ΑΡΙΘΜΟΣ 807/2020
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Αναγνώριση χρέους.
– Η σύμβαση με την οποία αναγνωρίζει κάποιος το χρέος που έχει από ορισμένη αιτία, δεν προβλέπεται ρητά από τον ΑΚ, ισχύει όμως, διεπόμενη από το άρθρο 361 του ίδιου κώδικα, το οποίο παρέχει ελευθερία σύναψης, ποικίλου περιεχομένου συμβάσεων, δεσμευτικά για τους συμβαλλομένους, αρκεί το περιεχόμενο τους να μην προσκρούει σε απαγορευτικό νόμο ή στα χρηστά ήθη. Η σύμβαση αυτή, η οποία διαφέρει από τη ρυθμιζόμενη από το άρθρο 873 του ΑΚ αφηρημένη υπόσχεση ή αναγνώριση χρέους, καταρτίζεται σε αντίθεση με εκείνη, κατ` αρχήν άτυπα, και ιδρύει νέα ενοχική σχέση, που αποτελεί νέα αυτοτελή βάση υποχρέωσης προς εκπλήρωση της παροχής, δηλαδή ενοχή αυτοτελή και ανεξάρτητη από την υποκειμένη αιτία, όταν αυτό θέλησαν οι συμβαλλόμενοι και δεν απέβλεψαν μόνο στην παροχή αποδεικτικού μέσου για την ύπαρξη του χρέους ή στην επιβεβαίωση μίας υπάρχουσας έννομης σχέσης (ΑΠ 1279/2012, ΑΠ 232/2009). Κατά κανόνα με την αιτιώδη αναγνώριση χρέους επιδιώκεται η δημιουργία νέας ενοχής, είτε παράλληλα με την παλαιά είτε σε αντικατάσταση της παλαιάς, προκαλώντας την απόσβεσή της (άρθρ. 421, 436 ΑΚ) και απαλλαγμένης συνεπώς από τις ενστάσεις, που μπορούσαν να προταθούν στο πλαίσιο εκείνης, η οποία, νέα ενοχή, δεν υπόκειται σε τύπο, εκτός εάν με τη σύμβαση αναγνωρίζεται υποχρέωση για την ανάληψη της οποίας ο νόμος απαιτεί την τήρηση τύπου, οπότε πρέπει να τηρηθεί ο τύπος αυτός και για τη σύμβαση αναγνώρισης (ΑΠ 962/2012, ΑΠ 237/2009). Η δήλωση του οφειλέτη για την αναγνώριση του χρέους ή η υπόσχεση αυτού είναι απευθυντέα προς το δανειστή και αποτελεί πρόταση για τη σύναψη σύμβασης, κατά την έννοια του άρθρου 185 ΑΚ, την οποία πρέπει να αποδεχθεί ο δανειστής, κατά τους όρους των άρθρων 189 επ. ΑΚ, προκειμένου να υπάρξει συντέλεση της σύμβασης. Έτσι, ο ενάγων, που στηρίζει τις αξιώσεις του σε σύμβαση αιτιώδους αναγνώρισης χρέους, πρέπει, για το ορισμένο, κατ’ άρθρο 216 ΚΠολΔ, της αγωγής του, να επικαλεστεί τη δήλωση του οφειλέτη για την αναγνώριση ή υπόσχεση από αυτόν του χρέους, που συνιστά την πρόταση για τη σύναψη σύμβασης, δημιουργικής νέας αυτοτελούς ενοχής σε βάρος του και την αποδοχή της πρότασης αυτής από το δανειστή, αφού η μη γενόμενη ακόμη αποδεκτή πρόταση δεν ιδρύει νέα ενοχή, καθώς και όσα πραγματικά στοιχεία είναι αναγκαία για τον προσδιορισμό της αναγνωριζόμενης ενοχής, ώστε να μη γεννάται αμφιβολία γι’ αυτήν (ΑΠ 878/2018, ΑΠ 1086/2017, ΑΠ 1279/2012, ΑΠ 523/2001, ΑΠ 863/1996). Περαιτέρω, η αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων, που θεμελιώνεται στην ιδιωτική αυτονομία και βρίσκει έρεισμα, όπως προαναφέρθηκε, στη διάταξη του άρθρου 361 ΑΚ, δίνει στους συμβαλλόμενους τη δύναμη όχι μόνο να καταρτίζουν ορισμένη σύμβαση, αλλά και να την καταργούν με μία άλλη. Ο κανόνας ότι απαιτείται και αρκεί σύμβαση για τη δικαιοπρακτική γένεση ενοχής ισχύει και για την κατάργηση της ενοχής. Επομένως, ο ενάγων που ζητεί την επιστροφή της παροχής του, λόγω κατάργησης της ενοχής, οφείλει για την πληρότητα, κατ’ άρθρο 216 ΚΠολΔ, της αγωγής του να επικαλεσθεί τη σύναψη μεταξύ των συμβαλλομένων καταργητικής σύμβασης.