Η τραγωδία μέσα από τα γερμανικά και τα αυστριακά έγγραφα
Εκατοντάδες επιφανείς προσωπικότητες του Ποντιακού Ελληνισμού οδηγήθηκαν τέλη καλοκαιριού με αρχές φθινοπώρου του 1921 στην κρεμάλα από το τουρκικό εθνικιστικό κίνημα του Μουσταφά Κεμάλ, καταδικασμένοι από το κατ’ επίφασιν δικαστήριο που είχε στηθεί στην πόλη της Αμάσειας. Κάποιοι εξ αυτών, όμως, κλεισμένοι μέσα στη φυλακή, έγραψαν λίγο πριν πεθάνουν επιστολές προς τα αγαπημένα τους πρόσωπα, μερικές εκ των οποίων έχουν διασωθεί και αποτυπώνουν ανάγλυφα την κατάσταση που επικρατούσε εκείνη την εποχή.
Ο στρατιωτικός και πολιτικός ηγέτης των Νεότουρκων Μουσταφά Κεμάλ φωτογραφημένος το 1918. Μετέπειτα θα λάβει το προσωνύμιο Ατατούρκ.
Ν. Καπετανίδης: «Θαρσείτε και καρτερείτε»
Ο δημοσιογράφος και εκδότης της εφημερίδας «Εποχή» της Τραπεζούντας, Νικόλαος Καπετανίδης, έστελνε μέχρι την τελευταία στιγμή γράμματα στο σπίτι του, παρηγορώντας τους δικούς του ανθρώπους. Οπως έγραφε, «θα μάθετε από τους ολίγους που θα περισωθούν, ότι μήτε το θάρρος μήτε η ψυχραιμία μ’ εγκατέλειψαν ως την τελευταία μου στιγμή… Εντούτοις η ψυχή μου βαρύτατα πενθεί διότι σας αφήνω για πάντα… Τέτοιος θάνατος σαν τον δικό μου είναι ωραίος, δοξασμένος… Γι’ αυτό μη λυπηθήτε… Εσύ, μανούλα μου, εγκαρτέρησε. Ετίμησα τα στήθια σου και τ’ όνομά σου με τον θάνατό μου… Ο θάνατος είναι τιμή για όλους μας. Θαρσείτε και καρτερείτε, μια φορά κανείς πεθαίνει…». Ο Καπετανίδης υπήρξε συνεπής με τα γραφόμενά του μέχρι την έσχατη ώρα. Οταν ο πρόεδρος του δικαστηρίου τού ανέγνωσε το κατηγορητήριο, ότι επεδίωκε την ανεξαρτησία του Πόντου, εκείνος τον διόρθωσε: «Οχι, κύριε πρόεδρε, εγώ ήθελα την απευθείας ένωση του Πόντου με την Ελλάδα». Απαγχονίστηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 1921, σε ηλικία μόλις 32 χρόνων. Η τελευταία του κραυγή πάνω στην αγχόνη ήταν: «Ζήτω η Ελλάς!».