Η ολλανδική Αρχή Προστασίας Δεδομένων (Autoriteit Persoonsgegevens – AP) επέβαλε πρόστιμο ύψους 2,75 εκατ. ευρώ στη φορολογική αρχή της χώρας.
Το πρόστιμο επιβλήθηκε καθώς η φορολογική διοίκηση επεξεργαζόταν επί σειρά ετών δεδομένα σχετικά με τη (διπλή) ιθαγένεια των αιτούντων επίδομα παιδιού με τρόπο, ο οποίος ήταν παράνομος και οδηγούσε σε διακριτική μεταχείριση. Αυτό αποτελεί σοβαρή παραβίαση του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (ΓΚΠΔ).
Ο Πρόεδρος της AP Aleid Wolfsen δήλωσε: «Η κυβέρνηση έχει την αποκλειστική ευθύνη για πολλά πράγματα. Οι πολίτες δεν έχουν επιλογή. Είναι υποχρεωμένοι να επιτρέπουν στην κυβέρνηση να επεξεργάζεται τα προσωπικά τους δεδομένα. Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό να έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη ότι η επεξεργασία αυτή γίνεται σύννομα. Και ότι ποτέ δεν θα υπάρξει οποιαδήποτε ένδειξη διάκρισης στη σχέση μεταξύ ατόμων και κυβέρνησης. Αυτό ακριβώς πήγε καταστροφικά λάθος στη Διεύθυνση Επιδομάτων και είχε συνέπειες. Είναι προφανές ότι το πρόστιμο δεν μπορεί να εξαφανίσει τη ζημιά που έχει γίνει. Είναι όμως ένα σημαντικό βήμα στην πορεία προς την επανόρθωση».
Παράνομη επεξεργασία
Η φορολογική διοίκηση όφειλε να έχει διαγράψει τα δεδομένα διπλής ιθαγένειας των Ολλανδών πολιτών ήδη από τον Ιανουάριο 2014.
Η διπλή ιθαγένεια δεν θα έπρεπε να ασκεί επιρροή στην αξιολόγηση των αιτήσεων για επίδομα τέκνου. Παρά ταύτα, η φορολογική διοίκηση διατήρησε και αξιοποίησε τα δεδομένα αυτά.
Τον Μάιο 2018, περίπου 1,4 εκατομμύρια πολίτες βρίσκονταν ακόμη καταχωρημένοι στα συστήματά της, ως έχοντες διπλή ιθαγένεια.
Περαιτέρω, η φορολογική διοίκηση επεξεργάστηκε τα δεδομένα ιθαγένειας των αιτούντων επίδομα τέκνου και για το σκοπό της καταπολέμησης της οργανωμένης απάτης, μολονότι τα δεδομένα αυτά δεν ήταν αναγκαία για το σκοπό αυτό.
Τέλος, η φορολογική διοίκηση χρησιμοποίησε την ιθαγένεια των αιτούντων (Ολλανδός/μη Ολλανδός) ως δείκτη ενός συστήματος, που με τρόπο αυτοματοποιημένο αξιολογούσε την επισφάλεια των αιτήσεων. Και στην περίπτωση αυτή, τα δεδομένα δεν ήταν αναγκαία εν όψει του σκοπού αυτού.
Είναι παράνομο και ως εκ τούτου απαγορεύεται να χρησιμοποιούνται δεδομένα σχετικά με την ιθαγένεια για το σκοπό της αξιολόγησης αιτήσεων, της καταπολέμησης της απάτης ή του καθορισμού κινδύνου.
Επεξεργασία που οδηγεί σε διακρίσεις
Με τη διατήρηση μη αναγκαίων δεδομένων ιθαγένειας στα αρχεία της, η φορολογική διοίκηση ενήργησε με τρόπο που συνιστούσε διακριτική μεταχείριση. Το δικαίωμα σε επίδομα τέκνου δεν συναρτάται με την ιθαγένεια του αιτούντος, αλλά με τη μόνιμη διαμονή στην Ολλανδία.
Σύμφωνα με τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων, η επεξεργασία δεδομένων εθνικότητας με τρόπο που οδηγεί σε διακριτική μεταχείριση είναι μη σύννομη, καθώς η επεξεργασία δεδομένων δεν πρέπει να παραβιάζει θεμελιώδη δικαιώματα. Μεταξύ αυτών το δικαίωμα στην ισότητα και τη μη διάκριση.
Ο Aleid Wolfsen σχολίασε: «Σε έναν κόσμο, στον οποίο η ψηφιοποίηση προχωρά αλματωδώς, η προστασία των προσωπικών δεδομένων των πολιτών καθίσταται ολοένα και πιο σημαντική, ώστε να προστατεύονται και άλλα θεμελιώδη δικαιώματά τους, όπως η ασφάλεια, η ιδιοκτησία και η υγεία.
Αυτή η υπόθεση υποδεικνύει ακριβώς τον λόγο: η παράνομη επεξεργασία μέσα από έναν αλγόριθμο οδήγησε στην παραβίαση του δικαιώματος στην ισότητα και τη μη διακριτική μεταχείριση. Οι ψηφιακές εφαρμογές έχουν καταστεί αναντικατάστατες, καθώς μας διευκολύνουν στο να επεξεργαζόμαστε δεδομένα με ταχύτητα και να συνδυάζουμε μεγάλους όγκους πληροφορίας με άνεση. Όταν όμως κάτι πάει λάθος, το λάθος είναι μεγάλο και μπορεί να επηρεάσει και άλλα θεμελιώδη δικαιώματα. Οι συνέπειες για τα πρόσωπα μπορούν να είναι τεράστιες, όπως μας έδειξε με τρόπο οδυνηρό η υπόθεση με τα επιδόματα ανατροφής τέκνου.
Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο η AP θα συνεχίσει να προειδοποιεί για τους σοβαρούς κινδύνους στην επεξεργασία προσωπικών δεδομένων με χρήση αλγορίθμων και τεχνητής νοημοσύνης, καθώς οι άνθρωποι όλο και περισσότερο θα βρίσκονται απέναντι σε αποφάσεις που θα έχουν ληφθεί από έναν αλγόριθμο. Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να είναι απολύτως βέβαιο ότι τα δεδομένα τους δεν έχουν τύχει επεξεργασίας με τρόπο που οδηγεί σε διακρίσεις. Γι΄ αυτό είναι αναγκαίο να συνεχίσουμε να προειδοποιούμε.»
Η φορολογική διοίκηση έβαλε τέλος στις παραβάσεις
Μετά την έρευνα της AP, η φορολογική διοίκηση άρχισε να καθαρίζει τα εσωτερικά συστήματά της. Το καλοκαίρι του 2020 οι διπλές ιθαγένειες των Ολλανδών πολιτών είχαν διαγραφεί στο σύνολό τους. Η φορολογική διοίκηση δεν τις είχε χρησιμοποιήσει για την αξιολόγηση του κινδύνου από τον Οκτώβριο 2018 και για την καταπολέμηση της οργανωμένης απάτης από τον Φεβρουάριο 2019.
Το διοικητικό πρόστιμο επεβλήθη στον Υπουργό των Οικονομικών, καθώς αυτός είναι ο υπεύθυνος της επεξεργασίας δεδομένων από τη φορολογική διοίκηση. Η επιβολή του προστίμου δεν εμποδίζει τα πρόσωπα που ζημιώθηκαν από το να προσφύγουν στη δικαιοσύνη.
Από το Δελτίο Τύπου στην αγγλική γλώσσα