Με τη συμφωνία, η Ελλάδα θα μπορούσε καλύψει ένα μέρος από τις μεγάλες απώλειες εσόδων που έχει λόγω μεταφοράς των κερδών από τις πολυεθνικές σε φορολογικούς παραδείσους. Συμφωνία και για την ανακοίνωση των κινδύνων των εταιρειών λόγω της κλιματικής αλλαγής
H ιστορική, όπως χαρακτηρίστηκε από τον Βρετανό υπουργό Οικονομικών, Ρίσι Σουνάκ, συμφωνία της G7 για την καθιέρωση ελάχιστου φορολογικού συντελεστή 15% για τις μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις και το κλείσιμο των παραθύρων που τις επέτρεπε να φοροδιαφεύγουν έχει ακόμη δρόμο μέχρι να γίνει μία παγκόσμια συμφωνία και διάφορα ζητήματα μένουν ακόμη να καθοριστούν.
«Είναι πολύπλοκο και αυτό είναι ένα πρώτο βήμα», τόνισε ο ίδιος ο Σουνάκ, υπό την προεδρία του οποίου συνεδρίασε η G7.
Η σημερινή συμφωνία θα πρέπει καταρχήν να εγκριθεί και από τη σύνοδο της G20 – ενός ευρύτερου φόρουμ στο οποίο μετέχουν και πολλές αναδυόμενες οικονομίες – που θα πραγματοποιηθεί τον Ιούλιο στη Βενετία.
Ο ΟΟΣΑ, στο πλαίσιο του οποίου γίνονται οι συζητήσεις για τη διεθνή φορολογία και στις οποίες συμμετέχουν περίπου 140 χώρες – είχε εκτιμήσει πρόσφατα ότι μία οριστική συμφωνία δεν πρέπει να αναμένεται πριν από τα τέλη Οκτωβρίου.
Δεν ανακοινώθηκε η περίμετρος για τις επιχειρήσεις
Η συμφωνία της G7 δεν ξεκαθαρίζει ποιες ακριβώς επιχειρήσεις θα αφορά, καθώς αναφέρεται μόνο στις «μεγαλύτερες και πιο κερδοφόρες πολυεθνικές επιχειρήσεις».
Σύμφωνα με πληροφορίες που είχαν δημοσιευθεί στον τύπο, η πρόταση που είχαν κάνει το τελευταίο διάστημα οι ΗΠΑ προέβλεπε ότι το νέο φορολογικό σύστημα θα αφορούσε τις 100 μεγαλύτερες πολυεθνικές εταιρείες. Αυτό μένει να ξεκαθαρίσει, αλλά είναι βέβαιο ότι στις εταιρείες που θα εμπίπτουν στους νέους κανόνες θα περιλαμβάνονται οι αμερικανικοί τεχνολογικοί κολοσσοί – όπως η Apple, η Google και άλλες – όπως ήταν η σταθερή στόχευση της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η φορολόγηση αυτών των μεγάλων πολυεθνικών έχει ιδιαίτερη σημασία και για την Ελλάδα, η οποία, όπως και οι περισσότερες άλλες χώρες της ΕΕ, έχει πολύ μεγάλες απώλειες εσόδων στον προϋπολογισμό της. Και αυτό, γιατί οι πολυεθνικές μεταφέρουν τα κέρδη που έχουν από τις πωλήσεις στη χώρα μας σε «φορολογικούς παραδείσους», όπως στην Ιρλανδία που έχει εταιρικό συντελεστή μόνο 12,5%.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ιρλανδός υπουργός Οικονομικών, Πασκάλ Ντόναχιου, ήδη εξέφρασε ενστάσεις για την συμφωνία, λέγοντας ότι η όποια παγκόσμια συμφωνία πρέπει να λάβει υπόψη και τις μικρότερες χώρες.
Με τη σημερινή συμφωνία προβλέπεται ότι οι χώρες θα μπορούν να φορολογούν το 20% των κερδών που έχουν οι πολυεθνικές εταιρείες σε αυτές, εφόσον αυτές έχουν περιθώριο κέρδους άνω του 10%.
Το ακριβές ύψος των διαφυγόντων εσόδων από τη μη φορολόγηση των επιχειρηματικών κολοσσών δεν είναι γνωστό, αλλά από εκτιμήσεις που έχουν γίνει σε μελέτες και έχουν δημοσιοποιηθεί πρόσφατα από το ΔΝΤ προκύπτει ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικές.
Από τις μελέτες που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια φαίνεται ότι η απώλεια της Ελλάδας λόγω μεταφοράς εταιρικών κερδών στο εξωτερικό ανερχόταν από 8% έως 26% των συνολικών εσόδων από τη φορολογία επιχειρήσεων μεταξύ του 2012 και του 2016.
Ποιο ποσό θα μπορεί να ανακτήσει από τις απώλειες αυτές η Ελλάδα θα φανεί, όταν υπάρξει η τελική συμφωνία και είναι γνωστές όλες οι παράμετροι. Ο Σουνάκ δήλωσε, άλλωστε, σήμερα, όταν ρωτήθηκε σχετικά ότι είναι πολύ νωρίς «να γνωρίζουμε πόσα χρήματα θα ωφεληθεί η Βρετανία».
Συμφωνία και για την ανακοίνωση περιβαλλοντικών κινδύνων
Οι G7 συμφώνησαν να γίνει υποχρεωτική για τις τράπεζες και τις εταιρείες η ανακοίνωση της έκθεσής τους σε κινδύνους σχετικούς με το κλίμα, ένα μέτρο που θεωρείται ζωτικής σημασίας στις προσπάθειες να θωρακιστεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα από σοκ λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Ζήτησαν, επίσης, περισσότερο συντονισμό σχετικά με τη μέτρηση του αντίκτυπου που έχουν οι εταιρείες στο κλίμα και το περιβάλλον, προειδοποιώντας για τον κίνδυνο κατακερματισμού εφόσον υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις.