ΑΡΙΘΜΟΣ 796/2020
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Αδικοπραξία. Αυτοκινητικό ατύχημα. Αποζημίωση για τη στέρηση διατροφής από τη θανάτωση του συζύγου. Δεδικασμένο.
– Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 928 εδ. β’ του ΑΚ, κατ’ εξαίρεση του γενικού κανόνα ότι δεν αποκαθίσταται η ζημία του εμμέσως ζημιωθέντος, επί θανατώσεως προσώπου, υφίσταται υποχρέωση προς αποζημίωση και έναντι τρίτου, ο οποίος κατά το νόμο είχε δικαίωμα να απαιτεί από το θύμα διατροφή και στερήθηκε εξαιτίας του θανάτου του το δικαίωμα αυτό. Η αξίωση που απορρέει από την ως άνω διάταξη είναι γνήσια αξίωση αποζημιώσεως και όχι διατροφής και αποσκοπεί να φέρει το δικαιούχο διατροφής στη θέση που θα βρισκόταν αν δεν θανατωνόταν ο υπόχρεος για να τον διατρέφει. Επομένως, από απόψεως εκτάσεως, η αποζημίωση αυτή, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1378 επ., 1442 επ., 1485 επ. και 1504 ΑΚ, περιλαμβάνει ό,τι και για όσο χρόνο θα όφειλε να καταβάλει ο θανατωθείς στο δικαιούχο της διατροφής (ΑΠ 873/2012, ΑΠ 925/2004). Από την αυτή ως άνω διάταξη (άρθρο 928 εδ. β’ ΑΚ) συνάγεται ότι η αξίωση αποζημιώσεως του επιζώντος συζύγου στοχεύει γενικώς στην αποκατάσταση της ζημίας που αυτός, υφίσταται εξαιτίας του ότι, με το θάνατο του άλλου συζύγου, επέρχεται απόσβεση της αξιώσεως για συμβολή στις ανάγκες της οικογενείας που ο σύζυγος είχε από το νόμο. Για να ευρεθεί, όμως το περιεχόμενο της αποζημίωσης επιβάλλεται να γίνει προσφυγή στις σχετικές διατάξεις του οικογενειακού δικαίου, που ρυθμίζουν το ζήτημα της συνεισφοράς στις οικογενειακές ανάγκες και ειδικότερα, στην διατροφή του συζύγου (άρθρο 1389 και 1390 ΑΚ), το μέτρο της οποίας προσδιορίζεται ανάλογα με τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής, λαμβανομένων υπόψη των αναγκών του δικαιούχου, όπως διαμορφώνονται στα πλαίσια της συμβιώσεως, οριοθετούνται δε από το ύψος των τυχόν εισοδημάτων του και της λοιπής περιουσίας αυτού, σε συσχετισμό προς την περιουσιακή κατάσταση του άλλου συζύγου. Κρίσιμος για τον υπολογισμό της με το ανωτέρω περιεχόμενο αποζημιώσεως είναι ο προσδιορισμός των εισοδημάτων του θανατωθέντος, κατά τον τελευταίο καιρό πριν από τη θανάτωσή του και της πιθανής εξελίξεως των εισοδημάτων αυτών, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, αν αυτός ζούσε. Εξάλλου, όταν ενάγει ο επιζών σύζυγος τον υπόχρεο και ζητά αποζημίωση για την αποκατάσταση της ζημίας του από την στέρηση του δικαιώματος διατροφής, την οποία κατά το νόμο θα όφειλε ο θανατωθείς και υπόχρεος αν ζούσε, για την πληρότητα του δικογράφου της αγωγής του και τη θεμελίωση της αξίωσής του στο νόμο, πρέπει να επικαλείται τα εξής στοιχεία: α) την ύπαρξη γάμου μεταξύ δικαιούχου και υποχρέου διατροφής, β) την θανάτωση του υποχρέου από παράνομη και υπαίτια πράξη ή παράλειψη του εναγομένου, γ) τον πιθανό χρόνο ζωής του υποχρέου σε διατροφή συζύγου και δ) το ποσό της καταβλητέας διατροφής ανάλογα με τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής. Αντίθετα, δεν απαιτείται για να είναι ορισμένη η αγωγή αποζημιώσεως του δικαιούχου συζύγου, να γίνεται στο δικόγραφο αποτίμηση της συνεισφοράς, που θα παρείχε καθένας από τους συζύγους για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας, αφού η αποτίμηση αυτή μπορεί να θεμελιώσει καταλυτικό της αξιώσεως ισχυρισμό του εναγομένου (ΟλΑΠ 3/2004, ΑΠ 124/2017, πρβλ. επίσης, ΑΠ 1637/2018, ΑΠ 1136/2014, ΑΠ 212/2013, ΑΠ 153/2005).
– Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 321, 322, 324, 325, 331 ΚΠολΔ και 914, 297 και 298 ΑΚ προκύπτει ότι η τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε επί αγωγής αποζημιώσεως, λόγω θανάτωσης ή βλάβης του σώματος ή της υγείας προσώπου, αποτελεί δεδικασμένο για τη νέα δίκη αποζημίωσης, με την ίδια ιστορική και νομική αιτία, ως προς τις συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα η αδικοπραξία, την ευθύνη του υπαιτίου, την τυχόν συνυπαιτιότητα του παθόντος και τη ζημία που έπαθε ο ενάγων για το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στην πρώτη αγωγή, όχι όμως και για το μεταγενέστερο χρόνο, κατά τον οποίο η αδικοπραξία είναι δυνατό να εξακολουθήσει να έχει επιζήμιες συνέπειες, γιατί αυτές δεν είχαν προβληθεί, ούτε καταστεί αντικείμενο έρευνας, κατά την πρώτη αγωγή.
Συνεπώς, αν υπάρξει τελεσίδικη κρίση, ως προς την αδικοπρακτική ευθύνη του υπόχρεου για ορισμένο χρονικό διάστημα, το παραγόμενο από την απόφαση αυτή δεδικασμένο εκτείνεται και ευθέως (άρθρα 322 και 324 ΚΠολΔ) και εμμέσως (άρθρο 331 ίδιου Κώδικα), μόνο στο χρονικό διάστημα, για το οποίο ζητήθηκε αποζημίωση και δεν εκτείνεται και στη μελλοντική αξίωση, εφόσον αυτή δεν έχει εισαχθεί σε δίκη και, συνακόλουθα, δεν κρίθηκε (ΑΠ 790/2015, ΑΠ 1126/2014).