«Η παρούσα μακροοικονομική κατάσταση με αυξημένο δημόσιο χρέος, χαμηλά επιτόκια και υψηλότερες επενδυτικές ανάγκες, αλλάζει τις παραμέτρους της βιωσιμότητας του χρέους σε σχέση με τη δεκαετία του 1990», δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος του ESM, Ρολφ Στράουχ
Υπέρ της χαλάρωσης των δημοσιονομικών κανόνων, κατά την επικείμενη αναθεώρησή τους, τάχθηκε ο επικεφαλής οικονομολόγο του ESM, Ρόλφ Στράουχ, τονίζοντας ότι, λόγω των χαμηλότερων επιτοκίων, οι χώρες μπορούν να έχουν μεγαλύτερο χρέος.
Σε ομιλία του για τις προκλήσεις σχετικά με την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας, ο Στράουχ σημείωσε τα εξής: «Η παρούσα μακροοικονομική κατάσταση με αυξημένο δημόσιο χρέος, χαμηλά επιτόκια και υψηλότερες επενδυτικές ανάγκες, αλλάζει τις παραμέτρους της βιωσιμότητας του χρέους σε σχέση με τη δεκαετία του 1990 όταν σχεδιάστηκε το δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ. Μπορεί να αναμένεται αύξηση των επιτοκίων, αλλά όχι στα επίπεδα εκείνης της εποχής. Αυτό σημαίνει τη δυνατότητα για υψηλότερο χρέος, η οποία πρέπει να αποτυπωθεί στους δημοσιονομικούς κανόνες».
Η συζήτηση για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες αναμένεται να διεξαχθεί έως το επόμενο έτος, ώστε μετά την άρση της γενικής ρήτρας διαφυγής που προβλέπεται να ισχύσει έως το 2022, να εφαρμοσθούν οι νέοι κανόνες.
Η θέση του ESM για αλλαγή των σημερινών κανόνων ως προς το χρέος, που προβλέπουν ότι αν αυτό υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ θα πρέπει η διαφορά να μειώνεται με ρυθμό 5% κάθε χρόνο, θα ευνοήσει, εφόσον εγκριθεί από το Eurogroup, την Ελλάδα, το χρέος της οποίας έχει ξεπεράσει το 200% του ΑΕΠ. Βέβαια, τον κύριο ρόλο στις όποιες αλλαγές γίνουν στους δημοσιονομικούς κανόνες θα έχει, όπως πάντα, η Γερμανία που δεν έχει ανοίξει ακόμη τα χαρτιά της.
Ο Στράουχ τόνισε, επίσης, ότι θα πρέπει να απλοποιηθεί το δημοσιονομικό πλαίσιο και να γίνει πιο διαφανές, αξιόπιστο και λειτουργικό, ώστε να είναι ευκολότερη η συμμόρφωση των χωρών μετά την κρίση που θα επαναφερθούν οι κανόνες. «Συνολικά, το δημοσιονομικό πλαίσιο πρέπει να παρέχει έναν αξιόπιστο και διαφανή οδηγό για μία ομαλή δημοσιονομική πορεία. Οι χώρες χρειάζονται δημοσιονομικό χώρο για να κάνουν επενδύσεις, να σχηματίσουν αποθεματικά, να αντιδράσουν σε μελλοντικές κρίσεις και να έχουν την εμπιστοσύνη των χρηματοπιστωτικών αγορών», σημείωσε.
Ο οικονομολόγος του ESM αναφέρθηκε και στη συζήτηση που γίνεται για ένα δημοσιονομικό μέσο που θα διασφαλίζει τη μακροοικονομική σταθερότητα στην Ευρωζώνη. Όπως είπε, αυτό το μέσο δεν θα πρέπει να βασίζεται σε μόνιμες μεταβιβαστικές πληρωμές, δηλαδή σε έναν προϋπολογισμό, αλλά να έχει τη μορφή ενός ανακυκλούμενου ταμείου. «Θα έδινε στις χώρες περισσότερο δημοσιονομικό χώρο στις περιόδους υφέσεων από ό,τι ισχύει σήμερα».