Στην ακύρωση έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου, που έγινε από το Δημόσιο για οφειλές ασφαλιστικών εισφορών, προχώρησε το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών. Το ακίνητο αποτελούσε την κύρια κατοικία του προσφεύγοντα.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την απόφαση του Πρωτοδικείου αναφέρεται πως η κατάσχεση επιβλήθηκε για αναγκαστική είσπραξη ποσού 4.082,75 ευρώ. Ωστόσο, η αξία του κατασχεθέντος ακινήτου εκτιμήθηκε κατά την κρίση της επιμελήτριας που ενήργησε την κατάσχεση και του μάρτυρα που συνέπραξε σε αυτή, στο ποσό των 250.000 ευρώ. Δηλαδή, όπως σημειώνεται και στην απόφαση, «σε ποσό πολλαπλάσιο της ένδικης οφειλής».
Η επιλογή του είδους του αναγκαστικού μέτρου προς είσπραξη δημόσιων εσόδων και του αντικειμένου του μέτρου αυτού ανήκει διευθύντρια Δημοσίου Ταμείου, αλλά το Πρωτοδικείο υπογραμμίζει πως «η σχετική δε διακριτική ευχέρεια της τελευταίας έχει ως όριο τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, υπό την έννοια ότι δεν πρέπει να υφίσταται προφανής δυσαναλογία μεταξύ του εν λόγω αναγκαστικού μέτρου και του επιδιωκόμενου σκοπού (είσπραξη δημόσιων εσόδων αναγκαίων για την εκπλήρωση των σκοπών του κράτους)».
Τονίζεται, επίσης, πως το Δημόσιο «δεν προβάλλει ούτε αποδεικνύει ότι πριν προχωρήσει στην κατάσχεση της κατοικίας του ανακόπτοντος εξέτασε αν η είσπραξη της απαίτησής του μπορούσε να επιδιωχθεί με λιγότερο επαχθή μέτρα, όπως κατάσχεση άλλου περιουσιακού (κινητού ή ακινήτου) στοιχείου που έχει στην κυριότητά του ο ανακόπτων». https://74f8f74eec6eacf2873e431588b0b8a2.safeframe.googlesyndication.com/safeframe/1-0-37/html/container.html?v=1-0-38
Για το λόγο αυτό κρίνει ότι «η επιβληθείσα κατάσχεση είναι μη νόμιμη, καθόσον παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας». Και καταλήγει: «Τούτο, δε, διότι η επιλογή του ένδικου κατασχεμένου ακινήτου, που αποτελεί την κύρια κατοικία του ανακόπτοντος, χωρίς προηγουμένως να έχει εξετασθεί η περίπτωση της λήψης λιγότερο επαχθών μέτρων, αποτελεί υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχέρειας της Διοίκησης σχετικά με την επιλογή του μέτρου εκτέλεσης, δεδομένου ότι υπερακοντίζει τον σκοπό που επιδιώκει ο νόμος και υπερβαίνει το εύλογο, απολύτως αναγκαίο και πρόσφορο μέτρο για την πραγμάτωση του επιδιωκόμενου σκοπού (είσπραξη οφειλόμενου ποσού ασφαλιστικών εισφορών), λαμβανομένων υπόψη των συνεπειών που επέρχονται στον ανακόπτοντα εξαιτίας της επιβληθείσας κατάσχεσης (στέρηση ελευθερίας διάθεσης του ακινήτου του και επικείμενη έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού επί της πρώτης κατοικίας του), κατ’ αποδοχή ως βάσιμου του σχετικού λόγου της κρινόμενης ανακοπής, ο οποίος συνοδεύεται από επίκληση βλάβης, μη δυνάμενης να θεραπευτεί παρά μόνο με την ακύρωση της προσβαλλόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης».