέγεθος εμπορικός εταίρος της Γερμανίας. Μόλις πριν από τέσσερα χρόνια βρίσκονταν στην 3η θέση. Κι αυτό απότοκο του Brexit, πριν καν ολοκληρωθεί. Και κάπως έτσι θα συνεχιστεί η κατάσταση. Σε αυτό συμφωνούν οι περισσότεροι παρατηρητές. Γι αυτό η σκληρή στάση της κυβέρνησης Τζόνσον προκαλεί κατάπληξη και εξελίσσεται σε παρτίδα πόκερ.
Βαρύ το οικονομικό τίμημα για τη Βρετανία
Σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου IFO του Μονάχου οι βρετανικές βιομηχανίες εισάγουν πολλά ημικατεργασμένα προϊόντα από την ΕΕ, για τα οποία δεν διαθέτουν πολλές εναλλακτικές. Είναι ακόμη ένας λόγος για τις επαπειλούμενες αυξήσεις τιμών στη Βρετανία. Ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Euler-Hermes προβλέπει αύξηση τιμών στα εισαγόμενα κατά 15%. Ο πληθωρισμός ενδέχεται να φτάσει γύρω στο 5% και η λίρα να υποτιμηθεί κατά 10%. Αυτό θα είχε ως συνέπεια, όπως παρατηρεί η εφημερίδα Bild, να γίνει ακριβότερος για τους Βρετανούς ο δανεισμός από πακέτα διάσωσης. Το ό,τι οι επιπτώσεις για τη Βρετανία θα είναι βαρύτερες από ό,τι για την ΕΕ σε αυτό συμφωνούν οι περισσότεροι εκ των παρατηρητών, που δεν ανήκουν στο περιβάλλον του Μπόρις Τζόνσον. Μετά το πρώτο σοκ από την ψηφοφορία για το Brexitπριν από 4 χρόνια «η κατάσταση έχει σχετικά χαλαρώσει» υποστηρίζει ο Μαρκ Τένμπιγκ από τον Σύνδεσμο Γερμανικών Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων στην εφημερίδα die Welt. «Εκκινούμε από ένα σκληρό Brexit και οι Γερμανοί επιχειρηματίες είναι προετοιμασμένοι». Μια τέτοια σχετική χαλαρότητα δεν ανταποκρίνεται στο κλίμα από την άλλη πλευρά της Μάγχης και οφείλεται κυρίως στην επιδημιολογική κρίση που χτύπησε με ιδιαίτερη σφοδρότητα τη Βρετανία.
Σύμφωνα με την ανεξάρτητη υπηρεσία για θέματα προϋπολογισμού QBR, στο Λονδίνο η συρρίκνωση της οικονομίας αναμένεται να φτάσει το 11.3%. Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί η εμπορική συμφωνία με την ΕΕ, θα φτάσει το 13,3%. Ακόμη πιο απαισιόδοξος είναι ο ΟΟΣΑ, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης. Μεσοπρόθεσμα η βρετανική οικονομία θα αναπτύσσεται με βραδύτερο ρυθμό γύρω στο 3,5% ακόμη και σε περίπτωση συμφωνίας με την ΕΕ. Εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία από 1ης Ιανουαρίου, ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι μέσα σε δύο χρόνια η ύφεση θα φτάσει ένα μείον της τάξης του 5%. Δεν είναι ρόδινες οι προοπτικές για τη Βρετανία.