Η αξίωση για την επιστροφή πιστωτικού υπολοίπου ΦΠΑ που αφορά αγαθά επένδυσης υπόκειται σε πενταετή παραγραφή, σύμφωνα με το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Το ΣτΕ συγκεκριμένα απέρριψε την αίτηση αναίρεσης κατά αποφάσεως Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, στην οποία προβαλλόταν ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έσφαλε δεχόμενο ότι στην περίπτωση που το πιστωτικό υπόλοιπο ΦΠΑ δεν μεταφέρεται αλλά επιστρέφεται, όπως εν προκειμένω που αφορά αγαθά επένδυσης, η αξίωση επιστροφής του πιστωτικού υπολοίπου δεν υπόκειται στην τριετή παραγραφή που αφορά αχρεωστήτως κατεβληθέντες φόρους, αλλά στη γενική πενταετή παραγραφή.
Συγκεκριμένα, όταν μετά την έκπτωση του φόρου προστιθέμενης αξίας των εισροών από το φόρο προστιθέμενης αξίας των εκροών, απομένει πιστωτικό υπόλοιπο, αυτό μεταφέρεται προς έκπτωση στην επόμενη περίοδο.
Κατ’ εξαίρεση όμως, το πιστωτικό αυτό υπόλοιπο δεν μεταφέρεται αλλά επιστρέφεται, εφόσον αφορά, μεταξύ άλλων, τα αγαθά επένδυσης, όπως υλικά αγαθά, που ανήκουν κατά κυριότητα στην επιχείρηση και τίθενται από αυτή σε διαρκή εκμετάλλευση, τα κτίσματα ή άλλου είδους κατασκευές, καθώς και τα δικαιώματα χρησιμοποίησης διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, σχεδίου, υποδείγματος, εμπορικού ή βιομηχανικού σήματος.
Η περίπτωση αυτή δεν αφορά επιστροφή φόρου προστιθέμενης αξίας που καταβλήθηκε αχρεωστήτως, καθόσον, όπως προκύπτει από τις ίδιες διατάξεις, οι πιο πάνω πράξεις υπόκεινται σε φόρο προστιθέμενης αξίας. Κατά συνέπεια, η αξίωση επιστροφής του πιστωτικού υπολοίπου του φόρου προστιθέμενης αξίας που προέρχεται από τις πράξεις αυτές, δεν υπόκειται στην τριετή παραγραφή, αφού δεν αφορά φόρο που καταβλήθηκε αχρεωστήτως, αλλά στη πενταετή γενική παραγραφή (ΣτΕ 1112/2021).