ΑΡΙΘΜΟΣ 104/2021
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
– Παραίτηση από κλήση. Συνέπειες.
– Από τον συνδυασμό των διατάξεων 94 παρ. 1, 97, 98, 188 παρ. 1, 190, 191 παρ. 2, 192, 294, 295 παρ. 1, 297, 299, 573 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι ο ανακόπτων μπορεί με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά συνεδρίασης του δικαστηρίου ή με δικόγραφο που επιδίδεται στον καθ΄ ου η ανακοπή να παραιτηθεί από το δικόγραφο της ανακοπής χωρίς τη συναίνεση του αντιδίκου του εφόσον δεν προχώρησε στην προφορική συζήτηση της ουσίας της υπόθεσης ενώ η παραίτηση που γίνεται αργότερα είναι απαράδεκτη εφόσον ο καθ΄ ου η ανακοπή προβάλλει αντίρρηση και πιθανολογεί ότι έχει έννομο συμφέρον η δίκη να περατωθεί με έκδοση οριστικής απόφασης. Η παραίτηση από το δικόγραφο της ανακοπής για την οποία αρκεί η ύπαρξη γενικής μόνο πληρεξουσιότητας στο πρόσωπο του δικηγόρου του παραιτουμένου έχει ως αποτέλεσμα ότι η ανακοπή θεωρείται ότι δεν ασκήθηκε και η δίκη καταργείται, χωρίς να είναι αναγκαία η έκδοση απόφασης που να κηρύσσει καταργημένη τη δίκη, αν ο αντίδικος του παραιτούμενου εμμένει για οποιοδήποτε λόγο στην έκδοση απόφασης και ιδίως αν αιτείται την καταβολή των δικαστικών εξόδων στα οποία αυτός υποβλήθηκε μέχρι την κατά τα άνω παραίτηση (σχετ ΑΠ 52/2020, ΑΠ 435/2020, ΑΠ 1180/2013). Εξάλλου, οι διατάξεις των άρθρων 294 έως 298 ΚΠολΔ εφαρμόζονται σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 299 ΚΠολΔ και σε οποιαδήποτε άλλη διαδικαστική πράξη και επομένως και επί ασκηθέντος δικαιώματος κλήσεως προς συζήτηση της υποθέσεως. Ως εκ τούτου σε περίπτωση παραιτήσεως από ασκηθέν δικαίωμα κλήσεως προς συζήτηση θεωρείται ως μη ασκηθέν το δικαίωμα αυτό και μόνον, ήτοι κείνο της κλήσεως προς συζήτηση και όχι το ένδικο βοήθημα ή μέσο για το οποίο ασκήθηκε το δικαίωμα κλήσεως προς συζήτηση.