Είχε υπηρετήσει επί 17 χρόνια. Ανακλήθηκε ως παράτυπος ο διορισμός του και δεν του αναγνωρίστηκαν τα χρόνια. Το Συνέδριο έκρινε πως ανεξαρτήτως της πλαστογραφίας, πρέπει να υπολογιστεί η προϋπηρεσία.
Ελεγκτικό Συνέδριο: Το 1997 διορίστηκε σε κενή οργανική θέση σωφρονιστικού υπαλλήλου μετά από σχετική προκήρυξη ως υπάλληλος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (ΔΕ). Υπηρέτησε επί 17 έτη και στη συνέχεια υπέβαλε αίτηση παραίτησης για συνταξιοδότηση.
Τότε, αποκαλύφθηκε πως όλο αυτό το διάστημα υπηρετούσε με πλαστό πτυχίο – καθώς δεν είχε πτυχίο ΔΕ αλλά υποχρεωτικής εκπαίδευσης – και με υπουργική απόφαση του υπουργείου Δικαιοσύνης ανακλήθηκε το 2014 ο διορισμός του «με την αιτιολογία ότι ο τίτλος σπουδών που αυτός υπέβαλε κατά τον διορισμό του και βάσει του οποίου προσλήφθηκε ήταν πλαστός».
Εξαιτίας της απόφασης αυτής κρίθηκε στη συνέχεια από τα αρμόδια όργανα πως οι αιτήσεις παραίτησης και συνταξιοδότησης που υπέβαλε απορρίφθηκαν και τέθηκαν στο αρχείο.
«Από τα ανωτέρω έγγραφα προκύπτει ότι υπηρετήσατε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης ως τακτικός υπάλληλος, από 22.10.1997 έως 1.6.2014. Από την αριθ. …/01-06-2014 απόφαση του Υπουργού Δικ. Διαφ. Και Ανθ Δικ., η οποία δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ …/τ…./18.6.2014, προκύπτει ότι ανακλήθηκε η αριθ. …/….1997 (…) απόφαση αρχικού διορισμού σας, επειδή ο τίτλος σπουδών που υποβάλατε ήταν πλαστός με συνέπεια να καταστείτε έτσι διοριστέος. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου (απόφαση αρ. 2505/2004 ΙΙ Τμήμα), σε περίπτωση ανάκλησης πράξης διορισμού δημοσίου υπαλλήλου, καταλύεται ο υπαλληλικός δεσμός που είχε δημιουργηθεί και ο διορισθείς θεωρείται ότι δεν απέκτησε ποτέ την ιδιότητα του υπαλλήλου, με συνέπεια Απόφαση 1820/2021 7 ο χρόνος υπηρεσίας που παρασχέθηκε από αυτόν βάσει του ανακληθέντος διορισμού του να μην αποτελεί χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας και να μην υπολογίζεται ως συντάξιμος. Κατόπιν των ανωτέρω, ο χρόνος υπηρεσίας σε θέση μονίμου υπαλλήλου από 22/10/1997 έως 01/06/2014 στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, δεν λογίζεται χρόνος πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας και κατά συνέπεια δεν έχετε δικαίωμα σύνταξης από το Δημόσιο και το σχετικό αίτημά σας απορρίπτεται ως αβάσιμο. (…)» αναφέρεται στη νέα απορριπτική απόφαση.
Τι αποφάνθηκε το Ελεγκτικό Συνέδριο
Στη δεύτερη αυτή απόφασή του το Ελεγκτικό Συνέδριο ήρθε να επιβεβαιώσει την απόφαση- σταθμό που είχε εκδώσει στα μέσα Δεκεμβρίου και αποκάλυψε το dikasiko.gr.
Διότι, όπως αναφέρει, «η στέρηση της σύνταξης σε υπάλληλο του οποίου ανακλήθηκε ο διορισμός μετά πάροδο μακρότατου χρόνου από αυτόν, όπως εν προκειμένω, και ανεξαρτήτως της υπαιτιότητάς του κατά την πρόκληση ή υποβοήθηση του παράνομου διορισμού, αντίκειται στα άρθρα 2 παρ. 1, 17 παρ. 1, 25 παρ. 1 α΄ του Συντάγματος, στις συνταγματικές αρχές της ασφάλειας δικαίου, της σαφήνειας, της προβλεψιμότητας και της αναλογικότητας, καθώς και στο άρθρο 1 του (πρώτου) Προσθέτου της ΕΣΔΑ».
Και προστίθεται: «Στο πλαίσιο αυτό, μέτρα ή κυρώσεις που λαμβάνονται σε χρόνο κατά τον οποίο έχει διανυθεί μακροχρόνια δημόσια υπηρεσία και έχουν συμπληρωθεί οι κατά νόμο χρονικές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, έχουν δε ως συνέπεια την ανατροπή της υπηρεσιακής και συνταξιοδοτικής σχέσης σε χρονικό σημείο κατά το οποίο έχει εξαντληθεί το μείζον μέρος του εργασιακού βίου του υπαλλήλου, ώστε αυτός να στερείται τόσο της σύνταξης του ειδικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος όσο και των σχετικών κοινωνικοασφαλιστικών παροχών, θίγουν, κατά παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, τον πυρήνα του δικαιώματος στη σύνταξη των δημοσίων υπαλλήλων».
Σύνταξη, αλλά βάσει των πραγματικών προσόντων
«Ναι» στην απονομή σύνταξης κρίνει εκ νέου το Ελεγκτικό Συνέδριο, αλλά όπως επισημαίνει στην απόφασή του αυτή θα πρέπει να προσδιοριστεί βάσει των πραγματικών προσόντων.
«Η στέρηση της σύνταξης σε υπάλληλο του οποίου ανακλήθηκε ο διορισμός μετά πάροδο μακρότατου χρόνου από αυτόν, και ανεξαρτήτως της υπαιτιότητάς του στην πρόκληση ή υποβοήθηση του παράνομου διορισμού, αντίκειται στα άρθρα 2 παρ. 1 και 25 παρ. 1 α΄ και δ΄ του Συντάγματος, καθώς και στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Η απόληψη όμως του ίδιου ποσού σύνταξης με τη σύνταξη που λαμβάνει υπάλληλος του οποίου η υπαλληλική σχέση έχει συσταθεί νομίμως, αντίκειται στη συνταγματική αρχή της ισότητας, θα παραβίαζε δε και τις αρχές της αξιοκρατίας, της ισότητας και της διαφάνειας κατά την πρόσβαση σε δημόσιες θέσεις. Κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναλογικής ισότητας, στον παρανόμως διορισθέντα υπάλληλο πρέπει να κανονιστεί σύνταξη ανάλογη του τυπικού προσόντος που πράγματι διέθετε κατά τον διορισμό του» αναφέρει η νέα απόφαση.
Πρακτικά, αυτό συνεπάγεται πως θα πρέπει να εξεταστεί το αίτημα συνταξιοδότησης του δημοσίου υπαλλήλου, ανεξαρτήτως του πλαστού πτυχίου, αλλά η σύνταξη που θα λάβει απαιτείται να ανέλθει στο ποσό του πραγματικού προσόντος που κατείχε κατά το διορισμό του. Δηλαδή, εάν είχε διοριστεί ως υπάλληλος ΔΕ και δεν είχε το συγκεκριμένο πτυχίο, θα λάβει σύνταξη ως ΥΕ (υποχρεωτικής εκπαίδευσης) που ήταν το πραγματικό.
«Σε κάθε δε περίπτωση, όπως προαναφέρθηκε, το Δικαστήριο αναγνώρισε στον εκκαλούντα ένα συνταξιοδοτικό δικαίωμα που αντιστοιχεί στην de facto απασχόλησή του» αναφέρει το Ελεγκτικό Συνέδριο.
Και καταλήγει πως πρέπει «να του καταβάλει τη σύνταξη που θα εδικαιούτο εάν δεν είχε χωρήσει η ανάκληση του διορισμού του, με βάση, όμως, το τυπικό προσόν της Κατηγορίας που πράγματι κατείχε κατά τον διορισμό του, ήτοι της Κατηγορίας ΥΕ, τούτου δοθέντος ότι η εννεατής φοίτηση είναι κατά το άρθρο 16 παρ. 3 του Συντάγματος υποχρεωτική».