ΑΡΙΘΜΟΣ 670/2020
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Σύμβαση έργου. Υπαναχώρηση του εργοδότη από τη σύμβαση. Διοίκηση αλλοτρίων.
– Κατά τη διάταξη του άρθρου 686 ΑΚ, αν ο εργολάβος χωρίς υπαιτιότητα του εργοδότη επιβραδύνει την εκτέλεση του έργου με τρόπο που αντιβαίνει στη σύμβαση και καθιστά αδύνατη την έγκαιρη περάτωσή του, ο εργοδότης μπορεί να υπαναχωρήσει από την σύμβαση χωρίς να περιμένει το χρόνο της παραδόσεως του έργου. Περαιτέρω, από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 686, 387, 389 και 390 ΑΚ προκύπτει ότι, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της πρώτης από τις διατάξεις αυτές, με την κατά τη διάταξη αυτή δήλωση του εργοδότη προς τον εργολάβο, ότι υπαναχωρεί από τη σύμβαση της μισθώσεως έργου, η σύμβαση αυτή καταργείται από τη στιγμή της καταρτίσεώς της (ex tunk), η νομική σχέση ανάμεσα στον εργοδότη και τον εργολάβο διαλύεται αυτοδικαίως και αναδρομικά, επέρχεται απόσβεση όλων των υποχρεώσεων αυτών για παροχή που πηγάζουν από τη σύμβαση και δημιουργείται υποχρέωσή τους να αποδώσουν αμοιβαίως τις παροχές που έλαβαν κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό (ΑΠ 997/2010). Στην περίπτωση αδυναμίας της αυτούσιας απόδοσης του ληφθέντος αντικειμένου ο οφειλέτης αποδίδει το ληφθέν γι’ αυτό αντάλλαγμα. Επί παροχής έργου αντάλλαγμα είναι η κατά το χρόνο της παροχής αξία του μέρους του έργου που εκτελέστηκε και παραδόθηκε. Η αξία αυτή δεν αποτελεί αμοιβή, αλλά ωφέλεια κατά τη διάταξη του άρθρου 904 ΑΚ (ΑΠ 445/2019, ΑΠ 1113/2017), περιλαμβάνονται δε σ’ αυτή τόσο η αξία της εργασίας και των υλικών που ενσωματώθηκαν στο έργο, όσο και το εργολαβικό κέρδος που αντιστοιχεί στο τμήμα του έργου που είχε εκτελεστεί μέχρι την υπαναχώρηση.
– Η διοίκηση αλλότριων ρυθμίζεται από τις διατάξεις των άρθρ. 730 – 740 ΑΚ ως ενοχή εξωδικαιοπρακτική, που παράγεται αμέσως από το νόμο μεταξύ του διοικητή και του κυρίου της υπόθεσης και μάλιστα από μόνο το γεγονός ότι ο διοικητής χειρίζεται και διοικεί ξένη υπόθεση χωρίς να έχει δικαίωμα ή σχετική υποχρέωση. Οι διατάξεις αυτές διακρίνουν μεταξύ γνήσιας και μη γνήσιας διοίκησης αλλότριων, ενώ και η γνήσια διοίκηση αλλότριων διακρίνεται περαιτέρω σε θεμιτή και αθέμιτη (ΑΠ 784/2005), η δε μη γνήσια σε αυτή που διεξάγεται εν γνώσει του διοικητή ότι αφορά ξένη υπόθεση και σε αυτή που γίνεται εν αγνοία του, οπότε πρόκειται για ιδιοτελή κατά πλάνη διοίκηση αλλότριων. Η έννοια της γνήσιας διοίκησης αλλότριων δίνεται από τις διατάξεις του άρθρ. 730 ΑΚ, κατά τις οποίες όποιος διοικεί χωρίς εντολή ξένη υπόθεση έχει υποχρέωση να τη διεξάγει προς το συμφέρον του κυρίου και σύμφωνα με την πραγματική ή την εικαζόμενη θέλησή του, δεν λαμβάνεται δε υπόψη αντίθετη θέληση του τελευταίου για τη διοίκηση της υπόθεσής του, αν αντιβαίνει στο νόμο ή στα χρηστά ήθη. Εφόσον ο διοικητής ανέλαβε τη διοίκηση της ξένης υπόθεσης και τη διεξάγει ως ξένη προς το συμφέρον και σύμφωνα με την πραγματική ή εικαζόμενη θέληση του κυρίου, πρόκειται για γνήσια θεμιτή διοίκηση αλλότριων και ο διοικητής έχει κατά το άρθρ. 736 ΑΚ το δικαίωμα να ζητήσει από τον κύριο τις δαπάνες της διοίκησης και την ανόρθωση των ζημιών κατά τις διατάξεις για την εντολή, που εφαρμόζονται αναλόγως, διαφορετικά πρόκειται για γνήσια μεν, αθέμιτη όμως διοίκηση αλλότριων και ο διοικητής δικαιούται κατά το άρθρ. 737 ΑΚ να ζητήσει μόνο την απόδοση των δαπανών του κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Αντίθετα πρόκειται για μη γνήσια διοίκηση αλλότριων όταν ο διοικητής διοικεί την ξένη υπόθεση σαν δική του, δηλαδή αποβλέποντας στο δικό του συμφέρον και όχι στο συμφέρον του κυρίου (ΑΠ 668/2007), οπότε αν μεν αγνοεί ότι πρόκειται για ξένη υπόθεση και τη διεξάγει νομίζοντας πως είναι δική του, τότε κατά το άρθρ. 740 ΑΚ δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις για τη διοίκηση αλλότριων, αλλά αυτές για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό ή τις αδικοπραξίες, εφόσον ειδικότερα η πλάνη του διοικητή οφείλεται σε αμέλειά του και η διοίκηση της ξένης υπόθεσης συνιστά παράνομη πράξη, όπως κατά κανόνα συμβαίνει. Αν όμως ο διοικητής γνωρίζει ότι πρόκειται για ξένη υπόθεση και παρόλα αυτά τη διοικεί σαν δική του, τότε κατά το άρθρ. 739 ΑΚ και με την επιφύλαξη της τυχόν ευθύνης του από αδικοπραξία έχει και πάλι τις υποχρεώσεις από τη διοίκηση αλλότριων, ενώ δαπάνες έχει δικαίωμα να απαιτήσει μόνο κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, ο οποίος πρέπει να είναι πραγματικός και συγκεκριμένος ενόψει του ότι επιβάλλεται στο λήπτη χωρίς τη θέλησή του (ΑΠ 855/2019, ΑΠ 1343/2013). Ενόψει αυτών, στοιχεία της αγωγής του διοικητή στην περίπτωση της μη γνήσιας διοίκησης είναι: 1) η αυθόρμητη ανάληψη της διοίκησης αλλότριας υπόθεσης χωρίς τη ρητή εντολή του κυρίου αυτής 2) η γνώση του διοικητή ότι η υπόθεση είναι ξένη 3) η κατά το συμφέρον του διοικητή διεξαγωγή της υπόθεσης και 4) οι δαπάνες που υποβλήθηκε κατά την κανονική διεξαγωγή της υπόθεσης, οι οποίες συνιστούν τον αδικαιολόγητο πλουτισμό του κυρίου.