Το χονδρεμπορικό κόστος ηλεκτρισμού θα αποσυνδεθεί από την τιμή του φυσικού αερίου
Πραγματικότητα θα γίνει το σχέδιο μείωσης του χονδρεμπορικού κόστους και αποσύνδεση της τιμής ενέργειας από την τιμή του φυσικού αερίου, με την παρέμβαση στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας που περιλαμβάνει το νέο Εθνικό Σχέδιο στήριξης στην ενεργειακή κρίση, το οποίο θα τεθεί σε εφαρμογή από την 1η Ιουλίου.about:blank
Στο επίκεντρο του σχεδίου είναι το πλαφόν στη χονδρεμπορική τιμή, το οποίο θα μειώσει το συνολικό ενεργειακό κόστος που σήμερα απογειώνεται από τον τρόπο διαμόρφωσης της οριακής τιμής από τις μονάδες φυσικού αερίου.
Με το νέο σύστημα, τα έσοδα των παραγωγών ενέργειας θα πάψουν να καθορίζονται από την προσφορά της ακριβότερης μονάδας που εντάχθηκε στο σύστημα, όπως συμβαίνει τώρα (μοντέλο marginal price). Κάτι που σημαίνει πως το χονδρεμπορικό κόστος ηλεκτρισμού θα αποσυνδεθεί από την τιμή του φυσικού αερίου, που είναι και ο στόχος.
Το πλαφόν θα διαμορφώνεται σε ένα ποσό που θα αντιστοιχεί στο μεσοσταθμικό κόστος κάθε μονάδας συν ένα εύλογο κέρδος.
Ταυτόχρονα, το νέο σύστημα προβλέπει αποζημίωση των ηλεκτροπαραγωγικών σταθμών όλων των τεχνολογιών, τα έσοδα των οποίων από την αγορά θα υπολογίζονται πλέον στη βάση του μεταβλητού τους κόστους.
Η λειτουργία της αγοράς
Η αγορά ενέργειας, σύμφωνα με το σχέδιο, θα εξακολουθήσει να επιλύεται κανονικά, με συνέπεια να μην επηρεάζονται οι τιμές με τις οποίες γίνεται το διασυνοριακό εμπόριο (εισαγωγές-εξαγωγές). Έτσι, οι εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας θα συνεχίσουν να γίνονται στην τιμή που προκύπτει από την κανονική επίλυση.
Κάθε μονάδα θα αποκομίζει για την παραγωγή της το μεταβλητό της κόστος συν ένα εύλογο κέρδος, ενώ το μεταβλητό κόστος θα υπολογίζεται ανά μονάδα. Κι αυτό γιατί ακόμα και οι μονάδες της ίδιας τεχνολογίας (π.χ. αερίου) δεν έχουν το ίδιο μεταβλητό κόστος (λόγω για παράδειγμα διαφορών στην απόδοση).
Με τον τρόπο αυτό το χονδρεμπορικό κόστος που θα προκύπτει από τον νέο τρόπο εκκαθάρισης θα είναι σημαντικά μικρότερο από την τιμή που υπολογίζεται με την κανονική επίλυση της αγοράς σήμερα. Κι αυτό γιατί θα αντικατοπτρίζει όχι μόνο το λειτουργικό κόστος κάθε τεχνολογίας, αλλά και το μερίδιο συμμετοχής της στο ηλεκτροπαραγωγικό μίγμα. Για παράδειγμα, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Σκρέκας, αν με την κανονική επίλυση η αγορά Επόμενης Ημέρας «κλείσει» τον Μάιο στα 250 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, εκτιμάται πως η μεσοσταθμική τιμή εκκαθάρισης θα είναι περίπου στα 150 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Επομένως αν η ακριβότερη προσφορά είναι 240 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, αλλά το μεσοσταθμικό κόστος π.χ. μίας συγκεκριμένης λιγνιτικής μονάδας είναι 140 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, τότε αυτή θα αποζημιωθεί για την παραγωγή της με βάση τα 140 ευρώ ανά Μεγαβατώρα (ενδεχομένως με ένα μικρό εύλογο κέρδος) και όχι βάσει της προσφοράς που διαμόρφωσε την «κανονική» οριακή τιμή συστήματος (240 €/MWh), όπως γίνεται τώρα.
Σύμφωνα με τον κ. Σκρέκα, από το σύνολο των υπερεσόδων των παραγωγών, προσθέτοντας τον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ, εκτιμάται ότι θα ανακτηθούν 1,63 δισ. ευρώ το δεύτερο εξάμηνο του 2022.
Ο μηχανισμός αυτός θα επηρεάσει άμεσα τις τιμές ενέργειας στη λιανική αφού οι προμηθευτές θα εξασφαλίζουν ενέργεια από την εγχώρια αγορά στις σημαντικά χαμηλότερες τιμές που θα προκύπτουν από το νέο μηχανισμό.