Αριθμός Απόφασης: 8230/2020
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ E΄
ΤΡΙΜΕΛΕΣ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 29 Ιουλίου 2020, με δικαστές τις: Βασιλική Κουρή, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ., Στέλλα Πάντζαλη και Αλεξία Πετσή (εισηγήτρια), Πρωτοδίκες Δ.Δ., και γραμματέα την Ανατολή Χαζαρίδου, δικαστική υπάλληλο,
για να δικάσει την προσφυγή με αριθμό καταχώρησης ΠΡ …/22-10-2018,
της Σ.Α. του …, κατοίκου Θεσσαλονίκης (οδός … αρ. 17), η οποία παραστάθηκε με την από 22-7-2020 δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.) της πληρεξουσίας δικηγόρου της Άννας Γηράση,
κατά του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.)», και ήδη «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (e – Ε.Φ.Κ.Α.), όπως μετονομάσθηκε από 1.3.2020 ο Ε.Φ.Κ.Α., δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 51Α του ν. 4387/2016 (Α΄ 85), το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4670/2020 (Α΄ 43), που εκπροσωπείται νομίμως από τον Διοικητή του και παραστάθηκε με την από 24-7-2020 δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ. της πληρεξουσίας δικηγόρου του Ιωάννας Ζαπάρα.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.
Η κρίση του είναι η εξής:
1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. τα υπ΄αριθ. 3199345 και 5960574 ειδικά έντυπα παραβόλου σειράς Α΄) ζητείται, παραδεκτώς, η ακύρωση, άλλως η τροποποίηση, της με αρ. 446/Συν.41/18-5-2018 απόφασης της Α’ Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής (Τ.Δ.Ε.) του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Μισθωτών Θεσσαλονίκης του Ε.Φ.Κ.Α., με την οποία απορρίφθηκε ένσταση της προσφεύγουσας κατά της με αρ. 19972/13-9-2016 απόφασης του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Θεσσαλονίκης του (πρώην) ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Με την απόφαση αυτή, αφενός μεν, χορηγήθηκε στην προσφεύγουσα, ως μητέρα με ανήλικο τέκνο, πλήρης σύνταξη λόγω γήρατος, σύμφωνα με τις διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης, ύψους 734,71 ευρώ μηνιαίως, μειωμένη σε ποσοστό 38,5% (77/200) ως προς την καταβλητέα τμηματική σύνταξη του Ο.Α.Ε.Ε., ήτοι κατά 1/200 για κάθε μήνα που υπολειπόταν έως τη συμπλήρωση του 62ου έτους της ηλικίας της, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4093/2012, αφετέρου δε, διατάχθηκε η παρακράτηση, σε 60 μηνιαίες δόσεις, ποσού οφειλής της προσφεύγουσας προς το τέως ΤΑΝΤΠ από ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές εισφορές, ύψους 25.000 ευρώ. Περαιτέρω, με την υπό κρίση προσφυγή ζητείται αφενός να μην διατηρηθεί η ως άνω μείωση στην τμηματική σύνταξη του ΟΑΕΕ και, αφετέρου, να αφαιρεθούν από την ως άνω παρακρατούμενη οφειλή της τα ποσά που αντιστοιχούν σε εισφορές κλάδου ασθενείας του τέως ΤΑΝΤΠ.
2. Επειδή, στο άρθρο 12 του Καταστατικού Οικονομικής και Ασφαλιστικής Οργανώσεως του Ταμείου Ασφαλίσεως Ναυτικών Πρακτόρων και Υπαλλήλων -ΤΑΝΠΥ (απόφαση του Υφυπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών Φ.29/1455/7-10-1977, Β΄ 1028), ο κλάδος κύριας ασφάλισης του οποίου εντάχθηκε, από 1-8-2008, στον ΟΑΕΕ, ως Περιφερειακή Διεύθυνση με πλήρη οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια, αποκαλούμενος εφεξής Τομέας Ασφάλισης Ναυτικών και Τουριστικών Πρακτόρων (ΤΑΝΤΠ), ορίζεται ότι: «Ι. Σύνταξις γήρατος. 1. Συντάξεως λόγω γήρατος δικαιούται ο ησφαλισμένος εφ` όσον διακόψει την άσκησιν του επαγγέλματος και έχει συμπληρώσει: α) 35ετή χρόνον πραγματικής ασφαλίσεως, ανεξαρτήτως ηλικίας. β) 20ετή χρόνον πραγματικής ασφαλίσεως και το 65ον έτος της ηλικίας του. γ) Τουλάχιστον 15ετή χρόνον πραγματικής εν ασφαλίσει υπηρεσίας και ηλικίαν μεγαλυτέραν των 65 ετών και εφ` όσον το άθροισμα των δύο τούτων συντελεστών ηλικίας και συνταξίμου υπηρεσίας αποδίδει εις πάσαν περίπτωσιν άθροισμα 85. δ) 30ετή χρόνον πραγματικής ασφαλίσεως και το 60ον έτος της ηλικίας του ή και κατωτέρας των 30 ετών πραγματικής εν ασφαλίσει υπηρεσίας, ουχί όμως και κατωτέρας των 26 ετών και εφ` όσον το άθροισμα των δύο τούτων συντελεστών ηλικίας και συνταξίμου υπηρεσίας αποδίδει εις πάσαν περίπτωσιν άθροισμα 90. ε) 25ετή χρόνον πραγματικής ασφαλίσεως και το 60ον έτος της ηλικίας του ή και μεγαλυτέρας των 60 ετών ηλικίας και μικροτέρας των 25 ετών πραγματικής εν ασφαλίσει υπηρεσίας, ουχί όμως και κατωτέρας των 21 ετών και εφόσον το άθροισμα των δύο τούτων συντελεστών ηλικίας και συνταξίμου υπηρεσίας αποδίδει εις πάσαν περίπτωσιν άθροισμα 85. Εις τας περιπτώσεις ταύτας του παρόντος εδαφίου η σύνταξις παρέχεται ηλαττωμένη κατά 1/200 της πλήρους μηνιαίας συντάξεως δι` έκαστον μήνα ελλείποντα μέχρι συμπληρώσεως του 65ου έτους ηλικίας. ζ) Προκειμένου για γυναίκες ασφαλισμένες τα πιο πάνω όρια ηλικίας μειούνται κατά πέντε έτη. … 2. Σύνταξη δικαιούνται οι γυναίκες ασφαλισμένες ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας εφόσον είναι έγγαμες ή χήρες με ανήλικα τέκνα ή διαζευγμένες με ανήλικα τέκνα και έχουν συμπλήρωσει 20 έτη πραγματικής υπηρεσίας ασφαλιστέας στο Ταμείο. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει για τις γυναίκες που ασφαλίζονται στο Ταμείο από την 1ην Ιουνίου 1986 και εφεξής (όπως το εδάφιο αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 10 της Υ.Α. Φ. 29/3/2962 της 7.2/2.4.86, Β` 141).
3. Επειδή, στο άρθρο 2 του ν.δ.4202/1961 (Α΄175), όπως ισχύει μετά την τροποποίηση του διαδοχικά από τα άρθρα 9 του ν.1405/1983 (Α΄180), 14 του ν.1902/1990 (Α΄138) και 5 παρ. 1 του ν.3863/2010 (Α΄115), ορίζεται ότι: «1.Τα πρόσωπα τα οποία ασφαλίσθηκαν διαδοχικά σε περισσότερους από έναν ασφαλιστικούς οργανισμούς, δικαιούνται σύνταξη από τον τελευταίο οργανισμό, στον οποίο ήταν ασφαλισμένα κατά την τελευταία χρονική περίοδο της απασχόλησής τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του οργανισμού αυτού, εφόσον πραγματοποίησαν στην ασφάλιση του: α) Πέντε (5) ολόκληρα έτη ή 1.500 ημέρες ασφάλισης εκ των οποίων όμως είκοσι (20) μήνες ή 500 ημέρες κατά την τελευταία πενταετία πριν τη διακοπή της απασχόλησης ή την υποβολή αίτησης για την κρίση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος σύνταξης λόγω γήρατος. β)… 2… 4. Ολόκληρος ο χρόνος της διαδοχικής ασφάλισης υπολογίζεται από τον αρμόδιο για την απονομή της σύνταξης οργανισμό ως χρόνος που διανύθηκε στην ασφάλιση του, τόσο για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, όσο και για τον καθορισμό της σύνταξης και δεν είναι δυνατή η προσμέτρηση μόνο μέρους του χρόνου που διανύθηκε στην ασφάλιση του κάθε οργανισμού.». Περαιτέρω, στο άρθρο 1 του Ν. 3232/2004 (Α΄48) ορίζεται ότι: «1.Οι ασφαλιστικοί φορείς κύριας ασφάλισης που κρίνονται απονέμοντες οργανισμοί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του Ν.Δ.4202/1961, όπως αυτές ισχύουν, υπολογίζουν και το τμήμα της σύνταξης που αναλογεί στους συμμετέχοντες. Ο υπολογισμός των τμηματικών ποσών του απονέμοντος και των συμμετεχόντων γίνεται ως εξής: α. Ο απονέμων οργανισμός υπολογίζει με τα αρμόδια όργανά του το ποσό της σύνταξης που κατά τη νομοθεσία που τον διέπει αντιστοιχεί στο σύνολο του χρόνου που πραγματοποιήθηκε διαδοχικά και προσδιορίζει το τμήμα που αναλογεί στο χρόνο που διανύθηκε στην ασφάλισή του. β. Ο ίδιος οργανισμός υπολογίζει και το ποσό της σύνταξης του συμμετέχοντα που σύμφωνα με τη νομοθεσία του αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής του σε ποσοστό επί τοις εκατό των συντάξιμων αποδοχών, όπως αυτές ορίζονται από τις διατάξεις της επόμενης παραγράφου, για κάθε έτος ασφάλισης και μέχρι 35 έτη ασφάλισης. γ. … δ. Τα προσδιοριζόμενα τμήματα σύνταξης σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερα του τμήματος του κατώτατου ορίου σύνταξης που αναλογεί στο χρόνο ασφάλισης ή του ποσού που προκύπτει από τον υπολογισμό με βάση το χρόνο και μόνο που διανύθηκε στην ασφάλισή τους, εφόσον με το χρόνο αυτόν θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα με τις διατάξεις των οργανισμών αυτών χωρίς αναγωγή στα κατώτατα όρια σύνταξης. ε. Το άθροισμα των τμημάτων της σύνταξης αποτελεί το συνολικό ποσό σύνταξης που καταβάλλεται στον δικαιούχο από τον απονέμοντα τη σύνταξη οργανισμό και θα αυξάνεται με το ίδιο ποσοστό που θα αυξάνονται οι συντάξεις του οργανισμού αυτού. … 2. α… β… γ. Όταν συμμετέχοντες οργανισμοί είναι οργανισμοί αυτοτελώς απασχολουμένων, γνωστοποιούν στον απονέμοντα τις κατηγορίες στις οποίες ασφαλίστηκε ο ασφαλισμένος και τις αντίστοιχες χρονικές περιόδους που κατέβαλε εισφορές… 4. Το τμήμα του ποσού της σύνταξης που αναλογεί στο συμμετέχοντα … καταβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις των δύο τελευταίων εδαφίων της παρ. 3 του άρθρου 11 του Ν.1405/1983, όπως ισχύει, και τα οποία προστέθηκαν με το άρθρο 69 του Ν.2084/1992. Το ανωτέρω τμηματικό ποσό δύναται κατ’ επιλογή του ασφαλισμένου να καταβληθεί ταυτόχρονα με αυτό του απονέμοντα, μειωμένο κατά 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται έως τη συμπλήρωση των προβλεπόμενων από τις διατάξεις του άρθρου 69 του ν.2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α`) ορίων ηλικίας (όπως το εδάφιο β΄ της ως άνω παραγράφου ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 5 παρ.2 του ν.3863/2010, Α΄ 115)».
4. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 69 του ν.2084/1992 (Α΄165) ορίζεται ότι: «Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 11 του ν.1405/1983 (ΦΕΚ 180 Α΄), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει μετά την αντικατάσταση της με το άρθρο 15 του ν.1902/1990, προστίθεται διάταξη, που έχει ως εξής: “Ο συμμετέχων οργανισμός επιβαρύνεται με τη δαπάνη συνταξιοδοτήσεως όταν ο ασφαλισμένος συμπληρώσει το όριο ηλικίας, που προβλέπεται από τη νομοθεσία του, οπότε και καταβάλλεται στον ασφαλισμένο το ποσό σύνταξης που του αναλογεί και γίνεται η απόδοση της σχετικής επιβάρυνσης. Αν ο οργανισμός, που απονέμει τη σύνταξη, χορηγεί σύνταξη σε ηλικία μικρότερη, από την ηλικία με την οποία συνταξιοδοτούνται οι ασφαλισμένοι που υπάγονται στον Κανονισμό βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων του Ι.Κ.Α., ο συμμετέχων οργανισμός επιβαρύνεται με τη δαπάνη συνταξιοδοτήσεως όταν ο ασφαλισμένος συμπληρώσει το όριο ηλικίας, που προβλέπεται από τη νομοθεσία του Ι.Κ.Α. για τη συνταξιοδότηση των υπαγομένων στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, οπότε και καταβάλλεται στον ασφαλισμένο το ποσό της σύνταξης που του αναλογεί και γίνεται η απόδοση της σχετικής επιβάρυνσης”».
5. Επίσης, περαιτέρω, στο άρθρο 28 παρ. 3 περ. β΄ του α.ν. 1846/1951 «Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων» (Α΄ 179), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 27 παρ.1 περ. 3 β` του ν. 1902/1990, ορίζονται τα εξής: «Με τη συμπλήρωση του 60ου έτους της ηλικίας οι άνδρες ή του 55ου οι γυναίκες, δικαιούνται σύνταξη, εφ’ όσον πάντως συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 και μάλιστα χωρίς τη μείωση του εδαφίου α΄ της παρούσας παραγράφου, οι ασφαλισμένοι οι οποίοι απασχολούνται επί μακρό χρόνο σε ιδιαζόντως βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, που ορίζονται στον οικείο Κανονισμό…». Ακόμη, στο άρθρο 28 παρ. 3 περ. δ΄ του ίδιου αν.ν., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 27 παρ. 1 περ. 3 δ’ του ν. 1902/1990, ορίζονται τα εξής: «Ασφαλισμένη μητέρα με ανήλικα παιδιά καθώς και ασφαλισμένη μητέρα με παιδιά οποιασδήποτε ηλικίας που είναι ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία, η οποία συμπληρώνει το 50ό έτος ηλικίας και 5500 τουλάχιστον ημέρες εργασίας, δικαιούται σύνταξη γήρατος μειωμένη κατά 1/200 της πλήρους μηνιαίας σύνταξης για κάθε μήνα που λείπει από το 55ο έτος της ηλικίας της, το ποσό της οποίας δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το κάθε φορά κατώτατο όριο συντάξεων…». Ακολούθως, η ως άνω περίπτωση δ’ του άρθρου 28 παρ.3 αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 άρθρ. 144 Ν. 3655/2008 (A’ 58) ως εξής: «Ασφαλισμένη μητέρα με ανήλικα παιδιά ή παιδιά οποιοσδήποτε ηλικίας που είναι ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία, η οποία έχει πραγματοποιήσει χρόνο ασφάλισης 5.500 ημερών και δεν λαμβάνει σύνταξη από το Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ., το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. ή άλλο οργανισμό κύριας ασφάλισης, δικαιούται πλήρη σύνταξη γήρατος με τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας της. Εφόσον συντρέχουν οι ανωτέρω αναφερόμενες προϋποθέσεις και συμπληρώνεται το 50ό έτος της ηλικίας δικαιούται σύνταξη μειωμένη κατά ποσοστό 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται από το απαιτούμενο πλήρες όριο ηλικίας συνταξιοδότησης. Στην περίπτωση λήψης μειωμένης σύνταξης το ποσό αυτής δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το κάθε φορά κατώτατο όριο συντάξεων. Για τις μητέρες ανήλικων παιδιών, το ανωτέρω προβλεπόμενο όριο ηλικίας για λήψη μειωμένης σύνταξης καταργείται σταδιακά, με την αύξηση αυτού κατά ένα χρόνο, από 1.1.2011 και για κάθε επόμενο έτος μέχρι τη συμπλήρωση του προβλεπόμενου από το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης αυτής ορίου ηλικίας για λήψη πλήρους σύνταξης [όπως το τελευταίο εδάφιο αντικαταστάθηκε περαιτέρω, ως άνω, από τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 3816/2010 (Α´ 6/26.1.2010)]. Το δικαίωμα σε σύνταξη θεμελιώνεται με τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας, εφόσον τόσο η ανηλικότητα του παιδιού όσο και ο συντάξιμος χρόνος συντρέχουν αθροιστικά κατά τη συμπλήρωση του 50ού ή σε ένα από τα επόμενα έτη και μέχρι τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας της μητέρας. Στην περίπτωση της σταδιακής κατάργησης του ορίου ηλικίας για λήψη μειωμένης σύνταξης, το δικαίωμα σε σύνταξη θεμελιώνεται με τη συμπλήρωση του εκάστοτε ισχύοντος ορίου ηλικίας, η δε ανηλικότητα του παιδιού και η συμπλήρωση του συντάξιμου χρόνου αναζητείται από το 50ό, μέχρι το εκάστοτε ισχύον όριο. …».
6. Επειδή, ακολούθως, δημοσιεύθηκε ο ν. 3863/2010 (Α΄ 115), ο οποίος στο άρθρο 10 ρύθμισε τη σταδιακή αύξηση των ορίων ηλικίας και των ετών ασφάλισης, που απαιτούνται για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος των ασφαλισμένων όλων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, στο πλαίσιο περιορισμού των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων. Στην παρ. 16 του ανωτέρω άρθρου ορίζεται ότι: «Το όριο ηλικίας που προβλέπεται από τις διατάξεις της περ. α΄ του εδαφίου β’ της παραγράφου 5 του άρθρου 28 του α.ν. 1846/1951 (ΦΕΚ 179 Α`) [προφανώς εννοείται η παράγραφος 3 του άρθρου αυτού], όπως ισχύουν, για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος από τις γυναίκες που απασχολούνται σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, αυξάνεται κατά ένα χρόνο, από 1.1.2011 και για κάθε επόμενο έτος και μέχρι την συμπλήρωση του 60ού έτους της ηλικίας. …». Στην παρ. 17 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι: «α) … β) Το όριο ηλικίας που προβλέπεται για τη συνταξιοδότηση των ασφαλισμένων στο ΙΚΑ – ΕΤΑΜ μέχρι 31.12.1992 μητέρων ανηλίκων τέκνων, καθορίζεται από 1.1.2011 στο 57ο έτος της ηλικίας, από 1.1.2012 στο 60ό έτος και από 1.1.2013 στο 65ο έτος. Το όριο ηλικίας για λήψη μειωμένης σύνταξης καθορίζεται αντίστοιχα από 1.1.2011 στο 52ο έτος, από 1.1.2012 στο 55ο έτος και από 1.1.2013 στο 60ό έτος. … ε) … Στις ανωτέρω περιπτώσεις α΄, β΄, γ΄, δ΄, σταδιακής αύξησης του ορίου ηλικίας η ασφαλισμένη μητέρα ακολουθεί το όριο ηλικίας όπως διαμορφώνεται σύμφωνα με τα παραπάνω και ισχύει κατά τη συμπλήρωση του απαιτούμενου συντάξιμου χρόνου, εφόσον συντρέχει και η ανηλικότητα του παιδιού. …». Τέλος, στο άρθρο πρώτο της παραγράφου ΙΑ, υποπαράγραφος 4 του ν.4093/2012 (Α΄222), υπό τον τίτλο «αύξηση ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης», θεσπίστηκαν τα εξής: «1. Από 1.1.2013 για τη συνταξιοδότηση των ασφαλισμένων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και της Τράπεζας της Ελλάδος, εφαρμόζονται οι προϋποθέσεις του ν. 3863/2010 (Α΄ 115), όπως ισχύει, ως προς τα όρια ηλικίας και το χρόνο ασφάλισης, όπως αυτά διαμορφώνονται με τις ανωτέρω διατάξεις από 1.1.2015. 2. Από 1.1.2013, όλα τα όρια ηλικίας της παραγράφου 1, καθώς και όλα τα ισχύοντα την 31.12.2012 όρια ηλικίας συνταξιοδότησης των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και της Τράπεζας της Ελλάδος, όπου αυτά προβλέπονται, αυξάνονται κατά δύο (2) έτη. 3. … 4. Θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα μέχρι 31.12.2012, λόγω συμπλήρωσης των προϋποθέσεων του απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης και ορίων ηλικίας, όπου αυτά προβλέπονται, δεν θίγονται και δύνανται να ασκηθούν οποτεδήποτε. 5. Οι ασφαλισμένοι των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, οι οποίοι μέχρι 31.12.2012 έχουν κατοχυρώσει ή κατοχυρώνουν τις κατ’ έτος προβλεπόμενες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, όπως αυτές καθορίζονται με το άρθρο 10 του ν. 3863/2010 (Α΄115), όπως ισχύει, ή από προγενέστερες γενικές ή άλλες διατάξεις, δύνανται να συνταξιοδοτηθούν με τις προϋποθέσεις του ορίου ηλικίας και του χρόνου ασφάλισης που κατά περίπτωση κατοχυρώνουν…».
7. Επειδή, από τις προαναφερθείσες διατάξεις προκύπτει ότι η σύνταξη υπό το καθεστώς της διαδοχικής ασφάλισης καταβάλλεται τμηματικά, αποτελούμενη από το τμήμα της σύνταξης του απονέμοντος οργανισμού και από το τμήμα της σύνταξης των συμμετεχόντων οργανισμών, ενώ και στις δύο περιπτώσεις αυτή υπολογίζεται από τον απονέμοντα οργανισμό, ήτοι τον αρμόδιο να κρίνει το συνταξιοδοτικό δικαίωμα του ασφαλισμένου και να απονείμει την σύνταξη. Περαιτέρω, βάσει του άρθρου 69 του ν. 2084/1992, η έναρξη καταβολής της τμηματικής σύνταξης του συμμετέχοντος οργανισμού εξαρτάται από την συμπλήρωση του ορίου ηλικίας για την συνταξιοδότηση του, που προβλέπεται από την νομοθεσία του, ή από την συμπλήρωση του ορίου ηλικίας της νομοθεσίας του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. για την συνταξιοδότηση των υπαγόμενων στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, εφόσον το όριο αυτό είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο του απονέμοντος οργανισμού για την χορήγηση σύνταξης (πρβλ. ΣτΕ 1745/2014, 4163/2013, 2568/2008, ΔΕΠειρ. 223/2019, 1171/2017). Ωστόσο, δίνεται η δυνατότητα στον ασφαλισμένο να επιλέξει με αίτηση του την ταυτόχρονη καταβολή του τμηματικού ποσού σύνταξης του συμμετέχοντος οργανισμού με αυτό του απονέμοντος οργανισμού, με ταυτόχρονη μείωση της σύνταξης κατά 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται έως την συμπλήρωση των παραπάνω ορίων ηλικίας.
8. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Η προσφεύγουσα, η οποία γεννήθηκε την 1.3.1958, ασφαλίστηκε διαδοχικά στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποίησε 3.452 ημέρες εργασίας (Η.Ε.), χρονικής περιόδου από τον 8ο έως τον 10ο/1974 και από τον 11ο/2000 έως τον 7ο/2013, και στον Ο.Α.Ε.Ε. (τέως ΤΑΝΤΠ), στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποίησε 5.818 Η.Ε., χρονικής περιόδου από τον 3ο/1981 έως τον 6ο/2001, ήτοι πραγματοποίησε συνολικά 9.270 Η.Ε. Η ίδια είναι ήδη συνταξιούχος από τον ΟΑΕΕ λόγω θανάτου του συζύγου της – πρώην ασφαλισμένου του ΟΑΕΕ, καθώς και μητέρα ενός τέκνου, που γεννήθηκε στις 8.10.1988 και συμπλήρωσε το 18ο έτος της ηλικίας του στις 8.10.2006. Με την με αρ. πρωτ.112182/23.9.2013 αίτησή της προς το Περιφερειακό Υποκατάστημα Θεσσαλονίκης του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. ζήτησε να της χορηγηθεί πλήρης σύνταξη λόγω γήρατος, ως μητέρα με ανήλικο τέκνο, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων περί διαδοχικής ασφάλισης, με προσμέτρηση του χρόνου ασφάλισής της στον ΟΑΕΕ (τέως ΤΑΝΤΠ). Στο πλαίσιο υποβολής του ανωτέρω αιτήματος της προσφεύγουσας, διαβιβάστηκε στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ η με αρ. 1134690/8-8-2016 βεβαίωση της Προϊσταμένης της Περιφερειακής Διεύθυνσης Ασφάλισης – Παροχών του Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών και Τουριστικών Πρακτόρων (ΤΑΝΤΠ) του Ο.Α.Ε.Ε., με την οποία προσδιορίστηκε ο συνολικός χρόνος ασφάλισής της σε 19 έτη, 4 μήνες και 18 ημέρες (χρονικού διαστήματος από 2.3.1981 έως 18.12.1996, από 9.4.1997 έως 10.11.2000, 4ο/2001, 6ο/2001), ο οποίος αντιστοιχεί σε 5.818 Η.Ε., με βάση δε τον συνολικό της χρόνο ασφάλισης υπολογίστηκε το ποσό των συντάξιμων αποδοχών της σε 967,60 ευρώ και το κατώτατο όριο σύνταξης γήρατος σε 486,84 ευρώ, ενώ γνωστοποιήθηκε στο ΙΚΑ ότι δεν θεμελιώνει αυτοτελές δικαίωμα συνταξιοδότησης από το ΤΑΝΤΠ. Με την με αρ. 19972/13.9.2016 απόφαση του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Θεσσαλονίκης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, αφού λήφθηκε υπόψη ότι η κατοχύρωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος της προσφεύγουσας προσδιοριζόταν το έτος 2006 (συγκεκριμένα στις 7.10.2006, ημερομηνία ενηλικίωσης του τέκνου της), ενώ η θεμελίωση του συνταξιοδοτικού της δικαιώματος την 1.3.2013, με χρόνο ασφάλισης 5.500 ημέρες εργασίας και την συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας της, χορηγήθηκε στην προσφεύγουσα πλήρης σύνταξη γήρατος, ως μητέρα με ανήλικο τέκνο, κατά τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης, καταβλητέα από 23.9.2013, με συνολικό χρόνο ασφάλισης (στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και στον ΟΑΕΕ-ΤΑΝΤΠ) 9.270 ημέρες, το ποσό της οποίας καθορίστηκε σε 734,71 ευρώ μηνιαίως. Δεδομένου δε, ότι η προσφεύγουσα επέλεξε με την με αρ. 112323/6-9-2016 αίτησή της την ταυτόχρονη, πλην μειωμένη, καταβολή της τμηματικής σύνταξης του συμμετέχοντος φορέα (Ο.Α.Ε.Ε.) από την ημερομηνία υποβολής της ως άνω αίτησής της προς το ΙΚΑ, με την ανωτέρω απόφαση Διευθυντή υπολογίστηκε, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 4 του ν. 3232/2004, το ποσοστό μείωσης του τμήματος της σύνταξης, που αναλογούσε στον Ο.Α.Ε.Ε. σε ποσοστό 38,5%, ήτοι σε 77/200 για κάθε μήνα που υπολειπόταν, από την ηλικία που βρισκόταν η προσφεύγουσα κατά την κατάθεση, στις 23.9.2013, της εν λόγω αίτησής της (55 ετών και 7 μηνών) μέχρι τη συμπλήρωση του 62ου ορίου ηλικίας, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία θεμελίωσης του συνταξιοδοτικού της δικαιώματος (1.3.2013) [βάσει της συνδυασμένης εφαρμογής των άρθρων 69 του ν.2084/1992 και 5 παρ. 2 του ν. 3863/2010, καθότι η προσφεύγουσα κατοχύρωσε συνταξιοδοτικό δικαίωμα το έτος 2006 (5.500 ημέρες εργασίας και ανηλικότητα τέκνου), πλην, όμως, το θεμελίωσε την 1.3.2013 με την συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας, όταν το όριο ηλικίας για τα βαρέα και ανθυγιεινά του ΙΚΑ είχε ανέλθει στο 62ο έτος (από το 60ο), με τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου πρώτου της παραγράφου ΙΑ, υποπαράγραφος 4 του ν.4093/2012]. Με την ίδια ως άνω απόφαση παραγγέλθηκε η παρακράτηση συνολικού ποσού 25.000 ευρώ, σε 60 μηνιαίες δόσεις, από την μηνιαία καταβαλλόμενη στην προσφεύγουσα σύνταξη, για την εξόφληση των ασφαλιστικών εισφορών της προς το τ. ΤΑΝΤΠ. Κατά της ως άνω απόφασης η προσφεύγουσα άσκησε την με αρ. 161248/1-12-2016 ένσταση ενώπιον της Τ.Δ.Ε. του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Θεσσαλονίκης του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., με την οποία ισχυρίστηκε ότι μη νομίμως μειώθηκε, σε ποσοστό 38,5%, το ποσό της σύνταξης του συμμετέχοντος ΟΑΕΕ – ΤΑΝΤΠ, και ότι θα έπρεπε η αίτηση συνταξιοδότησής της, η οποία υποβλήθηκε στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ στις 23-9-2013, να κριθεί όχι με τις διατάξεις της νομοθεσίας που ίσχυαν κατά το έτος αυτό (2013), αλλά με τις διατάξεις της νομοθεσίας του τ. ΤΑΝΤΠ, που ίσχυαν το έτος 2008, κατά το οποίο θα μπορούσε να λάβει πλήρη σύνταξη από το Ταμείο αυτό, ενώ, εξάλλου, βάσει του άρθρου 69 του Ν.2034/92 περί διαδοχικής ασφάλισης, το όριο λήψης πλήρους σύνταξης με τον ΚΒΑΕ ήταν τα 55 έτη για όσους κατοχύρωσαν πριν το έτος 2010, όπως η ίδια, και βάσει αυτών των διατάξεων έπρεπε να συνταξιοδοτηθεί χωρίς κάποια μείωση στη συμμετοχή του TANΤΠ. Όπως υποστηρίζει, το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ερμήνευσε εσφαλμένα το άρθρο 69 του ν. 2084/92 με βάση τις διατάξεις για τα όρια ηλικίας του έτους 2013 και όχι του έτους 2010, θέτοντας ως όριο ηλικίας το 62ο έτος της ηλικίας. Περαιτέρω, προέβαλε ότι η οφειλή της στο ΤΑΝΤΠ αφορά σε ασφαλιστικές εισφορές του κλάδου σύνταξης και του κλάδου ασθενείας, ότι η ίδια είχε καταβάλει εισφορές για τον κλάδο ασθενείας, καθόσον ήταν παράλληλα ασφαλισμένη τόσο στο τ. ΤΑΝΤΠ και στο τ. ΤΑΕ για 3.475 ημέρες, όσο και στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και στο τ. ΤΑΝΠΥ για 425 ημέρες ασφάλισης, ωστόσο δε, καλείται, με την ως άνω συνταξιοδοτική απόφαση, να καταβάλει εκ νέου εισφορές για την ίδια παροχή (του κλάδου ασθενείας) και μάλιστα με προσαυξήσεις. Κατόπιν αυτών, ζήτησε να τροποποιηθεί η με αρ. 19972/13.9.2016 απόφαση του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Θεσσαλονίκης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, αφενός ως προς το ποσό της τμηματικής σύνταξης (ποσό συμμετοχής) του ΤΑΝΤΠ, το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς της πρέπει να της καταβληθεί πλήρες (χωρίς μείωση) και, αφετέρου, να αφαιρεθούν από τα παρακρατούμενα ποσά αυτά που αντιστοιχούσαν σε εισφορές κλάδου ασθενείας του τ. TANΤΠ. Η Τ.Δ.Ε., αφού έλαβε υπόψη τα στοιχεία του φακέλου, την από 28.11.2017 απορριπτική εισήγηση της υπηρεσίας και τους ισχυρισμούς της προσφεύγουσας, με την ήδη προσβαλλόμενη με αρ. 446/Συν.41/18-5-2018 απόφασή της απέρριψε ομόφωνα την ένσταση ως αβάσιμη. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου και αναφέρεται και στην προσβαλλόμενη απόφαση, η ως άνω ένσταση της προσφεύγουσας, κατά το μέρος της, με το οποίο αμφισβητούνταν η παρακράτηση από την σύνταξή της συνολικού ποσού 25.000 ευρώ, λόγω οφειλής ασφαλιστικών εισφορών προς το ΤΑΝΤΠ, διαβιβάστηκε με το με αρ. πρωτ. 134871/28.11.2017 έγγραφο του αρμοδίου τμήματος της Υποδιεύθυνσης Συντάξεων του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Μισθωτών Θεσσαλονίκης του ΕΦΚΑ στον τ. ΟΑΕΕ – ΤΑΝΤΠ, ως αρμόδιο φορέα προς κρίση.
9. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή και το επ’ αυτής υπόμνημα, η προσφεύγουσα αμφισβητεί την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και ζητεί την ακύρωσή της, προβάλλοντας ότι η μείωση της τμηματικής σύνταξης του Ο.Α.Ε.Ε. έπρεπε, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3863/2010, να υπολογιστεί με αναφορά στο 55ο και όχι στο 62ο έτος της ηλικίας της, καθόσον συνταξιοδοτήθηκε, ως μητέρα με ανήλικο τέκνο, σε ηλικία μικρότερη από την ηλικία συνταξιοδότησης των υπαγομένων στον Κανονισμό βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων του Ι.Κ.Α., έχοντας μάλιστα κατοχυρώσει το συνταξιοδοτικό της δικαίωμα προ της 31.12.2012, και συγκεκριμένα στις 7.10.2006 (ημερομηνία ενηλικίωσης του τέκνου της). Κατά τους ισχυρισμούς της, εφόσον συμπλήρωσε το 55ο έτος την 1.3.2013, η μείωση της τμηματικής σύνταξης του Ο.Α.Ε.Ε. θα έπρεπε να είναι μηδενική. Επιπροσθέτως, υποστήριξε ότι οι διατάξεις του ν. 4093/2012, με τις οποίες επήλθε, μεταξύ άλλων, περαιτέρω αύξηση στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης ανδρών και γυναικών που πραγματοποίησαν χρόνο εργασίας σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, με αποτέλεσμα αυτά να διαμορφωθούν στο ενιαίο όριο των 62 ετών, αφορούν αιτήσεις όσων κατοχυρώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης μετά την 1.1.2013. Τέλος, ισχυρίζεται ότι η ΤΔΕ δεν αποφάνθηκε με την προσβαλλόμενη απόφασή της επί του λόγου της ένστασής της, με τον οποίο αμφισβήτησε το ποσό που παρακρατήθηκε από την σύνταξή της, λόγω οφειλής της από ασφαλιστικές εισφορές προς το τέως ΤΑΝΤΠ, επαναλαμβάνοντας όσα προέβαλε ενώπιον της ΤΔΕ.
10. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τις εκτεθείσες στη μείζονα σκέψη διατάξεις και την ερμηνεία τους, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ότι: α) η προσφεύγουσα κατέθεσε αίτηση για συνταξιοδότηση στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. στις 23-9-2013, με την αίτησή της δε αυτή ζήτησε να της καταβληθεί η τμηματική σύνταξη του συμμετέχοντος φορέα (Ο.Α.Ε.Ε.), ταυτόχρονα με τη σύνταξη του απονέμοντος φορέα (Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.), με συνέπεια την εφαρμογή στην ένδικη περίπτωση της διάταξης του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του ν. 3232/2004, όπως το εδάφιο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 παρ. 2 του ν. 3863/2010, περί μείωσης της εν λόγω τμηματικής σύνταξης κατά 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται έως τη συμπλήρωση των προβλεπόμενων από τις διατάξεις του άρθρου 69 του ν. 2084/1992 ορίων ηλικίας και β) κατά τον χρόνο υποβολής της ανωτέρω αίτησης της προσφεύγουσας για συνταξιοδότηση (23-9-2013), καθώς και του επιμέρους αιτήματός της να της καταβληθεί η τμηματική σύνταξη του συμμετέχοντος φορέα (Ο.Α.Ε.Ε.) ταυτόχρονα με τη σύνταξη του απονέμοντος φορέα (Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.), ίσχυε το αυξημένο (από 1.1.2013) όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, κατά τη νομοθεσία βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων, των 62 ετών, με βάση τις διατάξεις της υποπαραγράφου ΙΑ.4 περ. 2 του πρώτου άρθρου του ν. 4093/2012. Ενόψει αυτών, κρίνει ότι κρίσιμος χρόνος για να προσδιοριστούν τα όρια ηλικίας του άρθρου 69 του ν. 2084/1992, και, κατ΄ επέκταση, να καθοριστεί το ως άνω ποσοστό μείωσης της τμηματικής σύνταξης του Ο.Α.Ε.Ε., είναι το έτος 2013 εντός του οποίου υποβλήθηκε η σχετική αίτηση συνταξιοδότησης της προσφεύγουσας (πρβλ. ΣτΕ 2594/2017, 2810/1991, ΔΕφΠειρ 1404/2020). Εφόσον δε, κατά την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης συνταξιοδότησης (23-9-2013), η προσφεύγουσα, η οποία γεννήθηκε την 1-3-1958, δεν είχε συμπληρώσει το 62ο έτος της ηλικίας της [ηλικία με την οποία συνταξιοδοτούνταν οι ασφαλισμένοι του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. που υπάγονταν στον Κανονισμό Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων και η οποία ήταν μεγαλύτερη της ηλικίας κατά την οποία απένειμε σύνταξη γήρατος το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ως τελευταίος ασφαλιστικός οργανισμός (ήτοι το 55ο έτος, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 3 περ. δ’ του α.ν. 1846/1951)], αλλά συμπλήρωσε το όριο αυτό (των 62 ετών) την 1-3-2020, η τμηματική σύνταξη του Ο.Α.Ε.Ε. νομίμως μειώθηκε κατά 1/200 για έκαστο των 77 μηνών που υπολειπόταν από την υποβολή της ανωτέρω αίτησης έως τη συμπλήρωση του εν λόγω ηλικιακού ορίου. Συνεπώς, ορθώς η Τ.Δ.Ε., με την προσβαλλόμενη απόφασή της, απέρριψε την ένσταση της προσφεύγουσας κατά το ανωτέρω μέρος, ήτοι κατά το μέρος της με το οποίο αμφισβητήθηκε το ποσοστό μείωσης (38,5% ή 77/200) της καταβλητέας τμηματικής σύνταξης του συμμετέχοντος Ο.Α.Ε.Ε., όσα δε αντιθέτως προβάλλονται με την υπό κρίση προσφυγή πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Περαιτέρω, ως προς το κεφάλαιο της ένστασης που αφορούσε την νομιμότητα της παρακράτησης από την σύνταξη της προσφεύγουσας της ως άνω οφειλής της, συνολικού ποσού 25.000 ευρώ, για την εξόφληση των ασφαλιστικών εισφορών της προς τον ΟΑΕΕ-ΤΑΝΤΠ, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη ότι: α) η 19972/13.9.2016 συνταξιοδοτική απόφαση του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Θεσσαλονίκης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, που εκδόθηκε με παρακράτηση της κατά τα ανωτέρω οφειλής, είναι προσβλητή με ένσταση ενώπιον της αρμόδιας ΤΔΕ, με την οποία παραδεκτώς προβάλλονται αιτιάσεις ως προς την νομιμότητα της παρακράτησης και, κατά συνεκδοχή, των αναφερομένων σε αυτήν οφειλών (βλ. ΔΕφΑθ 54/2020 σκ. 8) και β) η ΤΔΕ του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Μισθωτών Θεσσαλονίκης του Ε.Φ.Κ.Α., η οποία, αν και ήταν αρμόδια, δεδομένου ότι προσβλήθηκε ενώπιόν της το αντίστοιχο κεφάλαιο της προαναφερόμενης συνταξιοδοτικής απόφασης, δεν αποφάνθηκε, με την προσβαλλόμενη απόφασή της, επί του σχετικού λόγου που προβλήθηκε με την ένσταση της προσφεύγουσας, με τον οποίο αμφισβητήθηκε η νομιμότητα και, συνακόλουθα, το ύψος της ανωτέρω οφειλής, αρκέστηκε δε να αναφέρει στην προσβαλλόμενη απόφασής της ότι η εν λόγω ένσταση διαβιβάστηκε, καθ’ ο μέρος αφορούσε την παρακράτηση, στον ΟΑΕΕ – ΤΑΝΤΠ, ως αρμόδιο φορέα προς κρίση, απορρίπτοντας, ουσιαστικά, λόγω αναρμοδιότητας, την ένσταση της προσφεύγουσας κατά το ως άνω κεφάλαιό της, κρίνει ότι πρέπει να αναπεμφθεί η υπόθεση στην Τ.Δ.Ε. του ως άνω Υποκαταστήματος Ε.Φ.Κ.Α., σύμφωνα με το άρθρο 79 παρ. 3 περ. γ’ του Κ.Δ.Δ., προκειμένου αυτή να αποφανθεί κατ’ ουσίαν επί του ως άνω λόγου της ένστασης της προσφεύγουσας, καθόσον το παρόν Δικαστήριο δεν έχει την εξουσία να κρίνει το πρώτον επί του σχετικού ζητήματος (πρβλ. ΣτΕ 2109/2017, 3092, 1706/2015, 38/2014 κ.ά.).
11. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η προσφυγή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση της Τ.Δ.Ε. κατά το μέρος της που απέρριψε την ένσταση της προσφεύγουσας ως προς το κεφάλαιό της που αφορούσε στην νομιμότητα της παρακράτησης της οφειλής της προς το τέως ΤΑΝΤΠ από ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές εισφορές, και η υπόθεση να αναπεμφθεί στην εν λόγω Τ.Δ.Ε., κατ’ άρθρο 79 παρ. 3 περ. γ’ του Κ.Δ.Δ., προκειμένου η ένσταση αυτή κατά το ανωτέρω μέρος της να εισαχθεί και να εξεταστεί στην ουσία της. Περαιτέρω, πρέπει να αποδοθεί μέρος του καταβληθέντος παραβόλου, ποσού 10 ευρώ, στην προσφεύγουσα (άρθρο 277 παρ. 9 εδ. γ’ του Κ.Δ.Δ.) και, τέλος, να συμψηφισθούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων, λόγω της μερικής νίκης και μερικής ήττας αυτών (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. γ΄ του Κ.Δ.Δ.).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται εν μέρει την προσφυγή.
Ακυρώνει την με αρ. 446/Συν.41/18-5-2018 απόφαση της Α’ Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Μισθωτών Θεσσαλονίκης του Ε.Φ.Κ.Α., κατά το μέρος που απέρριψε, λόγω αναρμοδιότητας, την ένσταση της προσφεύγουσας κατά της 19972/13.9.2016 συνταξιοδοτικής απόφασης του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Θεσσαλονίκης του πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, κατά το κεφάλαιό της που αφορούσε στην παρακράτηση από την σύνταξή της προσφεύγουσας οφειλής της, συνολικού ποσού 25.000 ευρώ, για την εξόφληση των ασφαλιστικών εισφορών της προς τον τέως ΟΑΕΕ-ΤΑΝΤΠ.
Αναπέμπει την υπόθεση στην ως άνω Τοπική Διοικητική Επιτροπή, προκειμένου η ένσταση της προσφεύγουσας να εισαχθεί και να εξεταστεί στην ουσία της, κατά το ανωτέρω μέρος της.
Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.
Διατάσσει την απόδοση μέρους του καταβληθέντος παραβόλου, ποσού δέκα (10) ευρώ, στην προσφεύγουσα.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Η διάσκεψη του Δικαστηρίου έγινε στη Θεσσαλονίκη στις 7-10-2020, με τη σύνθεση που αναγράφεται στο εισαγωγικό της παρούσας. Το παρόν πρωτότυπο υπογράφεται, κατ’ άρθρο 194 παρ. 3 α΄ του ΚΔΔ, από την αρχαιότερη δικαστή της σύνθεσης Αλεξία Πετσή, Πρωτοδίκη Δ.Δ., λόγω μετάθεσης της Προέδρου του Τμήματος Βασιλικής Κουρή, Προέδρου Πρωτοδικών Δ.Δ., στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών και λόγω προαγωγής της Πρωτοδίκη Δ.Δ. Στέλλας Πάντζαλη σε Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ. και τοποθέτησής της ως Προέδρου στο Ε΄ Τμήμα του Δικαστηρίου αυτού.
Η ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗ ΔΙΚΑΣΤΗΣ ΚΑΙ ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ
Η απόφαση δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο στις 10-11-2020, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, με τη συμμετοχή στη σύνθεση, κατ’ άρθρο 194 παρ. 2 του ΚΔΔ, της Πρωτοδίκη Δ.Δ. Σύρμως Βουγιουκλή, λόγω των ανωτέρω υπηρεσιακών μεταβολών. Το παρόν πρωτότυπο υπογράφεται από την Πρόεδρο του Τμήματος Στέλλα Πάντζαλη, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ