Αναστέλλουν το ένα μετά το άλλο τα Διοικητικά Δικαστήρια της χώρας πρόστιμα σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις για παραβίαση των μέτρων περιορισμού λειτουργίας, προτάσσοντας την οικονομική δυσπραγία των πληττόμενων επιχειρήσεων.
Η ανάγκη ισορρόπησης μεταξύ της ανάγκης τήρησης της νομιμότητας και των υγειονομικών μέτρων και της οικονομικής εξόντωσης, οδηγεί όχι σε ακύρωση αλλά σε αναστολή των προστίμων.
Χαρακτηριστική ήταν η απόφαση που είχε εκδοθεί στις αρχές Δεκεμβρίου από το Διοικητικό Πρωτοδικείο Λειβαδιάς (52/2020) και αφορούσε σνάκ μπαρ στην Θήβα που τον περασμένο Ιούλιο δεν είχε τα τραπεζάκια στη σωστή απόσταση. Το δικαστήριο ήρθε τότε και είπε πως το πρόστιμο των 3.000,00 ευρώ κρίνεται υψηλό εν όψει των οικονομικών δεδομένων τόσο του καταστήματος όσο και της εποχής. Στο σκεπτικό της απόφασης επικράτησε πως “η άμεση εκτέλεση των προσβαλλόμενων πράξεων θα προκαλέσει στον αιτούντα ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη σε περίπτωση ευδοκίμησης της προσφυγής του, θέτοντας σε κίνδυνο την υπόστασή του”.
Σύμφωνα με την απόφαση του Πρωτοδικείου “παγώνουν” τα πρόστιμα και η αναστολή λειτουργίας μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης: “….από τα προαναφερθέντα προσκομιζόμενα στοιχεία του αιτούντος, προκύπτει ότι αυτός εμφάνισε σημαντική ζημία κατά τα δύο τελευταία έτη λειτουργίας της επιχείρησης του και ότι έχει τρέχουσες οικονομικές υποχρεώσεις, ιδίως, δαπάνες μισθοδοσίας, καταβολής μισθώματος και διατροφής των δύο ανήλικων τέκνων του”, αναφέρει η απόφαση
Δεύτερη απόφαση
Το ίδιο δικαστήριο (αριθμός απόφασης 14/2021) ανέστειλε δεύτερο πρόστιμο 3.000 ευρώ σε άλλο σε καφέ – μπαρ της Τανάγρας το οποίο παραμονές Χριστουγέννων είχε σερβίρει σε τραπέζι τρείς πελάτες. Έκρινε πως το πρόστιμο “είναι υψηλό” και σε συνδυασμό με τη σφράγιση του καταστήματος της για 15 ημέρες θα της προκαλούσε ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη.
Το δικαστήριο, ωστόσο, ενώπιον του οποίου προσέφυγε η ιδιοκτήτρια του καταστήματος έκανε δεκτή την αίτηση αναστολής που εκείνη κατάθεσε κατά του προστίμου και κατά της σφράγισης του καταστήματός της, τουλάχιστον μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της κύρια προσφυγής της. Όπως κρίθηκε με τη δικαστική απόφαση, αν το κατάστημα σφραγίζονταν και το πρόστιμο καταβαλλόταν, τότε η ιδιοκτήτρια του καταστήματος θα είχε υποστεί ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη.
Αναφέρει το δικαστήριο : “……Περαιτέρω, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη:
α) την οικονομική και εν γένει περιουσιακή κατάσταση της αιτούσας, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα από αυτήν στοιχεία, ιδίως δε τα χαμηλά φορολογητέα εισοδήματα της καθώς και το γεγονός ότι η επιχείρησή της είναι μια νεοσύστατη ατομική επιχείρηση, η οποία λειτουργεί από τον Αύγουστο του 2020,
β) την υποχρέωσή της να καλύπτει τα τρέχοντα λειτουργικά έξοδα του καταστήματός της καθώς και να ανταποκρίνεται στην εξόφληση των τακτικών οφειλών της, συνεκτιμημένου και του γεγονότος ότι η ανωτέρω είναι μητέρα δύο ανήλικων τέκνων,
γ) το γεγονός ότι η προαναφερθείσα δραστηριότητα της με Κ.Α.Δ. 56.30 (“καφέ- μπαρ”) ανήκει στις πληττόμενες από τη λήψη των προληπτικών μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας έναντι του κορωνοϊού (covid-19) δραστηριότητες, και
δ) το ποσό του επιβληθέντος με την προσβαλλόμενη απόφαση προστίμου (3.000 ευρώ), το οποίο είναι υψηλό σε σχέση με τα προεκτεθέντα φορολογητέα εισοδήματα της αιτούσας και τα εν γένει οικονομικά δεδομένα της και σταθμίζοντας, περαιτέρω, την ως άνω οικονομική κατάσταση της αιτούσας με τους αναγόμενους στην προστασία της δημόσιας υγείας λόγους δημοσίου συμφέροντος (άρθρο 202 παρ. 3 παρ. β’ του Κ.Δ.Δ.), κρίνει ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης και η συνεπεία αυτής, σφράγιση του επίδικου καταστήματος για 15 ημερολογιακές ημέρες καθώς και η άμεση καταβολή του ανωτέρω ποσού του προστίμου, θα προκαλέσει στην αιτούσα ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη, σε περίπτωση ευδοκίμησης της προσφυγής της, συνιστάμενη στην αδυναμία της να αντεπεξέλθει στις οικονομικές της υποχρεώσεις και στις ανάγκες διαβίωσής της”.
Σε όλες τις δικαστικές αποφάσεις αναφέρεται δε πως οι επιχειρήσεις από τούδε και στο εξής θα πρέπει να τηρούν απαρέγκλιτα τους κανόνες λειτουργίας τους , όπως αυτές περιγράφονται στις σχετικές ΚΥΑ.