Ανατροπές αναμένεται να φέρει στην δημοσιονομική εικόνα της χώρας η αλλαγή της μεθοδολογίας που ακολουθεί η Eurostat στη μέτρηση του δημοσιονομικού αποτελέσματος. Σύμφωνα με δημοσίευμα της Ναυτεμπορικής, που επικαλείται πληροφορίες, το πρωτογενές έλλειμμα για την περσινή χρονιά αναμένεται να ξεπεράσει το 7,2% του ΑΕΠ – δηλαδή την πρόβλεψη που είχε γίνει στο πλαίσιο κατάρτισης του προϋπολογισμού της φετινής χρονιάς τον περασμένο Νοέμβριο.
Και αυτό παρά το γεγονός ότι το ΑΕΠ έκλεισε τελικώς σε υψηλότερα επίπεδα από ό,τι είχε προβλεφθεί. Ενώ λοιπόν στο οικονομικό επιτελείο περίμεναν ότι το 2020 θα κλείσει τελικός με πρωτογενές έλλειμμα μικρότερο του 7,2%. έρχονται οι αλλαγές στη μεθοδολογία μέτρησης για να επιβαρύνουν την τελική εικόνα.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα δύο είναι οι βασικές αλλαγές συνδέονται αφενός με την αποτύπωση του clawback -δηλαδή του μηχανισμού αυτόματης επιστροφής δαπανών που κατά κύριο λόγο σχετίζονται με τη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, αλλά και τη δαπάνη των φαρμακείων του ΕΟΠΥΥ- σε δημοσιονομικό επίπεδο. Αφετέρου έχουν να κάνουν με τη δημοσιονομική αποτύπωση των εγγυήσεων που έχει χορηγήσει το Δημόσιο σε παλαιό δάνεια. Λόγω του όγκου των εγγυήσεων, η επίπτωση στο πρωτογενές αποτέλεσμα και εξαιτίας αυτού του παράγοντα αναμένεται ότι θα είναι σημαντική. Μάλιστα το θέμα τίθεται και στις συζητήσεις με τους θεσμούς κατά πάγιο τρόπο και τώρα βέβαια ακόμη πιο εμφατικά.
Αξίζει να σημειωθεί ότι για το θέμα της «δημοσιονομικής» νάρκης λόγω clawback είχε προειδοποιήσει έγκαιρα η φαρμακευτική βιομηχανία. Τον Οκτώβριο του 2020 η διοίκηση του PhRMA Innovation Forum (PIF) κατά τη διάρκεια διαδικτυακής συνέντευξης τύπου, όπου παρουσίασε έναn «οδηγό για βιώσιμη και αποτελεσματική φαρμακευτική φροντίδα στην Ελλάδα». Ο οδηγός αυτός αποτελεί μία πρόταση του PIF για διάλογο που θα οδηγήσει στην υπογραφή μνημονίου, τριετούς διάρκειας (2021-2023) μεταξύ της Κυβέρνησης και της φαρμακευτικής βιομηχανίας. Εκεί είχε σημειώσει ότι έως και 400 εκατομμύρια ευρώ μπορεί να εξοικονομηθούν στον προϋπολογισμό σε βάθος τριετίας εάν προχωρήσουν μια σειρά από μεταρρυθμίσεις στο μέτωπο του φαρμάκου.
Ουσιαστικά όπως αναφέρθηκε το Μνημόνιο Συνεργασίας μεταξύ της Πολιτείας και των φαρμακευτικών εταιρειών αποτελεί τον οδικό χάρτη για βιώσιμη και αποδοτική φαρμακευτική περίθαλψη χωρίς ανισότητες και αποκλεισμούς για όλους τους ασθενείς στην Ελλάδα για τα επόμενα 3 έτη .
Στόχος, σύμφωνα με το PIF, της εφαρμογής του μνημονίου είναι να επιτευχθεί:
• Σταθερό και προβλέψιμο σύστημα Τιμολόγησης και Αποζημίωσης
• Διάφανο και αποδοτικό σύστημα και διαδικασία Αξιολόγησης Τεχνολογίας Υγείας (ΗΤΑ)
• Ενδυνάμωση κλινικής και βιοϊατρικής έρευνας & πόρους για καινοτομία
• Διαφάνεια και Έλεγχος συνταγογράφησης και κλινικών πρωτοκόλλων. Εφαρμογή Μητρώων Ασθενειών
• Προβλέψιμη και διατηρήσιμη χρηματοδότηση φαρμακευτικής φροντίδας,
«Εκπροσωπώντας την καινοτομία, το PhRMA InnovationForum ενεργεί ως υπεύθυνος κοινωνικός εταίρος και παρουσιάζει ένα λεπτομερές Μνημόνιο Συνεργασίας που περιλαμβάνει τις προτάσεις μας για ένα σύγχρονο σύστημα Υγείας που δίνει προτεραιότητα στην πρόσβαση όλων των πολιτών στις νέες θεραπείες, καθώς και στην επίτευξη θετικού οικονομικού και κοινωνικού αποτυπώματος για τη χώρα. Η πανδημία Covid-19 ανέδειξε περισσότερο από ποτέ την ανάγκη να προχωρήσουμε με τολμηρό και γρήγορο τρόπο προς αυτήν την κατεύθυνση. Στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, οι καινοτόμες εταιρείες της φαρμακοβιομηχανίας είναι έτοιμες και αποφασισμένες να προσφέρουν λύσεις για όλους. Είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε και με τις Αρχές στο πλαίσιο αυτής της πρότασης», είχε δηλώσει τότε η Πρόεδρος του PIF, Agata Jakoncic.
Ενδεικτικά για τη σημασία της αξιοποίησης της φαρμακευτικής καινοτομίας η Πρόεδρος του PIF, Agata Jakoncic παρέβαλε το τι συμβαίνει με τον κορονϊό. «Εάν υπήρχε σήμερα ένα φάρμακο θα είχαμε κέρδος ίσο ή και μεγαλύτερο από το 10% του ΑΕΠ» ανέφερε τονίζοντας τη σημασία της φαρμακευτικής καινοτομίας στην οικονομία.
Στο πλαίσιο μάλιστα του μνημονίου προτάθηκε ένα νέο σύστημα τιμολόγησης και αποζημίωσης των φαρμάκων.
Πότε αποτυπωνονται;
Οι αλλαγές που έγιναν από τη Eurostat θα αποτυπωθούν στην ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ για τη μέτρηση των δημοσιονομικών επιδόσεων 2017-2020. Η σχετική ανακοίνωση έχει προγραμματιστεί για τις 22/4. Αρνητική επίπτωση από τις αλλαγές στη μεθοδολογία αναμένεται να υπάρξει και στον προϋπολογισμό του 2021.
Όπως αναφέρει η εφημερίδα Ναυτεμπορική θα είναι ένας ακόμη λόγος για τον οποίο το οικονομικό επιτελείο θα χρειαστεί να συγκρατήσει τις δημόσιες δαπάνες από εδώ και στο εξής, ώστε να μην ξεφύγει η κατάσταση. Γιαυτό άλλωστε και προτάσσεται η «στοχευμένη» πλέον στήριξη επιχειρήσεων και επαγγελματιών ώστε να «μαζευτεί» το πλάνο των δαπανών.
Η Fitch
Υπενθυμίζεται ότι σε νέα του έκθεση για την Ελλάδα, ο οίκος αξιολόγησης Fitch επισημαίνει ότι το χρέος της γενικής κυβέρνησης αυξήθηκε στο 207% του ΑΕΠ στο τέλος του 2020 από 181% το 2019 ως αποτέλεσμα του σοβαρού σοκ που υπέστησαν τα δημόσια οικονομικά της χώρας λόγω της πανδημίας. Η Fitch αναμένει πως το χρέος θα παραμείνει σε αυτό το επίπεδο φέτος και θα μειωθεί στο 193% μέχρι το 2022.
Ωστόσο, η δομή του ελληνικού δημόσιου χρέους, μεγάλο μέρος του οποίου ανήκει στον δημόσιο τομέα, σημαίνει πως τα κόστη εξυπηρέτησης του χρέους είναι χαμηλά. Η Fitch προβλέπει πως ο λόγος των πληρωμών τόκων προς τα έσοδα τα επόμενα δυο χρόνια θα είναι από τους χαμηλότερους στην κατηγορία αξιολόγησης «BB». Προβλέπει πως οι μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες θα «κορυφωθούν» το 2022/2023 και στη συνέχεια θα παραμείνουν κάτω του 15% του ΑΕΠ σε ορίζοντα 10ετίας.
Ένα εναλλακτικό σενάριο με υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα θα παρέπεμπε σε αυξανόμενο δείκτη μεικτών χρηματοδοτικών αναγκών/ΑΕΠ με την πάροδο του χρόνου, υπογραμμίζει
Η χαλαρότερη δημοσιονομική πολιτική μέσω των επίμονων πρωτογενών ελλειμμάτων αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο μεταξύ των εναλλακτικών σεναρίων της Fitch. Όπως αναφέρει ο οίκος, τον Μάρτιο το ελληνικό κράτος αποπλήρωσε περίπου 65% των εκκρεμών δανείων του ΔΝΤ. Η αποπληρωμή του ΔΝΤ μειώνει τη βασική πρόβλεψη των μικτών χρηματοδοτικών αναγκών τα επόμενα δυο χρόνια κατά περίπου 1,8% του ΑΕΠ.
Πιθανές αναβαθμίσεις
Σχετικά με τις αξιολογήσεις της Ελλάδας, επισημαίνεται πως το σταθερό outlook δείχνει πως η αξιολόγηση της χώρας πιθανότατα θα παραμείνει αμετάβλητη για μια περίοδο ενός-δυο ετών και ως εκ τούτου θα παραμείνει χαμηλότερα της επενδυτικής βαθμίδας. Η Fitch σημειώνει πως θα μπορούσε να προχωρήσει σε θετική κίνηση στην αξιολόγηση εάν το κρατικό χρέος επιστρέψει σε έναν σταθερό καθοδικό δρόμο από το 2021.
Η συνεχιζόμενη χρηματοοικονομική ευελιξία είναι ένας σημαντικός παράγοντας για να μετριαστούν οι κίνδυνοι του υψηλότερου χρέους, αλλά έχει ήδη συνυπολογιστεί στην εκτίμηση του οίκου και δεν θα οδηγούσε από μόνη της σε θετική ενέργεια ως προς την αξιολόγηση της χώρας, διευκρινίζει η Fitch.