- Στέλιος Κράλογλου
Πώς θα «παγιδεύονται» τα ακριβά ακίνητα με τον νέο συμπληρωματικό φόρο και τους επιβαρυντικούς συντελεστές – Τελευταίες πινελιές στο νομοσχέδιο
Με ένα νέο συμπληρωματικό φόρο που θα είναι -σκοπίμως- ενσωματωμένος μέσα στον ΕΝΦΙΑ η εφορία θα τσιμπάει ακριβά ακίνητα, φυσικών προσώπων, άνω των 400.000 ευρώ προκειμένου να χρηματοδοτήσει τις μειώσεις που θα γίνουν σε 5 εκατομμύρια ιδιοκτήτες.
Το… «μυστικό» κρύβεται στη φιλοσοφία του νέου συμπληρωματικού φόρου: Ενσωματώνεται μεν στον κύριο φόρο ΕΝΦΙΑ αλλά θα παγιδεύει ακίνητο (με σχεδόν διπλάσιο αφορολόγητο) μεγαλύτερης αξία και όχι τα δικαιώματα επί του ακινήτου. Έτσι ο νέος συμπληρωματικός φόρος θα επιβάλλεται ευκολότερα στους έχοντες και κατέχοντες, ξεγλιστρώντας από το τέχνασμα του επιμερισμού της ιδιοκτησίας σε διάφορα μέλη οικογένειας προκειμένου όλοι να προστατεύονται από το αφορολόγητο. Θα υπάρχει όμως και μια δεύτερη δικλείδα που θα διασφαλίζει ότι τα ακριβά κινητά θα πληρώνουν περισσότερα.
To νομοσχέδιο για τον νέο ΕΝΦΙΑ που αναμένεται να κατατεθεί σύντομα στην Βουλή θα προβλέπει και επιβαρυντικούς συντελεστές ώστε οι εκπτώσεις να βαίνουν μειούμενες (και να μετατρέπονται σε επιβαρύνσεις) όσο αυξάνεται η αξία του ακινήτου.
Ειδικότερα οι δύο παγίδες «ακριβών ακινήτων» στήνονται ως εξής:
1. Ο «συμπληρωματικός» ΕΝΦΙΑ γίνεται Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας: συμπληρωματικός ΕΝΦΙΑ επιβάλλεται σήμερα με συντελεστές κλιμακούμενους από 0,15% έως 1,15% σε ακίνητη περιουσία φυσικού προσώπου -αποτελούμενη από κτίσματα και εντός σχεδίων πόλεων ή οικισμών εκτάσεις γης- συνολικής αντικειμενικής αξίας μεγαλύτερης των 250.000 ευρώ. Με το νέο μοντέλο, ο φόρος αυτός θα ενσωματωθεί στον νέο ΕΝΦΙΑ και θα «τσιμπάει» ακίνητα (και όχι δικαιώματα επί των ακινήτων) αντικειμενικής αξίας μεγαλύτερης των 400.000 ευρώ Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημόσιων Εσόδων (ΑΑΔΕ) θα υπολογίζει την αξία των ακινήτων βάσει των νέων αντικειμενικών αξιών. Θα λαμβάνεται υπ’ όψιν το άθροισμα των ποσοστών στο οποίο είναι ενδεχομένως «σπασμένο» το ακίνητο, όπως επίσης και το ενδεχόμενο η κάθε ιδιοκτησία να έχει τεμαχιστεί βάσει ψιλής κυριότητας και επικαρπίας. Από αυτό τον υπολογισμό, θα ξεχωρίζουν όλα τα ακίνητα η αξία των οποίων ξεπερνά τα 400.000 ευρώ. Σε αυτά τα ακίνητα θα επιβάλλεται ο πρόσθετος φόρος, ο οποίος θα υπολογίζεται με κλίμακα και προοδευτικά αυξανόμενους συντελεστές. Με βάση τις πληροφορίες, οι συντελεστές αυτοί θα είναι χαμηλότεροι από αυτούς που ισχύουν σήμερα για τον ΕΝΦΙΑ και θα ξεκινούν ενδεχομένως και κάτω από το 0,1%. Μετά τον υπολογισμό του φόρου που θα αναλογεί στα ακριβά ακίνητα, θα εντοπίζεται το ποιος θα πληρώσει τον φόρο.
Με βάση τον σχεδιασμό, προωθείται η λύση τού να πληρώνει αυτός που έχει ατομική περιουσία άνω των 300.000 ευρώ. Δηλαδή, αν κάποιος έχει το 50% ενός ακινήτου αξίας 600.000 ευρώ και τα δύο παιδιά του έχουν από το 25% του ίδιου ακινήτου (ήτοι για τον γονιό 300.000 ευρώ και το κάθε παιδί από 150.000 ευρώ, ποσό που θα εμφανίζεται στο Ε9 του κάθε παιδιού), τον φόρο για ολόκληρο το ακίνητο θα πληρώνει ο πατέρας και όχι τα παιδιά. Στο εκκαθαριστικό που θα παίρνουν οι υπόχρεοι θα αποτυπώνεται ένας ενιαίος φόρο ανά ακίνητο, σε αντίθεση με ότι ισχύει σήμερα όπου ο συμπληρωματικός φόρος επιβάλλεται διακριτά στην συνολική ακίνητη περιουσία άνω των 250.000 ευρώ. Πρακτικά, με το νέο (και ενσωματωμένο) «φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας» δεν θα έχει νόημα το να «σπάσει» η ιδιοκτησία τους ακίνητου για να προστατεύονται οι συνιδιοκτήτες από το αφορολόγητο όριο. Είναι προφανές ότι με το νέο σύστημα υπολογισμού θα βγουν κερδισμένοι όσοι έχουν άθροισμα πολλών ακινήτων μικρής αξίας κάτω των 400.000 ευρώ. Διότι αυτοί θα απαλλάσσονται από τη μία από τον συμπληρωματικό φόρο και από την άλλη δεν θα επιβαρύνονται με τον νέο φόρο.
2. «Επιβαρυντικοί» συντελεστές: Για τις πολύ μεγάλες περιουσίες ο νέος ΕΝΦΙΑ θα προβλέπει και «επιβαρυντικούς» συντελεστές οι οποίοι θα λειτουργούν αντίθετα από τους εκπτωτικούς συντελεστές. Σύμφωνα με το σχέδιο με την επιβολή του κύριου φόρου θα υπολογίζεται η έκπτωση. Για τα χαμηλής αξίας ακίνητα και για σύνολο περιουσίας έως 100.000 ευρώ θα υπάρχει έκπτωση 30% επί του φόρου που προκύπτει από την κλίμακα. Για περιουσία έως 150.000 η έκπτωση περιορίζεται στο 25%. Όσο αυξάνεται η ακίνητη περιουσία τόσο θα μειώνονται οι εκπτωτικοί συντελεστές και θα μηδενίζονται. Για τις πολύ μεγάλες περιουσίες οι εκπτωτικοί συντελεστές μετατρέπονται σε επιβαρυντικούς συντελεστές.
Θα πρέπει τέλος να τονισθεί ότι οι απαλλαγές 50% και 100% από τον ΕΝΦΙΑ διατηρούνται κανονικά και ο υπολογισμός τους θα γίνει με βάση τα εισοδήματα του 2020 που δήλωσαν οι φορολογούμενοι στη φορολογική δήλωση που υπέβαλαν το 2021.