Προειδοποίησε πως εσπευσμένη άρση τους θα μπορούσε να αποβεί καταστρεπτική.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ κάλεσε τους Ευρωπαίους ηγέτες να προχωρήσουν στη δημιουργία της ενιαίας αγοράς κεφαλαίων της Ε.Ε. και να ολοκληρώσουν την τραπεζική ένωση, που, όπως τόνισε, παραμένει ατελής αν όχι εντελώς στα χαρτιά, ύστερα από χρόνια διαπραγματεύσεων (φωτ. REUTERS).
Επανερχόμενη σε μια πάγια θέση της ότι θα ήταν πολύ πρόωρη μια άρση των έκτακτων μέτρων στήριξης της οικονομίας, η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, κάλεσε χθες τους Ευρωπαίους ηγέτες να επιμείνουν στη χαλαρή δημοσιονομική πολιτική. Την είδηση ανέφεραν στα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία πηγές που διατήρησαν την ανωνυμία τους, καθώς η συνάντηση της προέδρου της ΕΚΤ με τους Ευρωπαίους ηγέτες ήταν ιδιωτική.
Στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής, η κ. Λαγκάρντ προειδοποίησε για ακόμη μία φορά πως οποιαδήποτε εσπευσμένη άρση της άκρως αναπτυξιακής πολιτικής θα μπορούσε να αποβεί καταστρεπτική. Τόνισε επίσης πως η άρση των αναπτυξιακών μέτρων που επιστρατεύθηκαν για να περιοριστεί ο οικονομικός αντίκτυπος της πανδημίας θα οδηγούσε σε εκτροχιασμό την ανάκαμψη, που είναι ακόμη εύθραυστη.
Επαναλαμβάνοντας τη θέση που έχει επανειλημμένως τονίσει και δημοσίως, η κ. Λαγκάρντ υπογράμμισε πως είναι ακόμη αναγκαία η συνεχής στήριξη της οικονομίας, προκειμένου να μην επιτρέψουν οι ιθύνοντες που χαράσσουν την πολιτική στην Ευρωζώνη να αφήσει η πανδημία μόνιμες πληγές στην ευρωπαϊκή οικονομία. Επικαλέστηκε, μάλιστα, τα επώδυνα παθήματα και διδάγματα που άντλησαν οι πολιτικοί ταγοί από την προηγούμενη κρίση, την παγκόσμια χρηματοπιστωτική. Σύμφωνα με πηγές που παρακολούθησαν την ομιλία της προς τους Ευρωπαίους ηγέτες, η πρόεδρος της ΕΚΤ τόνισε πως τότε η οικονομία ανέκαμπτε στο τέλος της χρηματοπιστωτικής κρίσης, αλλά η ανάκαμψη δεν απέβη βιώσιμη επειδή οι πολιτικές ηγεσίες δεν μερίμνησαν να στηρίξουν περαιτέρω τις οικονομίες. Οι επισημάνσεις της έρχονται σε μια στιγμή που οι ευρωπαϊκές οικονομίες αρχίζουν να εμφανίζουν σημάδια στιβαρής ανάκαμψης εν μέσω της εμβολιαστικής διαδικασίας που βρίσκεται σε εξέλιξη σε όλες τις χώρες. Καθώς μειώνεται ο αριθμός των κρουσμάτων και η ζήτηση αυξάνεται, καταγράφεται εκτίναξη στις τιμές των προϊόντων. Ετσι, στους κόλπους της ΕΚΤ εντείνονται οι πιέσεις από πολλά κλιμάκια της τράπεζας που ζητούν άρση της άκρως αναπτυξιακής πολιτικής της και περιορισμό των έκτακτων προγραμμάτων αγοράς ομολόγων. Την ίδια στιγμή, άλλωστε, εντείνονται και οι πιέσεις προς τις κυβερνήσεις για να αρχίσουν να εξετάζουν το πώς θα μειώσουν τον συνολικό όγκο του χρέους τους.
Θέσεις παρόμοιες με εκείνες της προέδρου έχουν, πάντως, εκφράσει επανειλημμένως στελέχη της ΕΚΤ, όπως η Ιζαμπέλ Σνάμπελ και ο Πάμπλο Χερνάντες ντε Κος. Σε δύο δημόσιες εκδηλώσεις την Πέμπτη και χθες, οι δύο οικονομολόγοι της ΕΚΤ υπογράμμισαν πως ακόμη κι αν στις αρχές του επόμενου έτους η οικονομία της Ευρωζώνης ετοιμάζεται να αναπληρώσει το τμήμα που έχασε εξαιτίας της κρίσης της πανδημίας, δεν πρόκειται να το επιτύχει πραγματικά πριν από το 2023. Προέβλεψαν πως μόνο σε διάστημα περίπου δύο ετών θα μπορέσει η Ευρωζώνη να επανέλθει πράγματι στα προ της πανδημίας επίπεδα. Ειδικότερα ο κ. Ντε Κος, που σημειωτέον είναι διοικητής της τράπεζας της Ισπανίας, τόνισε πως «στόχος μας πρέπει να είναι η ανάκαμψη και όχι στα προ της πανδημίας επίπεδα, αλλά στα επίπεδα που θα είχαμε σημειώσει αν δεν είχε μεσολαβήσει η κρίση της πανδημίας».
Η κ. Λαγκάρντ δεν παρέλειψε, πάντως, να αναφερθεί και στις πληθωριστικές πιέσεις που εντείνονται τελευταία. Επανέλαβε τη θέση της ότι η διαφαινόμενη άνοδος του πληθωρισμού που αναμένεται ότι θα σημειωθεί το φθινόπωρο θα είναι προσωρινή, καθώς συνολικά οι πληθωριστικές πιέσεις παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα. Σχολιάζοντας, πάντως, αυτήν τη θέση της προέδρου της ΕΚΤ, η Μαέβα Κουζέν, οικονομολόγος του Bloomberg, προεξόφλησε πως «οι πληθωριστικές πιέσεις είναι σχεδόν βέβαιον ότι θα οδηγήσουν τον γενικό πληθωρισμό σε επίπεδα πάνω από τον στόχο του 2%, αρχής γενομένης από τον Αύγουστο». Σύμφωνα, πάντως, με την κ. Λαγκάρντ, η Ευρωζώνη χρειάζεται μια πιο δυναμική και βιώσιμη ανάπτυξη. Η πρόεδρος της ΕΚΤ δεσμεύτηκε, τέλος, για ακόμη μία φορά πως με τη νομισματική πολιτική της η τράπεζα θα εξακολουθήσει να συνεισφέρει με τον δικό της τρόπο στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης. Κάλεσε παράλληλα τους Ευρωπαίους ηγέτες να προχωρήσουν στη δημιουργία της ενιαίας αγοράς κεφαλαίων της Ε.Ε. και να ολοκληρώσουν την τραπεζική ένωση που, όπως τόνισε, παραμένει ατελής, αν όχι εντελώς στα χαρτιά έπειτα από χρόνια διαπραγματεύσεων. Η πολυπόθητη πρόοδος στα ακανθώδη ζητήματα δεν επετεύχθη, άλλωστε, ούτε και στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής, καθώς οι επικείμενες βουλευτικές εκλογές της Γερμανίας έχουν «παγώσει» ουσιαστικά κάθε συζήτηση για κρίσιμα θέματα της Ευρωζώνης.