Το Δικαστήριο της ΕΕ (ΔΕΕ) εξέδωσε την απόφαση (C-80/20), η οποία εξετάζει την επίδραση της ακύρωσης και της επανέκδοσης ενός τιμολογίου στην έκπτωση του ΦΠΑ επί των εισροών.
Το ιστορικό της υπόθεσης
Η γαλλική εταιρεία Pompes Salmson SAS αγόρασε το 2012 εργαλεία που βρίσκονται στη Ρουμανία και υπέβαλε αίτηση επιστροφής ΦΠΑ το 2012. Αυτή η αίτηση επιστροφής ΦΠΑ απορρίφθηκε από τις ρουμανικές φορολογικές αρχές λόγω κατοχής λανθασμένων τιμολογίων. Η Pompes Salmson SAS δεν άσκησε έφεση κατά αυτής της απόφασης.
Το 2015 ο προμηθευτής ακύρωσε τα αρχικά τιμολόγια και εξέδωσε νέα. Με βάση αυτά τα νέα τιμολόγια, η εταιρεία Wilo Salmson France SAS (νόμιμος διάδοχος της Pompes Salmson SAS) υπέβαλε νέα αξίωση επιστροφής ΦΠΑ για το 2015. Οι ρουμανικές φορολογικές αρχές απέρριψαν αυτήν την αίτηση, αιτιολογώντας ότι αυτός ο ΦΠΑ είχε ήδη ζητηθεί το 2012.
Κατόπιν αυτού, η εν λόγω εταιρία προσέφυγε ενώπιον του πρωτοδικείου Βουκουρεστίου, Ρουμανία, ζητώντας την ακύρωση της αποφάσεως της 2ας Σεπτεμβρίου 2016 καθώς και της αποφάσεως της 12ης Μαΐου 2016 που είχε απορρίψει την αίτηση επιστροφής ποσού ύψους 449 538,38 ρουμανικών λέι (RON) (περίπου 91 310 ευρώ), που αντιπροσώπευε τον ΦΠΑ του οποίου εζητείτο η επιστροφή για το διάστημα μεταξύ 1ης Αυγούστου 2015 και 31ης Οκτωβρίου 2015.
Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι πρέπει να κρίνει αν είναι δυνατόν να επιστραφεί το 2015 ο ΦΠΑ που είχε καταβληθεί για αγορές πραγματοποιηθείσες το 2012, για τις οποίες έγκυρα τιμολόγια ΦΠΑ εκδόθηκαν μόλις το 2015. Εκτιμά ότι η κατάσταση της Wilo Salmson διαφέρει από τις περιπτώσεις τις οποίες προβλέπει η οδηγία 2008/9 ή τις οποίες έχει ήδη εξετάσει το Δικαστήριο, δεδομένου ότι τα μεν τιμολόγια που είχε εκδώσει η Zollner το 2012 ακυρώθηκαν με τη διαγραφή τους, λόγω του παράτυπου χαρακτήρα τους που διαπιστώθηκε από τις ρουμανικές φορολογικές αρχές, ενώ έγκυρα τιμολόγια για τις ίδιες αγορές εκδόθηκαν μόλις το 2015, η δε Wilo Salmson άσκησε το δικαίωμά της επιστροφής με την αίτηση επιστροφής φόρου την οποία υπέβαλε το 2015 και η οποία περιελάμβανε τα εκδοθέντα το 2015 τιμολόγια, χωρίς η εταιρία αυτή να έχει μέχρι τότε τύχει της ζητηθείσας επιστροφής.
Βασικά σκεπτικά του δικαστηρίου
… Όπως, επισήμανε και η γενική εισαγγελέας, κατ’ ουσίαν, στα σημεία 100 και 101 των προτάσεών της, αν γινόταν δεκτό ότι, υπό περιστάσεις όπως αυτές που περιγράφονται στη σκέψη 92 της παρούσας αποφάσεως, η μονομερής ακύρωση τιμολογίου από προμηθευτή, αφού έχει καταστεί απρόσβλητη η απόφαση περί απόρριψης μιας αρχικής αίτησης επιστροφής φόρου που στηριζόταν στο τιμολόγιο αυτό, και η μεταγενέστερη αντικατάστασή του διά της εκδόσεως νέου τιμολογίου για τις ίδιες αγορές καθιστά δυνατό για τον υποκείμενο στον φόρο να υποβάλει, βάσει του νέου τιμολογίου, νέα αίτηση επιστροφής του ΦΠΑ σχετικά με τις ίδιες αγορές όσον αφορά μεταγενέστερη περίοδο επιστροφής, θα επιτρεπόταν κατ’ αποτέλεσμα η παράκαμψη τόσο της αποκλειστικής προθεσμίας του άρθρου 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/9 για την υποβολή αίτησης επιστροφής φόρου όσο και της προθεσμίας ασκήσεως προσφυγής κατά της ως άνω απορριπτικής απόφασης, την οποία προβλέπει το οικείο κράτος μέλος βάσει του άρθρου 23, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/9, γεγονός που θα καθιστούσε άνευ πρακτικής αποτελεσματικότητας τις διατάξεις αυτές και θα έθιγε την ασφάλεια δικαίου.
Εξάλλου, είναι αληθές ότι, αφενός, η οδηγία ΦΠΑ προβλέπει τη δυνατότητα διακανονισμού των αρχικώς πραγματοποιηθεισών εκπτώσεων όταν αυτές είναι υψηλότερες ή χαμηλότερες από τις εκπτώσεις τις οποίες εδικαιούτο ο υποκείμενος στον φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του τίτλου X, κεφάλαιο 5, της οδηγίας αυτής. Ειδικότερα, το άρθρο 185 της ως άνω οδηγίας αφορά μεταξύ άλλων τις περιπτώσεις ακύρωσης πωλήσεων, ενώ, κατά το άρθρο 186 της εν λόγω οδηγίας, στα κράτη μέλη εναπόκειται να καθορίσουν τον τρόπο εφαρμογής του άρθρου 185. Εξάλλου, όπως προκύπτει από το άρθρο της 219, η οδηγία ΦΠΑ προβλέπει τη δυνατότητα διόρθωσης τιμολογίου, ιδίως όταν είναι εσφαλμένο ή δεν περιλαμβάνει ορισμένες υποχρεωτικές ενδείξεις (πρβλ. απόφαση της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, Senatex, C‑518/14, EU:C:2016:691, σκέψεις 32 και 34 καθώς και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Αφετέρου, το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/9 επιτρέπει τη διόρθωση της αίτησης επιστροφής φόρου σε περίπτωση που, μετά την υποβολή της, η αναλογία έκπτωσης αναπροσαρμοστεί σύμφωνα με το άρθρο 175 της οδηγίας ΦΠΑ.
Πλην όμως διαπιστώνεται ότι από περιστάσεις όπως αυτές που περιγράφονται στη σκέψη 92 της παρούσας αποφάσεως ουδόλως προκύπτει ότι τίθεται ζήτημα διακανονισμού του δικαιώματος επιστροφής, συνεπεία του οποίου υποβλήθηκε νέα αίτηση επιστροφής φόρου, ή ζήτημα διόρθωσης των τιμολογίων που εκδόθηκαν κατά τη διάρκεια προηγούμενης περιόδου επιστροφής, λαμβανομένου άλλωστε υπόψη ότι το αιτούν δικαστήριο δεν παρέχει εν προκειμένω κανένα στοιχείο υπό την έννοια αυτή και ότι το τρίτο ερώτημα αντιθέτως βασίζεται, όπως διαπιστώθηκε στη σκέψη 89 της παρούσας αποφάσεως, στην παραδοχή ότι το δικαίωμα επιστροφής μπορούσε να ασκηθεί λυσιτελώς επί τη βάσει των αρχικών τιμολογίων.
Η τελική κρίση του δικαστηρίου :
Τα άρθρα 167 έως 171 και 178 της οδηγίας 2006/112, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2010/45, καθώς και το άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, πρώτη περίπτωση, της οδηγίας 2008/9 πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι δεν επιτρέπουν την απόρριψη αίτησης επιστροφής του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) για συγκεκριμένη περίοδο επιστροφής για τον λόγο και μόνον ότι ο ΦΠΑ κατέστη απαιτητός κατά τη διάρκεια προηγούμενης περιόδου επιστροφής, μολονότι το σχετικό τιμολόγιο ΦΠΑ δεν εκδόθηκε παρά μόνον κατά τη διάρκεια της ως άνω συγκεκριμένης περιόδου.
Τα άρθρα 167 έως 171 και 178 της οδηγίας 2006/112, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2010/45, καθώς και η οδηγία 2008/9 πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι η μονομερής ακύρωση τιμολογίου από προμηθευτή, μετά την έκδοση από το κράτος μέλος επιστροφής αποφάσεως με την οποία απορρίφθηκε η στηριζόμενη στο τιμολόγιο αυτό αίτηση επιστροφής του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) και ενώ η ως άνω απόφαση έχει καταστεί απρόσβλητη, και η μετέπειτα έκδοση από τον προμηθευτή αυτόν, κατά τη διάρκεια μεταγενέστερης περιόδου επιστροφής, νέου τιμολογίου που αφορά τις ίδιες παραδόσεις, χωρίς να αμφισβητούνται οι παραδόσεις αυτές, δεν έχει κανέναν αντίκτυπο όσον αφορά την ύπαρξη του ήδη ασκηθέντος δικαιώματος επιστροφής του ΦΠΑ ή όσον αφορά την περίοδο για την οποία πρέπει να ασκηθεί το δικαίωμα αυτό.